Ανελευθερία του Τύπου: Η θιγμένη κυβέρνηση, το χρήμα στα ΜΜΕ και δημοσιογράφοι σε ρόλο κυβερνητικών εκπροσώπων

Μεταξύ 180 χωρών, η Ελλάδα, από τη θέση 70 του 2021, υποχώρησε στη θέση 108, τη χειρότερη μεταξύ των 27 κρατών – μελών της ΕΕ, το 2022, όπως έδειξε η έρευνα των Ρεπόρτερ χωρίς Σύνορα, είδηση που επιβεβαιώνεται κι από το γεγονός ότι τα συστημικά ΜΜΕ δεν την έπαιξαν. Απ ‘όσους σχολιάστηκε, σχολιαστές του ΣΚΑΙ και κυβερνητικά χείλη, δηλαδή, αντιμετωπίστηκε με υποτιμητικό τρόπο, σαν αριστερίστικο προϊόν που δεν ισχύει. Είναι οι ίδιοι που επιβεβαιώνουν ότι ισχύει. Οι ίδιοι που δε μιλάνε για θέματα που η κυβέρνηση δε θέλει να λέγονται, όπως τις παράνομες επαναπροωθήσεις ή το σκάνδαλο Νovartis. Οι ίδιοι που κάνουν ερωτήσεις στον πρωθυπουργό που ο ίδιος τους έχει υποδείξει. Οι ίδιοι που ξέχασαν τη δολοφονία του δημοσιογράφου Γ. Καραιβάζ, που ερευνούσε πολιτικά θέματα. Οι ίδιοι που λειτουργούν ως φερέφωνα. Oi ίδιοι που δεν ξεσηκώνονται με παρακολουθήσεις συναδέλφων τους από την ΕΥΠ που φαίνεται πως αποτελούν «απειλή», επειδή κάνουν απλώς καλά τη δουλειά τους. Οι ίδιοι που την πένα τους την κρατούν χρήματα και συμφέροντα.

της Γεωργίας Κριεμπάρδη -thepressproject.gr

Στην τελευταία θέση της Ε.Ε. βρίσκεται πλέον η Ελλάδα στο ζήτημα της Ελευθερίας του Τύπου, με τη χώρα να κατακρημνίζεται στη διεθνή κατάταξη των Ρεπόρτερ Χωρίς Σύνορα. Μεταξύ 180 χωρών, η Ελλάδα, από τη θέση 70 του 2021, υποχώρησε στη θέση 108, τη χειρότερη μεταξύ των 27 κρατών – μελών της ΕΕ, το 2022.

Συνολική αξιολόγηση: 108η (από 70η το 2021)
– 128η στον δείκτη ασφάλειας
– 113η στον οικονομικό δείκτη
– 103η στον κοινωνικό δείκτη
– 72η στον πολιτικό δείκτη
– 70η στον νομικό δείκτη

Υπενθυμίζεται ότι πριν λίγους μήνες, οι μεγαλύτερες ευρωπαϊκές ενώσεις δημοσιογράφων δημοσίευσαν μία αναλυτική έρευνα για την Ελευθερία του Τύπου στην Ελλάδα, καταγράφοντας αναλυτικά, μέσα από δεκάδες συνεντεύξεις με δημοσιογράφους και φορείς, τις συνεχείς επιθέσεις της κυβέρνησης Μητσοτάκη στη δημοσιογραφία. «Η συστημική κρίση που επηρεάζει την ελευθερία του Τύπου στην Ελλάδα έχει επιδεινωθεί από τις προσπάθειες της κυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας να “ελέγχει το μήνυμα” και να μειώνει τις φωνές που είναι επικριτικές ή διαφωνούν» καταγράφουν οι οργανώσεις, σε ένα από τα συμπεράσματά τους. Στην έρευνα, καταγράφονται, με τα πιο μελανά χρώματα, όλες οι εμβληματικές υποθέσεις των τελευταίων χρόνων, όπως η «Λίστα Πέτσα», η δολοφονία του Γιώργου Καραϊβάζ, η στοχοποίηση δημοσιογράφων, όπως η Ίνγκεμποργκ Μπέγκελ, η διάταξη του Ποινικού Κώδικα περί «fake news», οι διώξεις και οι παρακολουθήσεις δημοσιογράφων.

Και σ’ αυτήν την έρευνα, κάποιοι από τους λόγους που κατατάσσουν στον πάτο της λίστας τη χώρα μας είναι η δολοφονία Καραϊβάζ και οι καθυστερήσεις στις σχετικές έρευνες, τα εμπόδια στην κάλυψη του προσφυγικού ζητήματος, η δίωξη Βαξεβάνη με αφορμή το ερευνητικό έργο του για το σκάνδαλο Νοvartis, συλλήψεις δημοσιογράφων, ο νόμος κατά της παραπληροφόρησης «που καθιστά το αδίκημα της διάδοσης ψευδών πληροφοριών να τιμωρείται με 5 χρόνια φυλάκιση, ένας νόμος που «παραβιάζει την ελευθερία του Τύπου» λένε οι Δημοσιογράφοι Χωρίς Σύνορα (RSF).

Θιγμένη εμφανίζεται η κυβέρνηση

Οι αντιδράσεις της κυβέρνησης για την έρευνα που εκθέτει τη χώρα ήταν άμεσες. Φαίνεται πως ξαφνιάστηκε η κυβέρνηση που υπάρχει ελευθερία του Τύπου στη μικρή μας Ελλαδίτσα. Ξαφνιάστηκε η κυβέρνηση που το 2020 έδωσε χρήματα σε ΜΜΕ για την καμπάνια «Μένουμε Σπίτι» και «Μένουμε Ασφαλείς», τα οποία μοιράστηκαν …κάπως περίεργα. Για παράδειγμα, Η Εφημερίδα Των Συντακτών πήρε 30.000 με 5900 φύλλα ημερησίως και ο Φιλελεύθερος πήρε 60.000 με 2000 φύλλα την εβδομάδα. Η ιστοσελίδα Athens Voice, που βρίσκεται σε παρόμοια θέση με την Εφ.Συν σε εκτίμηση επισκεψιμότητας, επιδοτήθηκε με 180.000 ευρώ. H ιστοσελίδα thepresident.gr, υπό τη διεύθυνση του πρώην συμβούλου του Αντώνη Σαμαρά, Γιώργου Μουρούτη, επιδοτήθηκε με 30.000 ευρώ. Τα παραδείγματα είναι απλώς ενδεικτικά.

Ξαφνιάστηκε η κυβέρνηση που σχεδόν έχει ξεχάσει τη δολοφονία Καραιβάζ, αντί να πιέζει για να προχωρήσουν οι έρευνες για τη δολοφονία ενός δημοσιογράφου που ερευνούσε μεταξύ άλλων και σημαντικές πολιτικές υποθέσεις. Ξαφνιάστηκε η κυβέρνηση που ασκώντας ξεκάθαρη αντιπροσφυγική πολιτική, δε μιλάει καθόλου για τις παράνομες επαναπροωθήσεις που η χώρα κάνει. Ξαφνιάστηκε η κυβέρνηση που φίμωσε την Ολλανδή δημοσιογράφο, Ίνγκεμποργκ Μπέγκελ, που ρώτησε για τα pushbacks. Ξαφνιάστηκε η κυβέρνηση που με το που εκλέχθηκε, η ΕΥΠ και το ΑΠΕ-ΜΠΕ πέρασαν υπό τον άμεσο έλεγχο του πρωθυπουργικού γραφείου. Η ΕΥΠ από την οποία ο δημοσιογράφος Σταύρος Μαλιχούδης κατήγγειλε ότι παρακολουθείται. Ένας δημοσιογράφος που κάνει εξαιρετική ερευνητική δημοσιογραφία στο προσφυγικό. Η ΕΥΠ από την οποία κατήγγειλε ότι παρακολουθείται ο δημοσιογράφος Θανάσης Κουκάκης.

Ξαφνιάστηκε η κυβέρνηση που η έρευνα έδειξε πως δεν υπάρχει ελευθερία του Τύπου στη χώρα. Η κυβέρνηση που πρότεινε στον Γιώργο Αυτιά να κατέβει στις εκλογές κι ο δημοσιογράφος τον ευχαρίστησε θερμά. «Πιστεύω θα ήσασταν πολύ χρήσιμος στο ελληνικό κοινοβούλιο αλλά πιστεύω θα είστε ακόμη πιο χρήσιμος στο λειτούργημα το οποίο επιτελείτε» του είπε ο πρωθυπουργός, με τον Γ. Αυτιά να επιτελεί το λειτούργημα του να βαφτίζει «φιλότιμο» την εξαθλίωση του κόσμου, μιας γυναίκας που είπε «δε θα φάω δύο εβδομάδες για να πληρώσω το ρεύμα, γιατί αυτό με κυνηγάει». Ξαφνιάστηκε η κυβέρνηση που δίνει τις ερωτήσεις που θέλει να απαντήσει στους δημοσιογράφους-σχολιαστές, κάτω από το τραπέζι. Ξαφνιάστηκε η κυβέρνηση που έχει μετατρέψει την ΕΡΤ σε γαλάζιο μαγαζάκι, με τους εργαζόμενους να λαμβάνουν σημειώματα για να μην αναπαράξουν συγκεκριμένες ειδήσεις για τον πρωθυπουργό και να αντιδρούν. Να αντιδρούν και στην πρωτόγνωρη κατάσταση φίμωσης που καταγγέλλουν πως υφίστανται.

Και μετά από αυτά τα μερικά ενδεικτικά παραδείγματα, η πρώτη απάντηση της κυβέρνησης ήταν να κάνει ουσιαστικά παρατηρήσεις για τη μεθοδολογία των RSF, με τον κυβερνητικό εκπρόσωπο, Γιάννη Οικονόμου, να σχολιάζει πως «διάβασα ότι μέρος της μεθοδολογίας είναι να αξιολογεί υποθέσεις που ελέγχονται από τη Δικαιοσύνη και που είναι ακόμα ανοικτές. Θεωρούμε ότι δεν είναι σωστό να συμπεριλαμβάνει στην αξιολόγησή της και μάλιστα επιβαρυντικά θέματα που ελέγχει η ανεξάρτητη Δικαιοσύνη χωρίς να έχει καταλήξει ο έλεγχος αυτός. Όπως επίσης και θέματα συνεπειών τής πανδημίας στη λειτουργία του Τύπου». «Ουδείς στη χώρα μπορεί να ισχυριστεί ότι στη χώρα δεν υπάρχει πολυφωνία, πλουραλισμός, ελευθερία. Η Ελλάδα είναι ένα κράτος δικαίου και όλες οι πρωτοβουλίες της κυβέρνησης συντείνουν στην υπεράσπιση αυτού του κράτους δίκαιου, οι ανεξάρτητες Αρχές κάνουν τη δουλειά τους. Σε αντίθεση με αυτά που είδαν το φως της δημοσιότητας σήμερα, ανήκουστα πράγματα, υπουργοί με εργολάβους να βρίσκουν μέσω τρίτων εταιρειών για να ιδρύουν εφημερίδες, για να έχουν κομματικά κανάλια. Αυτές είναι εποχές που η Ελληνική Δημοκρατία, τα θεσμικά αντίβαρα της Πολιτείας και βεβαίως η κοινωνική πλειοψηφία που διαμόρφωσε την επόμενη κατάσταση έχουν βοηθήσει ώστε να τα αφήσουμε πίσω μας και θα μείνουνε οριστικά πίσω μας» σχολίασε επίσης ο κυβερνητικός εκπρόσωπος και ζητά άμεσα «διευκρινίσεις».

«Πικραμένος φορέας οι Ρεπόρτερ χωρίς Σύνορα – Δεν τους ξέρει ούτε η μάνα τους» σχολίασε ο βουλευτής της ΝΔ, Δημήτρης Μαρκόπουλος για τους «Ρεπόρτερ χωρίς Σύνορα», χαρακτηρίζοντάς τους «οργάνωση με αριστερίστικα χαρακτηριστικά».

Η κατάντια αυτή της ανελευθερίας του Τύπου δε σχολιάστηκε από τα συστημικά ΜΜΕ, όπως ήταν αναμενόμενο. Σχολιάστηκε μέσα σ’ ένα τρίλεπτο από σχολιαστές του ΣΚΑΙ που βρήκαν αναξιόπιστη την έρευνα και προϊόν «μυθοπλασίας της Αριστεράς», σχόλιο που έκανε ο Άρης Πορτοσάλτε, που λειτουργεί περισσότερο ως κυβερνητικό φερέφωνο. Είχε πάρει και το σημείωμα με τις ερωτήσεις από τον πρωθυπουργό, άλλωστε, σε ραδιοφωνική συνέντευξη.

Η χώρα βρίσκεται σε χειρότερη θέση ακόμα κι από χώρες που νοσούν σε πολλά επίπεδα: Γκάνα, Μπουρουντί, Ρουμανία, Βουλγαρία, Ουγγαρία, Μποτσουάνα.

Κοινά μυστικά και όρια

Τα κοινά μυστικά για τα ΜΜΕ είναι γνωστά -όχι αποδεκτά, γνωστά. Η τάδε εφημερίδα στηρίζει τον ΣΥΡΙΖΑ, το τάδε κανάλι στηρίζει την κυβέρνηση Μητσοτάκη, η ΕΡΤ εξυπηρετεί την εκάστοτε κυβέρνηση και παρόμοιες εκφράσεις κυκλοφορούν σε παρέες και τον δημόσιο διάλογο, με αποτέλεσμα η εμπιστοσύνη του κόσμου στα συστημικά Μέσα ολοένα και να λιγοστεύει. Δε μου αρέσουν οι γενικεύσεις γιατί σε όλα σχεδόν τα Μέσα υπάρχουν οι φωτεινές εξαιρέσεις που κάνουν τίμια τη δουλειά τους, αλλά ο κόσμος στο τρέξιμο της καθημερινότητας δεν έχει χρόνο να τις εντοπίσει, με αποτέλεσμα να τσουβαλιάζονται Μέσα.

Η αξιοπιστία των ΜΜΕ περνάει κρίση εδώ και χρόνια. Όσο νοσεί η κοινωνία, νοσούν και όλα τα κομμάτια της. Η δημοσιογραφία στη χώρα νοσεί. Οι μέρες όμως που διάβαζες μια είδηση και καταλάβαινες ότι ο τρόπος που έχει γραφτεί είναι φίλα προσκείμενος σε ένα κόμμα, μια θέση, αλλά μπορούσες να διακρίνεις την είδηση, το γεγονός, έχουν περάσει. Το σχόλιο πλέον έχει ξεπεράσει κάθε όριο, κάθε ηθική, κάθε δεοντολογία. Δημοσιογράφοι σε συγκεκριμένα Μέσα λειτουργούν ως κυβερνητικοί εκπρόσωποι, με αποτέλεσμα να μη μπορείς να διακρίνεις τον παρουσιαστή από τον καλεσμένο. Η δημοσιογραφία δεν υπηρετεί την ενημέρωση, τον λαό και το κοινό καλό. Υπηρετεί πιο ξεδιάντροπα από ποτέ ιδιωτικά συμφέροντα.

Στον διεθνή Τύπο όλο και περισσότερο το τελευταίο διάστημα η χώρα μας φιγουράρει για αρνητικούς λόγους. Ειδήσεις που η κυβέρνηση φαίνεται πως φιμώνει δημοσιογράφους να τις αναπαράξουν φιγουράρουν σε πρωτοσέλιδα ξένων Μέσων, όπως το ζήτημα των παράνομων επαναπροωθήσεων. Ειδήσεις που τα ελληνικά ΜΜΕ «δεν επιτρέπεται» να αγγίξουν. Για παράδειγμα, αυτή τη στιγμή βιώνουμε μεταξύ άλλων πολέμους, οικονομική κρίση και υγειονομική, προσφυγικό, περιβαλλοντική κρίση, αλλά στα ΜΜΕ η είδηση που φιγουράρει είναι η ζωή της κατηγορούμενης για παιδοκτονία από πρόθεση, Ρούλας Πισπιρίγκου. Και δεν είναι μονάχα ότι εξυπηρετεί να παίζει όλη μέρα η είδηση γιατί η κιτρινίλα, το κουτσομπολιό, η κλειδαρότρυπα πουλούν. Τη θέση της σκληρής πραγματικότητας που βιώνουμε έχουν πάρει οι παρα-ειδήσεις. Ίσως δεν είναι και τόσο τυχαίο… Κι άλλοτε, στη θέση της σκληρής πραγματικότητας βλέπουμε παρουσιάστριες μεσημεριανών εκπομπών να λένε «σ’ αγαπώ Κυριάκο μου… Όλα να πηγαίνουν δεξιά» ή σε ενημερωτικές εκπομπές βλέπουμε επιλεκτική προβολή δηλώσεων των πολιτών.

Η ελευθερία του Τύπου και η πολυφωνία φιμώνονται. Κι αυτή είναι ακόμα μία απόδειξη:

Ο ΣΚΑΪ προβάλλει τη Ν.Δ. στο 66,2% των πολιτικών ειδήσεων στα δελτία του, υψηλότερο ποσοστό από κάθε άλλο κανάλι, και συγχρόνως εξαφανίζει τον ΣΥΡΙΖΑ, με χρόνο προβολής μόλις 13,2%. Σαν γενικό συμπέρασμα, πιο ισορροπημένο ως προς τα δύο μεγάλα κόμματα εμφανίζεται το OPEN.

Οι μέρες για την ελευθερία του Τύπου είναι μαύρες, αλλά το χειρότερο είναι να μη μας προκαλεί αυτό πια έκπληξη. Το χειρότερο είναι να το συνηθίσουμε. Το χειρότερο είναι να το αποδεχτούμε.

Σχετικά Άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

* Το email σας δεν θα εμφανιστεί