Έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 81 ετών, το βράδυ της Τρίτης ο Διονύσης Σαββόπουλος, μία από τις πιο σημαντικές μορφές του ελληνικού τραγουδιού. Ο μεγάλος τραγουδοποιός νοσηλευόταν τις τελευταίες ημέρες σε ιδιωτική κλινική, καθώς έδινε μάχη με τον καρκίνο από το 2021. Ο Διονύσης Σαββόπουλος αφήνει πίσω του μια μεγάλη καλλιτεχνική κληρονομιά μέσα από τα έργα του.
Δείτε: «Έφυγε» ο Νιόνιος του ελληνικού τραγουδιού
Τις τελευταίες δύο εβδομάδες ήταν σε κρίσιμη κατάσταση και νοσηλευόταν στη μονάδα εντατικής θεραπείας έχοντας κοντά του τη οικογένειά του. Πριν από λίγα χρόνια είχε διαγνωστεί με καρκίνο στον πνεύμονα, όπως είχε αποκαλύψει ο ίδιος μέσα από τη βιογραφία του.
Καθ’ όλη τη διάρκεια της μακρόχρονης καριέρας του, ως τραγουδοποιός, στιχουργός και ερμηνευτής, άφησε ανεξίτηλο αποτύπωμα στην ελληνική μουσική και πολιτιστική σκηνή. Το έργο του ξεχώριζε για τον συνδυασμό σατιρικής διάθεσης, φιλοσοφικού βάθους και βαθιάς αγάπης για την ελληνική γλώσσα και τη μουσική παράδοση.
Ο Σαββόπουλος επηρέασε γενιές νέων καλλιτεχνών και αγαπήθηκε από το κοινό για δεκαετίες. Το ντεμπούτο του άλμπουμ «Φορτηγό» χαρακτηρίστηκε ορόσημο για το ελληνικό τραγούδι, ενώ το «Περιβόλι του Τρελού» καθιέρωσε τη φωνή του ως μία από τις πλέον αναγνωρίσιμες της εποχής.
Η ζωή και η καριέρα του
Γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη, στις 2 Δεκεμβρίου 1944. Έχοντας ρίζες από την Κωνσταντινούπολη και τη Φιλιππούπολη, δέχτηκε σε νεαρή ηλικία επιρροές από μια πιο ανατολίτικη κουλτούρα.
Μεγαλώνοντας, αποφάσισε να φοιτήσει στο Πανεπιστήμιο της Θεσσαλονίκης, στο τμήμα της Νομικής. Πολύ γρήγορα, όμως, συνειδητοποίησε πως κάτι τέτοιο ούτε τον εξέφραζε ούτε τον γέμιζε.
Έτσι, το 1963 ανακοίνωσε στους γονείς του πως θα εγκαταλείψει τις σπουδές του και θα ασχοληθεί πιο σοβαρά με τη μουσική, και μετακόμισε στην Αθήνα. Γνώρισε μεγάλη επιτυχία από τις πρώτες ημέρες του ως μουσικός και σύντομα έγινε πολύ δημοφιλής στην Ελλάδα, αλλά και στο εξωτερικό.
Άρχισε τη σταδιοδρομία του το 1964 και ήταν πολιτικά ενεργός σε όλη τη σταδιοδρομία του στη μουσική, με εμφανίσεις σε νυχτερινά κέντρα μαζί με τη Μαρία Φαραντούρη και τον Μάνο Λοΐζο. Κατά τη διάρκεια της Χούντας φυλακίστηκε δύο φορές για τις πολιτικές του πεποιθήσεις, τον Αύγουστο και τον Σεπτέμβριο του 1967.
Έγραψε τραγούδια με πολιτικό, ρομαντικό, αλλά και σκωπτικό περιεχόμενο. Έχει παρουσιάσει το 1986-1987 τηλεοπτική εκπομπή με τίτλο «Ζήτω το ελληνικό τραγούδι».
Τα περισσότερα από τα τραγούδια του είναι γραμμένα από τον ίδιο, σε στίχους και μουσική.
Ήταν παντρεμένος με την Ασπασία Αραπίδoυ (γνωστή με το χαϊδευτικό της, Άσπα, από τα τραγούδια και τις παραστάσεις του) με την οποία απέκτησαν δύο γιους, τoν Κoρνήλιo (γενν. 1968) και τoν Ρωμανό (γενν. 1972), και δύο εγγονούς, τον Διονύση και τον Ανδρέα.
Το 2017 το Τμήμα Φιλολογίας του ΑΠΘ τον ανακήρυξε επίτιμο διδάκτορά του.
Οι αξέχαστες επιτυχίες του
Το 1963 πρωτοπαρουσίασε τραγούδια που ερμήνευε ο ίδιος σε στίχους και μουσική δική του.
Τα τραγούδια του συνιστούν τομή για την ελληνική μουσική. Οι ερμηνείες και οι ενορχηστρώσεις του θεωρούνται μοναδικές και αξεπέραστες.
Η «Συννεφούλα» του κυκλοφορεί το 1966 και την σιγοτραγουδούν μέχρι σήμερα άνθρωποι όλων των ηλικιών…
Το 1983 ο Διονύσης Σαββόπουλος τραγουδάει «Ας κρατήσουν οι χοροί» καταφέρνοντας να ξεσηκώνει για πολλές δεκαετίες αργότερα, τις ελληνικές παρέες.
Ενώ τραγούδια του όπως τα «Φορτηγό», «Περιβόλι του τρελλού», «Μπάλλος», «Βρώμικο ψωμί», «Ρεζέρβα» και «Τραπεζάκια έξω», όσα χρόνια κι αν περάσουν, παραμένουν άφθαρτα και πάντοτε επίκαιρα.
Το ίδιο και το «Ντιρλαντά», το παραδοσιακό τραγούδι που έλεγαν στα σφουγγαράδικα, όταν οι δύτες ανέβαιναν από τις καταδύσεις, για να τους κρατήσουν ξύπνιους και να σιγουρευτούν ότι δεν τους χτύπησε η νόσος των δυτών.
Οι δίσκοι του και τα βιβλία του
Αυτοδίδακτος και προικισμένος δημιουργός, εκπληκτικός περφόρμερ και αφηγητής, ο Σαββόπουλος εξέδωσε 14 κύκλους τραγουδιών σε δίσκους βινυλίου και ακτίνας, καθώς και ζωντανές ηχογραφήσεις εμφανίσεών του. Όλοι οι δίσκοι του κυκλοφορούν και στο εξωτερικό, παντού όπου υπάρχει ελληνισμός.
Ταξίδεψε πολύ και έγραψε μουσική για τα θέατρα της Αθήνας, για την Επίδαυρο αλλά και για τον κινηματογράφο, όπου κέρδισε βραβείο μουσικής για το Happy Day το 1976, αλλά αρνήθηκε να το παραλάβει.
Παρουσίασε στη δισκογραφία, ως μουσικός παραγωγός, νεότερους και πρωτοεμφανιζόμενους συναδέλφους του.
Εξέδωσε 5 βιβλία με στίχους, παρτιτούρες και κείμενά του. Τον Δεκέμβριο του 2003 κυκλοφόρησε την επιτομή του συνόλου των στίχων του, καθώς και δύο βιβλία αφιερωμένα στη ζωή και το έργο του από τον Κώστα Μπλιάτκα και τον Δημήτρη Καράμπελα.
Κατά καιρούς είχε δικές του σειρές εκπομπών, τόσο στην τηλεόραση όσο και στο ραδιόφωνο. Μία από αυτές ήταν και το «Ζήτω το ελληνικό τραγούδι».
Το βιβλίο-εξομολόγηση
Με το βιβλίο του «Γιατί τα χρόνια τρέχουν», εκδόσεις Πατάκη, 2024, ο Σαββόπουλος θα τιμήσει τα 80 του χρόνια αφηγούμενος το πώς από τροβαδούρος για «τα παιδιά με τα μαλλιά και με τα μαύρα ρούχα» μετατράπηκε σε εθνικό βάρδο.
«Αυτό που λέμε Σαββόπουλος δεν υπάρχει…»
Με την αυτοβιογραφία του απευθύνεται, μεταξύ άλλων, και σε εκείνους τους οποίους δυσαρέστησε κατά καιρούς ή και σε όσους τον πίκραναν, για να πει σε όλους «νερό κι αλάτι».
Ο Διονύσης Σαββόπουλος ανακαλεί τη δεκαετία του 1960 και τη Μεταπολίτευση για να φτάσει μέχρι την ωριμότητά του.
Όπως γράφει, «αυτό που λέμε Σαββόπουλος δεν υπάρχει. Ο Σαββόπουλος είναι ένας ρόλος που τον έπλασα σιγά σιγά με τα χρόνια: Ο τύπος με τα στρόγγυλα γυαλιά, τις τιράντες, αργότερα το γενάκι, που βγαίνει στη σκηνή, φτιάχνει αυτά τα τραγούδια, κάνει σχόλια και λέει ιστορίες. Είναι ο “Σάββο”, όπως τον έλεγε ο συγχωρεμένος ο Τάσος Φαληρέας. Είναι ένας άλλος. Εγώ είμαι εγώ. Χώνομαι πολλές φορές μέσα σ’ εκείνον τον άλλο. Δικός μου είναι. Χωρίς εμένα θα ήταν αέρας κοπανιστός.
»Τώρα όμως τον χρειάζομαι, γιατί μεγάλωσα και θα ’θελα να δω πώς ήμουν πιτσιρίκος, πώς φέρθηκα στον επαγγελματικό μου βίο, πώς ήμουν σαν σύζυγος, πατέρας και παππούς, κι ακόμα πώς ήμουν σαν πολίτης, σαν φίλος και σαν γιος. Σ’ αυτά είναι καλός ο Σάββο».
