Αν. Ξανθός: Η κυβέρνηση εργαλειοποιεί πλήρως την επιστήμη

Συνέντευξη στην εφημερίδα «Η Εποχή» -(23-24/12/2021)

Η πανδημία βρίσκεται πάλι σε νέα όξυνση. Ποια η κατάσταση;

Είμαστε σε μια νέα φάση της πανδημίας, μετά και τη μετάλλαξη «Ο», η οποία είναι πολύ πιο μεταδοτική και ερευνάται κατά πόσο είναι και πιο λοιμογόνος. Σε κάθε περίπτωση, η διαφαινόμενη επικράτησή της θα αλλάξει πάρα πολύ τα δεδομένα, καθώς θα έχουμε πολύ μεγαλύτερο αριθμό κρουσμάτων, παρά την αυξημένη εμβολιαστική κάλυψη, και άρα μεγαλύτερη πίεση στο σύστημα υγείας, στην οικονομία και στην κοινωνία.

Η «Ο» είναι η πολλοστή μετάλλαξη. Γιατί εξελίσσεται έτσι, η πανδημία;

Η γενεσιουργός αιτία των μεταλλάξεων είναι η παγκόσμια ανισότητα στον εμβολιασμό. Δεν είναι τυχαίο ότι η μετάλλαξη «Ο» προέκυψε στην Αφρική, μία ήπειρο με εμβολιασμένο μόλις το 6,5% του πληθυσμού της. Επανέρχεται με δραματικό τρόπο στην επικαιρότητα το αίτημα της άρσης της πατέντας των εμβολίων, για να γίνουν παγκόσμια δημόσια αγαθά. Επειδή, πιθανότατα, στο μέλλον θα χρειαστούμε νέες αναμνηστικές δόσεις και τροποποιημένα εμβόλια, πρέπει αυτό το θέμα να λυθεί με ριζικό τρόπο. Δεν υπάρχουν υγειονομικά σύνορα. Δεν μπορεί να είναι κανείς ασφαλής, αν δεν είμαστε όλοι ασφαλείς.

Αρκεί ένα εμβολιαστικό πρόγραμμα να αντιμετωπίσει τη νέα μετάλλαξη; Η μελέτη Τσιόδρα-Λύτρα έφερε για μία ακόμα φορά στην επιφάνεια το ζήτημα της ενίσχυσης του ΕΣΥ, αλλά και της αναδιαμόρφωσης του εμβολιαστικού προγράμματος, το οποίο δείχνει να έχει βαλτώσει.

Ήδη ερευνάται η πιθανότητα μειωμένης αποτελεσματικότητας των εμβολίων, έναντι της «Ο». Φαίνεται ότι με την τρίτη δόση περιορίζεται σημαντικά αυτός ο κίνδυνος. Το βασικό είναι τα εμβόλια να συνδυαστούν με μέτρα ελέγχου της διασποράς και ενδυνάμωσης των συστημάτων υγείας. Είναι φανερό πια ότι η διαχείριση που γίνεται στην Ελλάδα είναι τραγικά ελλειμματική, ειδικά η στρατηγική της «πανδημίας ανεμβολίαστων». Πρέπει να αυστηροποιηθούν τα μέτρα, να περιοριστεί οριζόντια (και για τους εμβολιασμένους) ο κοινωνικός συγχρωτισμός και να ενισχυθεί δραστικά το ΕΣΥ. Επιπλέον, πρέπει να ανασχεδιαστεί το εμβολιαστικό πρόγραμμα, με στοχευμένες δράσεις ενημέρωσης και πειθούς και όχι με τιμωρητισμό και δυσβάστακτες επιβαρύνσεις.  Μόνο έτσι μπορεί να προωθηθεί ο καθολικός εμβολιασμός, όπως αποδείχθηκε στις χώρες του ευρωπαϊκού Νότου και ειδικά στην Πορτογαλία που πέτυχε 90% κάλυψη και σαφώς καλύτερους δείκτες στη διαχείριση της πανδημίας.

Τι διαφορετικό έκανε η Πορτογαλία;

Αξιοποίησε τους επαγγελματίες υγείας, έκανε παρεμβάσεις αγωγής υγείας στην κοινότητα, ενσωμάτωσε την ΠΦΥ και τον ιδιωτικό τομέα στην προνοσοκομειακή διαχείριση, ενίσχυσε την κοινωνική συνοχή. Έχει κάνει 29.000 προσλήψεις στο σύστημα υγείας, έχει αυξήσει τις δημόσιες δαπάνες υγείας κατά 2,2 δισ. ευρώ το 2021. Και, κυρίως, «αποπολιτικοποίησε» την υπόθεση των εμβολιασμών. Δεν βγήκε ο Κόστα να πανηγυρίζει ότι «κατόπιν ενεργειών του» εμβολιάζεται ο κόσμος. Έτσι διασφαλίστηκε η κοινωνική αποδοχή και συναίνεση.

Υπάρχουν περιθώρια αποδοτικότερης εμβολιαστικής στρατηγικής;

Έπρεπε να αναπροσαρμοστεί εδώ και καιρό. Ήδη από τις αρχές του καλοκαιριού είχε διαφανεί ότι βαλτώνει το εμβολιαστικό πρόγραμμα και ότι εξαντλείται η δεξαμενή των προθύμων. Χρειαζόταν μια σοβαρή κοινωνική έρευνα που θα εντόπιζε τις αιτίες των αποκλίσεων από τον εθνικό μέσο όρο. Γιατί υπάρχουν οι διαφορές μεταξύ αστικών κέντρων και υπαίθρου, μεταξύ Περιφερειών, Νομών και Δήμων, μεταξύ λαϊκών γειτονιών και περιοχών με υψηλό εισόδημα, μεταξύ ηλικιών, επαγγελμάτων, κοινωνικο-οικονομικής κατάστασης; Αυτό δεν έγινε αλλά επιλέχθηκε η «εύκολη λύση» του πειθαναγκασμού και της επιβολής.

Μπορεί και πρέπει να ενταχθεί και το ζήτημα της φαρμακευτικής αγωγής στη μάχη αντιμετώπισης της πανδημίας;

Τα νέα φαρμακευτικά σκευάσματα (αντιϊκά, μονοκλωνικά αντισώματα, ανοσοτροποποιητικοί παράγοντες) έχουν σαφώς σημαντικό, αλλά επικουρικό ρόλο. Είναι ένα επιπλέον όπλο που εντάσσεται στην κεντρική στρατηγική του καθολικού εμβολιασμού, της επιδημιολογικής επιτήρησης, των μέτρων Δημόσιας Υγείας και της ενδυνάμωσης του ΕΣΥ. Τα φάρμακα δεν υποκαθιστούν όλα τα προηγούμενα και προφανώς δεν υπάρχει δίλημμα φάρμακα ή εμβόλια. Ούτως η άλλως είναι περιορισμένη η παγκόσμια παραγωγή τους, μόλις 1,7 εκατ. δόσεις το έτος για τα νέα μονοκλωνικά, με την ΕΕ να έχει διασφαλίσει 220.000. Η άρση της πατέντας είναι και εδώ όρος ισότιμης πρόσβασης.

Τα στοιχεία-δεδομένα για αποτυχία της χώρας στη διαχείριση της πανδημίας είναι πλέον γνωστά, είτε από τους «σκληρούς» δείκτες είτε από μελέτες όπως αυτή των Τσιόδρα-Λύτρα. Θα αποδοθούν ευθύνες στην κυβέρνηση και πως;

Τα δύο τρίτα της κοινωνίας, σε σχετικές μετρήσεις, θεωρούν αποτυχημένη τη διαχείρισης της πανδημίας. Και είναι. Οι πολιτικές ευθύνες γι’ αυτή την εγκληματική διαχείριση είναι προφανείς και αυταπόδεικτες. Στην Ελλάδα καταγράφηκε μια ήπια πορεία στο πρώτο επιδημικό κύμα, αλλά αυτό το συγκριτικό πλεονέκτημα δεν περιφρουρήθηκε. Ενώ όλες οι άλλες χώρες, με την αρχική εμπειρία οργανώθηκαν καλύτερα, πήραν μέτρα, στήριξαν τα συστήματα υγείας, ενεργοποίησαν την πρωτοβάθμια φροντίδα, ενσωμάτωσαν τον ιδιωτικό τομέα, έκαναν στοχευμένες παρεμβάσεις και έτσι διαχειρίστηκαν αποτελεσματικότερα τα υπόλοιπα κύματα, στην Ελλάδα κάναμε το ακριβώς αντίθετο. Ο Πρωθυπουργός έστειλε το «σήμα» ότι τελείωσε η πανδημία και επιδίωξε να κερδοσκοπήσει πολιτικά στο υποτιθέμενο success story. Ήταν πολιτική επιλογή να μην επενδύσει η κυβέρνηση στο ΕΣΥ και να μην το προετοιμάσει για τα επόμενα κύματα. Ο κ. Μητσοτάκης, ειδικά μετά την έκθεση Τσιόδρα-Λύτρα, είναι ηθικά και πολιτικά έκθετος. Αναλαμβάνει πλέον προσωπικά την ευθύνη της υγειονομικής τραγωδίας. Έχει μετατρέψει σε κέντρο επιδημιολογικής διαχείρισης της πανδημίας το Μαξίμου, παρακάμπτοντας τα αρμόδια όργανα, τους επιστήμονες, αγνοώντας την επιτροπή εμπειρογνωμόνων, την επιτροπή εμβολιασμού, τον ΕΟΔΥ, απαξιώνοντας ακόμα και το υπουργείο Υγείας. Έκανε deal με τους κλινικάρχες για να μην εμπλακεί στην πανδημία ο μεγάλος ιδιωτικός τομέας. Βγαίνει ο ίδιος και ανακοινώνει πότε πρέπει να γίνει η τρίτη δόση, πόση διάρκεια πρέπει να έχει το εμβολιαστικό πιστοποιητικό, παριστάνει τον εντατικολόγο και λέει πως οι εντός και οι εκτός ΜΕΘ έχουν την ίδια φροντίδα, κάνει επιδημιολογικές προβλέψεις. «Εργαλειοποιεί» πλήρως την Επιστήμη.

Ο υπουργός Υγείας ισχυρίζεται ότι ο ιδιωτικός τομέας έχει εμπλακεί στη διαχείριση της πανδημίας, αφού έχει παραχωρήσει στο ΕΣΥ τις ΜΕΘ του.

Καταρχήν, υπάρχει δυσκολία όχι μόνο στις ΜΕΘ, αλλά και στις απλές κλίνες covid. Αλλά, το βασικό είναι ότι η λειτουργία του ιδιωτικού τομέα έχει μείνει ανεπηρέαστη, για να εξυπηρετεί την πελατεία του,  δεσμεύοντας έτσι και κρεβάτια ΜΕΘ, ενώ το ΕΣΥ έχει «κατεβάσει ρολά». Δεν λειτουργούν εξωτερικά ιατρεία, έχει αναστείλει τα χειρουργεία, δεν εξυπηρετεί χρόνια περιστατικά. Αυτό είναι ανισότιμη αντιμετώπιση. Πρέπει στο σύστημα να υπάρχει ενιαία ταχύτητα. Με μια λελογισμένη περιστολή δραστηριοτήτων παντού, στο δημόσιο, στον ιδιωτικό τομέα και στα στρατιωτικά νοσοκομεία, θα είχαμε περισσότερες διαθέσιμες κλίνες, και απλής νοσηλείας και ΜΕΘ. Και δεν θα είχαμε τόσους διασωληνωμένους εκτός ΜΕΘ, ούτε τόσους αποτρέψιμους θανάτους.

Η έκθεση Τσιόδρα-Λύτρα απαξιώθηκε και αποσιωπήθηκε. Γιατί αυτό το κρέμασμα του επικεφαλής της επιτροπής εμπειρογνωμόνων;

Δεν υπάρχει καμία περίπτωση ο κ. Μητσοτάκης να μην γνώριζε την έκθεση. Ο κ. Τσιόδρας βρίσκεται κάθε μέρα στο Υπουργείο Υγείας και έχει συστηματική επικοινωνία με το Μαξίμου. Είναι προφανές ότι αυτό που ήθελε να αποφύγει η κυβέρνηση είναι το συμπέρασμα της μελέτης, την ανάγκη δηλαδή στήριξης του ΕΣΥ. Τώρα την απαξιώνουν, επειδή τους δημιούργησε πολιτικό πρόβλημα, προσβάλλοντας τους επιστήμονες και δείχνοντας ότι δεν έχουν την παραμικρή πρόθεση να τη λάβουν υπόψη. Φυσικά, δεν είναι πρωτοφανές. Βλέπουμε εδώ και καιρό τον Πρωθυπουργό και τον Υπουργό Υγείας να αγνοούν την επιστημονική κοινότητα, να εξαγγέλλουν μέτρα και ρυθμίσεις και να καλούνται εκ των υστέρων οι επιστημονικές επιτροπές να «νομιμοποιήσουν» αυτές τις ανακοινώσεις. Το αντίθετο θα έπρεπε να συμβαίνει. Η Πολιτεία έπρεπε να ζητά από τους επιστήμονες τέτοιες μελέτες και εκθέσεις και βάσει αυτών να κάνει βελτιωτικές κινήσεις. Έτσι κάνουν όλες οι σοβαρές ευρωπαϊκές χώρες, αξιολογούν τη διαχείριση. Εδώ δεν υπάρχει καμία συζήτηση, καμία αποτίμηση, καμία αξιολόγηση, καμία προετοιμασία από το ένα κύμα στο άλλο. Επαναλαμβάνονται τα ίδια και χειρότερα λάθη.

Στη συζήτηση για τον προϋπολογισμό, ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ Αλ. Τσίπρας ζήτησε από τον πρωθυπουργό να παραιτηθεί και να προκηρύξει εκλογές. Ποιο είναι το επόμενο βήμα;

Να γίνει καθολικό κοινωνικό αίτημα. Στο πλαίσιο της κορύφωσης της πολιτικής αντιπαράθεσης και με δεδομένη την επιδείνωση της κατάστασης και το γεγονός ότι ο προϋπολογισμός δεν αντιμετωπίζει τις μείζονες προκλήσεις (πανδημία, ακρίβεια, ανισότητες), ήταν ορθή πολιτική επιλογή να ζητηθούν εκλογές. Το θέμα δεν είναι να το ζητάει η αντιπολίτευση, αλλά να γίνει κυρίαρχη απαίτηση της κοινωνίας. Για να το πετύχουμε, χρειάζεται να είναι ορατό, κατανοητό και σαφές στην κοινωνική πλειοψηφία το εναλλακτικό μας σχέδιο. Να δοθεί στην κοινωνία η δυνατότητα μιας βιώσιμης πολιτικής διεξόδου, που θα εγγυάται μεγαλύτερη ασφάλεια και προστασία.

Είναι έτοιμος ο ΣΥΡΙΖΑ να παρουσιάσει ένα ολοκληρωμένο κυβερνητικό πρόγραμμα, άπαξ και πρότεινε εκλογές; Η ΝΔ αποδείχθηκε απολύτως έτοιμη να κυβερνήσει, είχε όλα τα νομοσχέδια από πριν.

Ο πυρήνας αυτού του σχεδίου είναι επεξεργασμένος και διατυπωμένος από την προγραμματική συνδιάσκεψη. Αυτό που χρειαζόμαστε είναι μια επικαιροποίηση, με βάση τις ανάγκες της τελευταίας περιόδου όπως τα ζητήματα της ακρίβειας, της ενεργειακής φτώχειας, της κρίσης στελέχωσης του ΕΣΥ κλπ. Αυτό θα προκύψει στη διαδικασία προς Συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ και μετά από αυτό. Σίγουρα πάντως θα είμαστε έτοιμοι με ένα νέο, εξειδικευμένο και εφαρμόσιμο κυβερνητικό πρόγραμμα, που θα βγάζει τη χώρα από τη σημερινή πολυεπίπεδη κρίση και θα εξασφαλίζει την εμπιστοσύνη της κοινωνικής πλειοψηφίας.

Πόσο διαφορετική θα είναι η προετοιμασία τώρα, που πια ο ΣΥΡΙΖΑ έχει κυβερνητική εμπειρία;

Αυτό που πρέπει να κάνουμε είναι να δείξουμε την στρατηγική κατεύθυνση και, σε κρίσιμους τομείς που είναι ψηλά στα ενδιαφέροντα της κοινωνίας, να είμαστε όσο γίνεται πιο συγκεκριμένοι και αναλυτικοί. Στο κομμάτι της υγείας -επειδή έχω εικόνα- είμαστε. Έχουμε λάβει υπόψη τις διεθνείς τάσεις και την εμπειρία της πανδημίας, αντιμετωπίζουμε παθογένειες, προϋπάρχουσες στρεβλώσεις και ελλείμματα του συστήματος, ενσωματώνουμε τις νέες προκλήσεις στο σχέδιό μας. Η προγραμματική πρόταση που παρουσιάστηκε πριν ένα χρόνο περίπου από τον Αλ. Τσίπρα, είναι αποδεκτή από τον κόσμο του ΕΣΥ, τους ασθενείς και την κοινωνία των πολιτών. Όσο η κοινωνική διαβούλευση του προγράμματος μας προχωρά τόσο θα ενισχύεται η συνολική μας αξιοπιστία. Και τόσο θα διευρύνεται στη συνείδηση της κοινωνίας το αίτημα αλλαγής πορείας στα πολιτικά πράγματα.

Ο Γ. Βαρουφάκης με την πρότασή του για από κοινού μομφή στην κυβέρνηση έκανε για πρώτη φορά άνοιγμα στον ΣΥΡΙΖΑ. Αντίστοιχα, πάλι με αφορμή την αντιπαράθεση στη βουλή για την έκθεση Τσιόδρα-Λύτρα, φάνηκε να υπάρχουν στα κόμματα της αντιπολίτευσης στοιχεία κοινής προσέγγισης. Πώς ενισχύεται αυτό;

Δεν πρέπει να βάζουμε μαξιμαλιστικούς στόχους. Με τις υπόλοιπες προοδευτικές πολιτικές δυνάμεις, γιατί προφανώς χρειαζόμαστε ένα ευρύτερο μέτωπο, πρέπει να συναντηθούμε καταρχήν στα πεδία που υπάρχει προγραμματική σύγκλιση. Για παράδειγμα, το ΕΣΥ, τα εργασιακά, οι κοινωνικές παροχές, το κράτος δικαίου. Με τις δυνάμεις που αυτοτοποθετούνται στο χώρο της προοδευτικής αντιπολίτευσης υπάρχουν μεγαλύτερες πιθανότητες να βρεθούν κοινοί άξονες πολιτικής. Θα πρέπει να ξεκινήσει μια διαδικασία διερεύνησης και διεύρυνσης αυτών των κοινών σημείων, ώστε να προκύψει σταδιακά η δυνατότητα μονιμότερης συνεργασίας. Είναι δική μας ευθύνη να πάρουμε τις κατάλληλες πρωτοβουλίες.

Ο Κ. Μητσοτάκης, όπως φάνηκε και στη συζήτηση για τον προϋπολογισμό, έχει κάνει ένα σαφές άνοιγμα προς το ΚΙΝΑΛ. Γιατί αυτή η στροφή από την αυτοδυναμία;

Νομίζω ότι βλέπει το σενάριο της αυτοδυναμίας να είναι ανέφικτο, λόγω της αυξανόμενης πολιτικής φθοράς. Με δεδομένο ότι μπροστά του έχει την απλή αναλογική, επιχειρεί να δημιουργήσει δυνάμει συμμάχους, είτε προς τα δεξιά του είτε προς τα αριστερά του. Προσπαθεί να αξιοποιήσει τη μεταβατική φάση του ΚΙΝΑΛ, μετά την εκλογή νέας ηγεσίας και με εμφανές το έλλειμμα ενός ξεκάθαρου ιδεολογικού και πολιτικού στίγματος. Το ερώτημα είναι τι θα κάνει το ΚΙΝΑΛ και ο νέος του πρόεδρος.

Ενόψει του συνεδρίου, θα μπορούσε να πει κανείς ότι είναι ανησυχητικό το πώς αντιμετωπίστηκε μια δική σου άποψη για τα ζητήματα της υγείας. Τι πρέπει να γίνει για να εξασφαλίσει ο ΣΥΡΙΖΑ για το συνέδριό του μια γόνιμη πορεία;

Για να διασφαλιστεί αυτό χρειάζεται σοβαρή συζήτηση και ανοιχτός πολιτικός διάλογος στις οργανώσεις. Χωρίς δαιμονοποίηση απόψεων και ανύπαρκτα διλήμματα. Εάν δεν γίνει μια προσπάθεια αναζήτησης των βαθύτερων αιτιών της στασιμότητας στην οποία είμαστε αυτή την περίοδο, αν δεν γίνει μια σοβαρή αποτίμηση των θετικών και των αρνητικών εμπειριών της διακυβέρνησής μας, αν δεν γίνει μια προσπάθεια να βελτιώσουμε την κοινωνική μας παρουσία και το ρόλο μας στα πεδία όπου διαμορφώνεται η κοινωνική και πολιτική συνείδηση των ανθρώπων, αν δεν βελτιώσουμε την εκπροσώπησή μας σε κρίσιμους θεσμούς, όπως είναι τα συνδικάτα, τα επιμελητήρια, η αυτοδιοίκηση, κ.λπ., αν όλο αυτό δεν συνοδευτεί με μια προσπάθεια πολιτικής εξωστρέφειας και κυρίως αν δεν ενισχύσουμε δεσμούς συλλογικότητας και αλληλεγγύης στο εσωτερικό μας και εξελιχθεί όλη η προσυνεδριακή πορεία σε μια μάχη μηχανισμών χωρίς όρια, τότε προφανώς το αποτέλεσμα είναι εξαρχής υπονομευμένο. Η δέσμευση όλων στην πρόσφατη κοινοβουλευτική ομάδα, στην οποία συζητήθηκαν και αυτά τα θέματα, ότι από εδώ και πέρα δεν είναι αποδεκτές προσωποποιημένου χαρακτήρα επιθέσεις απέναντι σε στελέχη ή μέλη του κόμματος, με κάνει αισιόδοξο. Πρέπει να περιφρουρηθεί ένα κλίμα συντροφικότητας και συστράτευσης. Αυτό είναι υπόθεση όλων, από την ηγεσία μέχρι το τελευταίο μέλος του κόμματος.

Σχετικά Άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

* Το email σας δεν θα εμφανιστεί