Tα ντοκουμέντα της εξέγερσης του Πολυτεχνείου, με αποσπάσματα από τις συγκλονιστικές εκπομπές του παράνομου ραδιοσταθμού.
Στις 14 Νοεμβρίου 1973 φοιτητές του Πολυτεχνείου αποφάσισαν αποχή από τα μαθήματα και ξεκίνησαν διαδηλώσεις εναντίον του βάναυσου στρατιωτικού καθεστώτος. Οι φοιτητές που αυτοαποκαλούνταν «Ελεύθεροι Πολιορκημένοι», οχυρώθηκαν μέσα στο κτίριο της σχολής επί της οδού Πατησίων και ξεκίνησαν τη λειτουργία του ανεξάρτητου ραδιοφωνικού σταθμού του Πολυτεχνείου. Ο πομπός κατασκευάστηκε μέσα σε λίγες ώρες στα εργαστήρια της σχολής Ηλεκτρολόγων Μηχανικών από τον Γιώργο Κυρλάκη. Το, πλέον ιστορικό, μήνυμά τους ήταν: «Εδώ Πολυτεχνείο! Λαέ της Ελλάδας το Πολυτεχνείο είναι σημαιοφόρος του αγώνα μας, του αγώνα σας, του κοινού αγώνα μας ενάντια στη δικτατορία και για την Δημοκρατία». Εκφωνητές του σταθμού ήταν η Μαρία Δαμανάκη, ο Δημήτρης Παπαχρήστος και ο Μίλτος Χαραλαμπίδης. Το πρώτο βράδυ της κατάληψης του Πολυτεχνείου μια ομάδα περίπου εκατό χουντικών νεολαίων της οργάνωσης Κόμμα 4ης Αυγούστου (Κ4Α) του Κώστα Πλεύρη μαζί με ασφαλίτες και παρακρατικούς αποφάσισαν να οργανώσουν εισβολή στο Πολυτεχνείο, αλλά ελλείψει σχεδιασμού και ηγεσίας περιορίστηκαν στην παρεμπόδιση της τροφοδοσίας των φοιτητών από εξωτερικές ομάδες περιφρούρησης.
Οι διαδηλώσεις, τα συλλαλητήρια και οι εκδηλώσεις ενάντια στο καθεστώς της Χούντας αυξήθηκαν. Κυρίως στην Αθήνα αλλά και σε σημεία της επαρχίας δημιουργήθηκαν συνθήκες εξέγερσης. Από τις 14 Νοεμβρίου μέχρι και τις 17 Νοεμβρίου (και πιο περιορισμένα μέχρι τις 18 Νοεμβρίου) στήθηκαν οδοφράγματα και διεξήχθησαν οδομαχίες μεταξύ εξεγερμένων και αστυνομίας.
Τη νύχτα της 16ης Νοεμβρίου η ίδια ομάδα νεολαίων του Κ4Α που είχε συγκεντρωθεί το πρώτο βράδυ, μεταξύ των οποίων ο μελλοντικός αρχηγός της Χρυσής Αυγής Νίκος Μιχαλολιάκος, εκτός όσων είχαν αποφασίσει να συνδράμουν τις δυνάμεις καταστολής, όπως ο Ηλίας Τσιαπούρης, που μαζί με άλλους παρακρατικούς πυροβολούσε διαδηλωτές από την ταράτσα του Υπουργείου Δημοσίας Τάξεως, συγκεντρώθηκαν έξω από τα γραφεία της οργάνωσης, στη διασταύρωση των οδών Μπουμπουλίνας και Αλεξάνδρας. Διασκορπίστηκαν, ωστόσο, μετά την επίθεση ενός αγήματος αστυνομικών που δεν αντιλήφθηκε την ταυτότητά τους.
Στις 3 π.μ. της 17ης Νοεμβρίου, και ενώ οι διαπραγματεύσεις για ασφαλή αποχώρηση των φοιτητών από το χώρο του Πολυτεχνείου βρίσκονταν σε εξέλιξη, αποφασίστηκε από την μεταβατική κυβέρνηση η επέμβαση του στρατού και ένα από τα τρία άρματα που είχαν παραταχθεί έξω από τη σχολή, γκρέμισε την κεντρική πύλη. Κατά την είσοδο του άρματος συνθλίβονται 2–3 φοιτητές που βρίσκονται πίσω από την πύλη (γεγονός «λίαν πιθανό αλλά ανεπιβεβαίωτο» σύμφωνα με το πόρισμα του εισαγγελέα Τσεβά). Επίσης, από τα συντρίμμια τραυματίστηκε σοβαρά, με συντριπτικά κατάγματα στα πόδια, η φοιτήτρια Πέπη Ρηγοπούλου. Ο σταθμός του Πολυτεχνείου έκανε εκκλήσεις στους στρατιώτες να αψηφήσουν τις εντολές των ανωτέρων τους και στη συνέχεια ο εκφωνητής απήγγειλε τον Ελληνικό Εθνικό Ύμνο. Η μετάδοση συνεχίστηκε ακόμα και μετά την είσοδο του άρματος στον χώρο της σχολής. Οι φοιτητές που είχαν παραμείνει στο Πολυτεχνείο, μαζεύτηκαν στο κεντρικό προαύλιο, ψάλλοντας τον εθνικό ύμνο. Η πτώση της πύλης ακολουθήθηκε από την είσοδο μιας μονάδας ενόπλων στρατιωτών των ΛΟΚ που οδήγησαν τους φοιτητές, χωρίς βια, έξω από το Πολυτεχνείο, μέσω της πύλης της οδού Στουρνάρη. Οι αστυνομικές δυνάμεις που περίμεναν στα δυο πεζοδρόμια της Στουρνάρη επιτέθηκαν στους φοιτητές, την έξοδο των οποίων αποφασίζουν (σύμφωνα και με το πόρισμα του εισαγγελέα Τσεβά) να περιφρουρήσουν κάποιοι από τους στρατιώτες, οι οποίοι σε ορισμένες περιπτώσεις επενέβησαν και εναντίον των αστυνομικών που βιαιοπραγούσαν στους φοιτητές. Πολλοί φοιτητές βρήκαν καταφύγιο σε γειτονικές πολυκατοικίες. Ελεύθεροι σκοπευτές της αστυνομίας άνοιξαν πυρ από γειτονικές ταράτσες, ενώ άνδρες της ΚΥΠ καταδίωξαν τους εξεγερθέντες. Οι εκφωνητές του σταθμού του Πολυτεχνείου παρέμειναν στο πόστο τους και συνέχισαν να εκπέμπουν για 40 λεπτά μετά την έξοδο, οπότε συνελήφθησαν
Στρατιώτες και αστυνομικοί έβαλαν με πραγματικά πυρά κατά πολιτών μέχρι και την επόμενη μέρα, με συνέπεια αρκετούς θανάτους στον χώρο γύρω από το Πολυτεχνείο, αλλά και στην υπόλοιπη Αθήνα. Η πρώτη επίσημη καταγραφή τον Οκτώβριο του 1974, από τον εισαγγελέα Δημήτρη Τσεβά, εντόπισε 18 επίσημους ή πλήρως βεβαιωθέντες νεκρούς και 16 άγνωστους «βασίμως προκύπτοντες». Ένα χρόνο αργότερα ο αντιεισαγγελέας εφετών Ιωάννης Ζαγκίνης έκανε λόγο για 23 νεκρούς, ενώ κατά τη διάρκεια της δίκης που ακολούθησε προστέθηκε ακόμη ένας. Οι πρώτες δημοσιογραφικές προσπάθειες για την καταγραφή των γεγονότων μιλούσαν για 59 νεκρούς ή και 79 θύματα, με βάση τον κατάλογο Γεωργούλα.Σύμφωνα με έρευνα του Διευθυντή Ερευνών του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών, Λεωνίδα Καλλιβρετάκη το 2003, ο αριθμός των επωνύμων νεκρών ανέρχονταν σε 24, ενώ αυτός των νεκρών αγνώστων στοιχείων σε 16.
Ο Χρήστος Λάζος υποστήριξε ότι οι νεκροί είναι 83 και ίσως περισσότεροι. Ανάμεσά τους ο 19χρονος Μιχάλης Μυρογιάννης, ο μαθητής λυκείου Διομήδης Κομνηνός καθώς και ένα πεντάχρονο αγόρι που σκοτώθηκε από πυροβόλο όπλο στρατιώτη στην περιοχή του Ζωγράφου. Κατά τη δίκη των υπευθύνων της χούντας υπήρξαν μαρτυρίες για τον θάνατο πολλών πολιτών κατά τη διάρκεια της εξέγερσης. Τέλος χιλιάδες σύμφωνα με εκτιμήσεις ήταν οι τραυματίες πολίτες.
Οι νεκροί του Πολυτεχνείου και το πόρισμα του εισαγγελέα – Πρώτος ο μαθητής Διομήδης Κομνηνός και ένα 6χρονο αγόρι (Βίντεο)
Αστυνομικοί ντύνονταν γιατροί και έμπαιναν στο Πολυτεχνείο για να κάνουν συλλήψεις
Ο αριθμός των θυμάτων της εξέγερσης του Πολυτεχνείου σε νεκρούς, τραυματίες και κακοποιηθέντες έχει αποτελέσει κατά καιρούς πεδίο πολιτικής αντιπαράθεσης που καλλιεργήθηκε κυρίως από τους αρνητές των γεγονότων.
Στη μεταπολίτευση υπήρξε λαϊκή απαίτηση να πέσει φως στην υπόθεση και μάλιστα στους δρόμους κυριαρχούσε το σύνθημα «Τσεβά γίνε Σαρτζετάκης».
Το πόρισμα εκδόθηκε το 1975. Ο αριθμός των νεκρών που προέκυψε από την έρευνα του εισαγγελέα Δημήτρη Tσεβά ήταν 18 βεβαιωμένοι επώνυμοι νεκροί.
Σύμφωνα με το πόρισμα, έχασαν τη ζωή τους έξω από το Πολυτεχνείο στους κοντινούς δρόμους και σε διάφορα σημεία της Αθήνας.
Ο εισαγγελέας με την τόλμη του άνοιξε το δρόμο για να αποκαλυφθεί το παρακράτος που έδρασε υπό τις εντολές των πραξικοπηματιών στις 16 και στις 17 Νοεμβρίου. Αργότερα, όταν η δημοκρατία είχε πιο σταθερές βάσεις και καλύτερη πρόσβαση στα αρχεία, ο αριθμός των θυμάτων ανέβηκε.

Πρώτος στη λίστα του Τσεβά ήταν ο 17χρονος Διομήδης Κομνηνός. Χτυπήθηκε από πυροβόλο όπλο στις 16 Νοεμβρίου 1973 στη διασταύρωση των οδών Αβέρωφ και Μάρνη. Μεταφέρθηκε στο Σταθμό Πρώτων Βοηθειών του Ε.Ε.Σ. και από εκεί, νεκρός πλέον, στο Ρυθμιστικό Κέντρο Αθηνών (σήμερα Γενικό Κρατικό Νοσοκομείο). Παρά τις απελπισμένες προσπάθειες των γιατρών δεν επανήλθε στη ζωή.

Το αντίγραφο από το πιστοποιητικό θανάτου είναι αποκαλυπτικό:

Το 1976 ο αντιεισαγγελέας εφετών Ιωάννης Ζαγκίνης έκανε λόγο για 23 νεκρούς, ενώ κατά τη διάρκεια της δίκης που ακολούθησε προστέθηκε ακόμη ένας.
Σύμφωνα με νεότερη έρευνα του διευθυντή του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών, Λεωνίδα Καλλιβρετάκη, ο αριθμός των επωνύμων νεκρών ανέρχεται σε 24, ενώ αυτός των νεκρών αγνώστων στοιχείων σε 16.
Η λίστα Τσεβά με τους νεκρούς της εξέγερσης του Πολυτεχνείου:
Κομνηνός Διομήδης του Ιωάννου, ετών 17, μαθητής.
Σκοτώθηκε έξω από το Πολυτεχνείο στις 16/11, ώρα 22.15.
Φάμελος Βασίλειος του Παναγιώτου, ετών 26.
Σκοτώθηκε κοντά στο Υπουργείο Δημοσίας Τάξεως στις 16/11, από σφαίρα.
Έγκελεντ Τόριλ, Νορβηγία σπουδάστρια.
Σκοτώθηκε στην πλατεία Αιγύπτου στις 16/11, ώρα 23.30.
Σαμούρης Γεώργιος του Ανδρέου, ετών 22, σπουδαστής.
Σκοτώθηκε στις 16/11 τα μεσάνυχτα, σε άγνωστο σημείο.
Σπαρτίδης Αλέξανδρος του Ευστρατίου, ετών 16, μαθητής.
Σκοτώθηκε στην οδό Κότσικα στις 17/11, ώρα 10.30.

Καραμάνης Μάρκος του Δημητρίου, ετών 23.
Σκοτώθηκε σε πολυκατοικία της Πατησίων στις 17/11, ώρα 10.30.
Καράκας Βασίλειος, ετών 43.
Σκοτώθηκε στην πλατεία Αιγύπτου από σφαίρα στις 17/11, ώρα 13.00.
Μπεκιάρη Βασιλική του Φωτίου, ετών 17.
Σκοτώθηκε στην ταράτσα του σπιτιού της στις 17/11, ώρα 12.30.
Θεοδώρας Δημητρ. Θεοδ. ετών 6.
Σκοτώθηκε σε οδό στου Ζωγράφου από στρατιώτες, που βρίσκονταν στο ναό του Αγίου Θεράποντος στις 17/11, ώρα 13.30.
Γεριτσίδης Γεώργιος του Αλεξάνδρου, ετών 48, εφοριακός υπάλληλος.
Σκοτώθηκε στις 17/11, ώρα 12.15 από αδέσποτη σφαίρα άρματος, ενώ βρισκόταν σε υπηρεσία στα Νέα Λιόσια.
Μαρκούλης Νικόλαος του Πέτρου, ετών 25.
Σκοτώθηκε από άρμα στην πλατεία Βάθης στις 17/11, ώρα 11.
Καραγιώργης Στυλιανός, ετών 19, εργάτης.
Τραυματίστηκε θανάσιμα, μπροστά στον κινηματογράφο “Ελληνίς” στις 17/11, ώρα 10.00 από σφαίρα άρματος.
Κούμπος Ανδρέας του Στεργίου, ετών 63.
Τραυματίστηκε σοβαρά από σφαίρα άρματος και πέθανε στην οδό Καποδιστρίου στις 18/11, ώρα 11.00.
Μυρογιάννης Μιχαήλ του Δημητρίου, ετών 20.
Σκοτώθηκε Πατησίων και Στουρνάρη από σφαίρα πυροβόλου όπλου στο κεφάλι στις 18/11, ώρα 13.30.
Παντελεάκης Κυριάκος του Δημητρίου, ετών 45, δικηγόρος.
Τραυματίσθηκε από σφαίρα άρματος στην οδό Γλάδστωνος στις 18/11, ώρα 12.40 και πέθανε αργότερα.
Κοντομάρης Σπύρος, δικηγόρος. Πέθανε από αέρια που έριχνε η αστυνομία στις 16/11.
Αργυροπούλου Αικατερίνη, ετών 75. Τραυματίστηκε σοβαρά από αδέσποτο βλήμα άρματος στις 17/11, ώρα 11.00 και πέθανε αργότερα.
Παπαϊωάννου Δημήτριος, ετών 60, ιδιωτικός υπάλληλος.
Πέθανε από συγκοπή καρδίας εξαιτίας των αερίων.
Κολινιάτης Ευστάθιος, 47 ετών. Χτυπήθηκε στις 18.11.1973 από αστυνομικούς με συμπαγείς ράβδους, και υπέστη κρανιοεγκεφαλικές κακώσεις, συνεπεία των οποίων πέθανε στις 21.11.1973.
Αλέξανδρος Παπαθανασίου του Σπυρίδωνος, 59 ετών.
Στις 13.30 της 18.11.1973, βρέθηκε εν μέσω πυρών, προερχομένων από τους αστυνομικούς του Τμήματος, με αποτέλεσμα να πάθει συγκοπή. Μεταφέρθηκε στο Σταθμό Πρώτων Βοηθειών, όπου διαπιστώθηκε ο θάνατος του.
Μιχαήλ Σωκράτης, 57 ετών. Στις 16.11.1973, μεταξύ 21.00 και 22.30, προσβλήθηκε από δακρυγόνα αέρια που έριχνε η Αστυνομία κατά των διαδηλωτών. Μεταφέρθηκε ημιθανής στο Σταθμό Πρώτων Βοηθειών του Ε.Ε.Σ., όπου και πέθανε.
Κυριακόπουλος Δημήτριος του Αντωνίου, 35 ετών. Κατά τις βράδυνες ώρες της 16.11.1973 προσβλήθηκε από δακρυγόνα αέρια και στη συνέχεια κτυπήθηκε από αστυνομικούς με συμπαγείς ράβδους, συνεπεία των οποίων πέθανε, τρεις ημέρες αργότερα, στις 19.11.1973, ενώ μεταφερόταν στο Σταθμό Πρώτων Βοηθειών του Ε.Ε.Σ.
Μαρίνος Σπύρος του Διονυσίου, επονομαζόμενος Γεωργαράς, 31 ετών. Κατά τις βράδυνες ώρες της 16.11.1973, ενώ βρισκόταν στην περιοχή του Πολυτεχνείου, κτυπήθηκε από αστυνομικούς με συμπαγείς ράβδους, και υπέστη κρανιοε-γκεφαλικές κακώσεις. Μεταφέρθηκε στο Θεραπευτήριο Πεντέλης, όπου πέθανε τη Δευτέρα, 19.11.1973, από οξύ αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο.
Μικρώνης Ιωάννης του Αγγέλου, 22 ετών, φοιτητής στο τμήμα Ηλεκτρολόγων Μηχανικών του Πανεπιστημίου Πατρών. Συμμετείχε στην κατάληψη του Πανεπιστημίου Πατρών. Κτυπήθηκε μετά τα γεγονότα, υπό συνθήκες που παραμένουν ακόμη αδιευκρίνιστες. Πέθανε στις 17.12.1973 στο Λαϊκό Νοσοκομείο Αθηνών, όπου νοσηλευόταν. Σύμφωνα με ορισμένες ενδείξεις, ο τραυματισμός του συνέβη στην Πάτρα, άλλες όμως πληροφορίες τον τοποθετούν στην Αθήνα. Η περίπτωση του παραμένει υπό έρευνα.
ΠΗΓΗ: “ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ ’73, Εορταστική Ανθολογία” του Γιάννη Γιάννου, από τις εκδόσεις Gutenberg.
Οι αστυνομικοί ντύνονταν γιατροί και έμπαιναν στο Πολυτεχνείο για να κάνουν συλλήψεις
Το Σάββατο της 17ης Νοεμβρίου του 1973 η πόρτα του Πολυτεχνείο έπεσε από το τανκ της χούντας. «Αντί να την ανοίξουν με κλειδί που δεν το είχαν, την άνοιξαν με τη δύναμη του τανκ», υποστήριξε ο Στυλιανός Παττακός σε συνέντευξή του στη «Μηχανή του Χρόνου».
Λίγη ώρα μετά την εισβολή στο Πολυτεχνείο, η ανάγκη για ιατροφαρμακευτική περίθαλψη ήταν επιτακτική. Υπήρχαν πολλοί τραυματισμένοι φοιτητές που έπρεπε να δεχτούν τις πρώτες βοήθειες και να μεταφερθούν σε νοσοκομεία για να σωθεί η ζωή τους.
Οι αστυνομικοί εκμεταλλεύτηκαν την κατάσταση και ντύθηκαν γιατροί για να πλησιάσουν τους φοιτητές. Μόνο που αντί για ιατρική βοήθεια, τους περνούσαν χειροπέδες και τους χτυπούσαν ανελέητα. Γι΄ αυτό όταν προσπάθησαν οι αληθινοί γιατροί να επέμβουν, οι φοιτητές ήταν δύσπιστοι.
Δείτε στο βίντεο της «Μηχανής του Χρόνου» πώς οργανώθηκαν οι γιατροί και πώς έπεισαν τους φοιτητές για την πραγματική ιδιότητά τους.
Την ώρα που οι τραυματισμένοι φοιτητές προσπαθούσαν να ξεφύγουν, η χούντα κινηματογράφησε τη δική της εκδοχή για την κατάσταση που επικρατούσε στον χώρο του Πολυτεχνείου.
Όπως φαίνεται στα πλάνα, το καθεστώς είχε στείλει ασθενοφόρα και γιατρούς στο Πολυτεχνείο για να «σώσουν» τους φοιτητές, αλλά οι τραυματιοφορείς έβγαιναν από τον χώρο με άδεια τα φορεία καθώς φυσικά και «δεν υπήρχαν χτυπημένοι» φοιτητές. Αυτοί ήταν οι ισχυρισμοί των συνταγματαρχών στους οποίους έμειναν σταθεροί ακόμα και όταν πέρασαν χρόνια από τα γεγονότα του Πολυτεχνείου και είχαν ταυτοποιηθεί οι νεκροί.
«Δεν υπάρχει σκοτωμένος φοιτητής σε όλο το κράτος», αναφέρει ο Στυλιανός Παττακός.
