ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ: Διαγωνισμός κυνισμού και ανευθυνότητας από υπουργούς και στελέχη της Ν.Δ.

Την αντίδραση του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης προκάλεσαν δηλώσεις κυβερνητικών στελεχών, αλλά και στελεχών της Νέας Δημοκρατίας, σχετικά με το τραγικό δυστύχημα των Τεμπών, όπου έχασαν τη ζωή τους τουλάχιστον 57 άνθρωποι.

Την ώρα που ο υπουργός Επικρατείας, Άκης Σκέρτσος, εκμεταλλευόμενος την τραμπούκικη επίθεση στον Γιάνη Βαρουφάκη, ισχυριζόταν ότι ήταν «έκρηξη τυφλής πολιτικής βίας, η οποία στράφηκε χθες σε έναν από τους πιο εμβληματικούς εκφραστές της αντισυστημικής ψήφου», άλλα πολιτικά στελέχη του κυβερνώντος κόμματος φαίνεται ότι είτε δεν έχουν συναίσθηση της κατάστασης είτε είναι κυνικοί.

Ο ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία παραθέτει τη δήλωση του διευθυντή του Γραφείου Τύπου της Ν.Δ., Νίκου Ρωμανού, ο οποίος είπε ότι «ξεκινάει με το αυτονόητο που έχουμε βαρεθεί να επαναλαμβάνουμε αυτές τις ημέρες, τα θερμά συλληπητήρια στις οικογένειες των θυμάτων», αλλά και εκείνη της υφυπουργού Μετανάστευσης και Ασύλου, Σοφίας Βούλτεψη, η οποία, προφανώς για να καλύψει τον Κώστα Αχ. Καραμανλή, είπε πως ως αρμόδια για τα ασυνόδευτα ανήλικα προσφυγόπουλα, όταν λέει ότι είναι ασφαλή «κάνει τον σταυρό της».

Όπως επισημαίνει το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, η φράση «πάμε κι όπου βγει», «που μας στοιχειώνει όλους, δεν θα μπορούσε να αποτυπώσει καλύτερα την κυβερνητική ανευθυνότητα».

Και τονίζει: «Οι πολίτες ζητούν απαντήσεις και απαιτούν ειλικρίνεια. Ως εδώ με την ανευθυνότητα και την υποκρισία».

Η ανακοίνωση του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ

Σε διαγωνισμό κυνισμού και ανευθυνότητας επιδίδονται υπουργοί και στελέχη της ΝΔ

Την ώρα που η κοινωνία ζητά απαντήσεις για την τραγωδία στα Τέμπη οι υπουργοί και τα στελέχη της ΝΔ κάνουν διαγωνισμό κυνισμού και ανευθυνότητας. 

Την προηγούμενη εβδομάδα ο κ. Γεωργιάδης είπε ότι αν ο κ. Καραμανλής έλεγε ότι υπάρχει θέμα ασφάλειας στα τρένα, δεν θα έμπαινε κανείς. Χθες ο κ. Ρωμανός ότι «έχουμε βαρεθεί να λέμε συλλυπητήρια». Σήμερα, η κ. Βούλτεψη δήλωσε ότι και η ίδια έχει την ευθύνη των ασυνόδευτων ανήλικων, αλλά όταν λέει ότι είναι ασφαλή «κάνει τον σταυρό της». 

Αλήθεια, πόση ασφάλεια μπορούν να αισθάνονται οι πολίτες όταν η τύχη τους εξαρτάται από το αν «κάνουν τον σταυρό τους» οι υπουργοί; 

Η φράση των ημερών που μας στοιχειώνει όλους «πάμε κι όπου βγει» δεν θα μπορούσε να αποτυπώσει καλύτερα την κυβερνητική ανευθυνότητα. 

Οι πολίτες ζητούν απαντήσεις και απαιτούν ειλικρίνεια. Ως εδώ με την ανευθυνότητα και την υποκρισία.​

Υποκρισία Σκέρτσου για τα Τέμπη και διαστροφή του αγώνα των νέων που διαδηλώνουν

Έμμεση επίθεση στα κινήματα και στους νέους που εκφράζουν την οργή τους για το δυστύχημα τα Τέμπη έκανε ο υπουργός Επικρατείας, με αφορμή την τραμπούκικη επίθεση στον Γιάνη Βαρουφάκη. Ισχυρίστηκε ότι ήταν «έκρηξη τυφλής πολιτικής βίας, η οποία στράφηκε χθες σε έναν από τους πιο εμβληματικούς εκφραστές της αντισυστημικής ψήφου».

Και πρόσθεσε ότι «αυτό δείχνει πόσο αναποτελεσματικό είναι αυτό το εργαλείο έκφρασης της οργής, του πόνου, του θυμού, του σοκ που όλοι βιώνουμε αυτή τη στιγμή. Η πολιτική βία δεν έχει κανένα χώρο σε μια δημοκρατία και δεν δίνει ποτέ λύσεις».

Ο Άκης Σκέρτσος, μιλώντας στον τηλεοπτικό σταθμό ΑΝΤ1, προσπάθησε να συνδέσει την οργή των ανθρώπων, που έχει τη βάση της και στο γεγονός ότι κανείς αρμόδιος δεν αναλαμβάνει επί της ουσίας τις ευθύνες του για την κατάσταση στους σιδηροδρόμους, που οδήγησε στο τραγικό δυστύχημα των Τεμπών, με την «πολιτική βία», σε ένα κρεσέντο υποκρισίας και προκλητικότητας.

Την ώρα που κατά τα άλλα καταδίκαζε την επίθεση στον γραμματέα του ΜέΡΑ25, είπε:

«Είναι απόλυτα καταδικαστέο περιστατικό, καμία περιοχή δεν μπορεί να αποτελεί ένα άντρο ανομίας και βίας. Αυτή τη στιγμή ξαναζούμε, σε μια μικρογραφία ίσως, μια έκρηξη τυφλής πολιτικής βίας, η οποία στράφηκε χθες σε έναν από τους πιο εμβληματικούς εκφραστές της αντισυστημικής ψήφου. Αυτό δείχνει πόσο αναποτελεσματικό είναι αυτό το εργαλείο έκφρασης της οργής, του πόνου, του θυμού, του σοκ που όλοι βιώνουμε αυτή τη στιγμή. Η πολιτική βία δεν έχει κανένα χώρο σε μια δημοκρατία και δεν δίνει ποτέ λύσεις».

Και πρόσθεσε: «Το έχουμε ζήσει με τον πιο επώδυνο τρόπο τα τελευταία δέκα χρόνια. Εγκλωβιστήκαμε σε ένα κύμα άρνησης, βίας, θυμού, που πήγε τη χώρα πάρα πολύ πίσω. Γιατί αρνηθήκαμε για πάρα πολύ καιρό να αναλάβουμε όλοι, στο κομμάτι που μας αναλογεί, ένα μέρος της μικρής ευθύνης για τα δεινά της χώρας τα προηγούμενα 12-13 χρόνια».

Και φυσικά, προσπάθησε να παρουσιάσει την κυβέρνηση της Ν.Δ. ως τη μόνη ικανή να δώσει τις κατάλληλες απαντήσεις:

«Θεωρώ ότι έχουμε πάρει τα μαθήματά μας. Δείξαμε, δυστυχώς, εμπιστοσύνη σε αντισυστημικές φωνές τα προηγούμενα χρόνια. Φάνηκε ότι αυτές οι φωνές δεν φέρνουν λύση στα προβλήματα, μπορεί να εκφράζουν μια δικαιολογημένη οργή αλλά, δυστυχώς, δεν έχουν τις κατάλληλες απαντήσεις. Τις απαντήσεις ποιος τις έχει; Αυτός που αναγνωρίζει τα προβλήματα, αυτός που αναλαμβάνει την ευθύνη, αυτός ο οποίος δεσμεύεται ότι θα φέρει ένα συγκροτημένο σχέδιο για να αλλάξει τα πράγματα. Η ευθύνη είναι πολύ σημαντικός παράγοντας για να αλλάξουμε τα πράγματα και αυτά δεν τα αλλάζουν εκείνοι που πετροβολούν απέξω ή επιλέγουν να φύγουν από τη χώρα. Την ευθύνη την παίρνει αυτός που επιλέγει να μείνει στη χώρα, αυτός που γνωρίζει τα προβλήματα, που τα κατονομάζει με εντιμότητα, με ειλικρίνεια, στέκεται απέναντί τους και λέει πως θα τα αλλάξει».

Όσον αφορά τη σιδηροδρομική τραγωδία, ο υπουργός Επικρατείας επανέλαβε τη γνωστή κυβερνητική θέση ότι «όλοι φταίνε», αποδίδοντας ευθύνες και στον άλλοτε δημόσιο χαρακτήρα του ΟΣΕ.

«Ευθύνες προφανώς υπάρχουν, δεν είναι η ώρα να δείξουμε με το δάκτυλο προς το παρελθόν, αν έχει ευθύνη η αντιπολίτευση ή το ένα ή το άλλο κόμμα. Η ευθύνη ανήκει στην κυβέρνηση να αλλάξει τα πράγματα, αυτό λέμε εμείς. Όμως, σε ένα τόσο συντριπτικό γεγονός, η αλήθεια ποτέ δεν είναι καθαρή ούτε απλή. Υπάρχουν ευθύνες από την κορυφή ως τη βάση. Και, για πρώτη φορά, σε ένα τέτοιο δυστύχημα, έχουν απαγγελθεί κατηγορίες σε τέσσερις ανθρώπους, οι οποίοι έχουν αποδεδειγμένα συμμετοχή, ένα μερίδιο ευθύνης σε αυτή την τραγική εξέλιξη».

Και πρόσθεσε ότι η κυβέρνηση Μητσοτάκη έκανε «μια σημαντική προσπάθεια σε ένα προβληματικό, κατά κοινή ομολογία, οργανισμό, που είχε απαξιωθεί για χρόνια. Λόγω των περικοπών, λόγω της κακής κατάστασης που υπήρχε και πριν τα Μνημόνια. Προσπαθήσαμε να κάνουμε μια ανάταξη, να εξασφαλίσουμε ότι θα ξεκολλήσουν έργα, ότι θα επιταχυνθούν οι διαδικασίες που θα κάνουν έναν πιο σύγχρονο σιδηρόδρομο».

Ως λύση δε πρότεινε την «αλλαγή νοοτροπίας στο Δημόσιο», ξεχνώντας φυσικά τι συνέβαινε τα τέσσερα τελευταία χρόνια και το γεγονός ότι οι εργαζόμενοι είχαν πολλές φορές προειδοποιήσει για τους κινδύνους.

«Αυτό με το οποίο πρέπει να ασχοληθούμε όλοι σοβαρά, είναι η αλλαγή νοοτροπίας στο Δημόσιο και η εμπέδωση της ευθύνης σε κάθε ένα υπάλληλο, χωριστά, και στις διοικήσεις, φυσικά, που διοικούν το ανθρώπινο δυναμικό, ώστε να αλλάξει η συμπεριφορά απέναντι στο έργο που επιτελούν. Ο καθένας μας έχει ευθύνη. Αν δεν καταλάβουμε ότι οι αποφάσεις που λαμβάνουμε, από την κορυφή έως τη βάση της διοικητικής πυραμίδας, επηρεάζουν ανθρώπινες ζωές, τότε δεν θα αλλάξουμε τίποτε», είπε.

Όσον αφορά την τηλεδιοίκηση-τηλεσήμανση και την περίφημη σύμβαση, για μια ακόμη φορά απέδωσε ευθύνες στους προηγούμενους, υποστηρίζοντας ότι «σταμάτησε να υλοποιείται το 2017, ξεκόλλησε το 2021. Το παραλάβαμε στο 18%, είχαν παραδοθεί από τους 52 σταθμούς οι 17. Και από αυτούς τους 17, οι μισοί με απόφαση της προηγούμενης κυβέρνησης έπρεπε να ξαναφτιαχτούν γιατί είχαν λάθος προδιαγραφές λόγω των λαθών στις προκηρύξεις. Αυτά είναι τα διαχρονικά προβλήματα που πρέπει να λύσουμε. Αυτή τη στιγμή έχει παραδοθεί το 70% και είμαστε λίγους μήνες πριν την τελική παράδοσή του. Η Ελλάδα θα είναι μία από τις οκτώ ευρωπαϊκές χώρες σε λίγους μήνες που θα διαθέτουν αυτό το σύστημα τηλεδιοίκησης».

Σχετικά Άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

* Το email σας δεν θα εμφανιστεί