Στο αρχείο μηνύσεις γιατρών που κατέδειξαν τις εγκληματικές ευθύνες των κυβερνώντων – Χιλιάδες άνθρωποι θα μπορούσαν να ζουν

Τουλάχιστον τρεις μηνυτήριες αναφορές σχετικές με την τραγική κατάσταση στα δημόσια νοσοκομεία που έδειχναν ποινικές ευθύνες αρμοδίων έχουν μπει στο αρχείο – Ένας εισαγγελέας δεν υπάρχει;

«Φημί γαρ εγώ είναι το δίκαιον ουκ άλλο τι ή το του κρείττονος συμφέρον» (λέγω πως τίποτε άλλο δεν είναι το δίκαιο παρά το συμφέρον του ισχυροτέρου) είχε γράψει ο Πλάτωνας και δυστυχώς για ακόμη μια φορά το βλέπουμε να επιβεβαιώνεται, πληγώνοντας το κύρος της ελληνικής Δικαιοσύνης. Οπως αποκαλύπτουν με ρεπορτάζ τους σήμερα η Κατερίνα Κατή και ο Βαγγέλης Τριάντης για το Documento, τουλάχιστον τρεις μηνυτήριες αναφορές σχετικές με την τραγική κατάσταση στα δημόσια νοσοκομεία που έδειχναν ποινικές ευθύνες αρμοδίων έχουν μπει στο αρχείο.

Πρόκειται για ιδιαίτερα σημαντικές αναφορές νοσοκομειακών γιατρών και εργαζομένων στην υγεία, οι δύο εκ των οποίων κατατέθηκαν την άνοιξη του 2021 στη Δικαιοσύνη, όταν ήδη μετρούσαμε χιλιάδες νεκρούς. Αναφορές με σοβαρότατες, εμπεριστατωμένες καταγγελίες, μεταξύ άλλων για ελλείψεις σε ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό και έλλειψη μονάδων εντατικής θεραπείας, με αποτέλεσμα πολλοί ασθενείς να πεθαίνουν εκτός… ΜΕΘ.

Σχεδόν ένα χρόνο μετά κι ενώ οι ήρωες του ΕΣΥ αναρωτιούνταν για την τύχη των καταγγελιών τους, οι αναφορές τους αρχειοθετούνταν από τη Δικαιοσύνη.

Την ίδια Δικαιοσύνη που έρχεται τώρα να παραγγείλει νέα έρευνα για τα στοιχεία της μελέτης του καθηγητή Παθολογίας – Λοιμωξιολογίας Σωτήρη Τσιόδρα και του καθηγητή Δημόσιας Υγείας Θεόδωρου Λύτρα σύμφωνα με την οποία το 87% των ασθενών που διασωληνώνονται εκτός ΜΕΘ οδηγείται… στον θάνατο.

Μια μελέτη που δικαιώνει απόλυτα τους νοσοκομειακούς γιατρούς, οι οποίοι τα έλεγαν μήνες πριν αλλά δεν είχαν την τύχη να εισακουστούν ούτε από την πολιτική ηγεσία του τόπου αλλά ούτε από τη Δικαιοσύνη.

Τα τρία «stop» της Δικαιοσύνης

Επί μήνες ολόκληρους νοσοκομειακοί γιατροί και εργαζόμενοι στην υγεία φώναζαν δημοσίως για τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν από την κυβέρνηση για τη θωράκιση του ΕΣΥ. Ακόμη και στο πρώτο κύμα της πανδημίας, όταν κυβερνητικά στελέχη και η σύζυγος του πρωθυπουργού ζητούσαν να χειροκροτούμε από τα μπαλκόνια τους «ήρωες γιατρούς», αυτοί κρατούσαν χαμηλούς τόνους. Αντί για πανηγυρισμούς έκρουαν δημοσίως τον κώδωνα του κινδύνου ενόψει του επερχόμενου δεύτερου κύματος της πανδημίας. Μάταια όμως. Η κυβέρνηση απολάμβανε τον μύθο της «νίκης επί της πανδημίας» και της «ασφαλούς χώρας», κωφεύοντας στις εκκλήσεις τους. Οταν μήνες μετά είδαν και απόειδαν και ενώ η κατάσταση στα δημόσια νοσοκομεία είχε φτάσει στο απροχώρητο, με την πολιτική ηγεσία όχι μόνο να μην τους ακούει αλλά να μη δέχεται καν συνάντηση μαζί τους, αναγκάστηκαν να στραφούν στη Δικαιοσύνη. Στο τελευταίο καταφύγιο των πολιτών και των αδυνάτων απέναντι στην αυθαιρεσία των ισχυρών.

Ετσι, τον Μάρτιο του 2021, αφού πρώτα συγκέντρωσαν στοιχεία, κατέθεσαν αναφορά στην Εισαγγελία του Αρείου Πάγου. Αρχικά η Ομοσπονδία Ενώσεων Νοσοκομειακών Γιατρών Ελλάδας (ΟΕΝΓΕ), στη συνέχεια το Σωματείο Εργαζομένων του Θριάσιου Γενικού Νοσοκομείου Ελευσίνας. Εξάλλου, αυτεπάγγελτη έρευνα υπήρξε στη Θεσσαλονίκη μετά τις σοβαρές καταγγελίες του διευθυντή της Β΄ ΜΕΘ του νοσοκομείου «Παπανικολάου» Νίκου Καπραβέλου. Ολες οι αναφορές είχαν κοινό παρονομαστή τις τραγικές συνθήκες στα δημόσια νοσοκομεία και την έλλειψη μονάδων εντατικής θεραπείας αλλά και εξειδικευμένου ιατρικού και νοσηλευτικού προσωπικού, με αποτέλεσμα χιλιάδες άνθρωποι να πεθαίνουν αβοήθητοι εκτός ΜΕΘ.

Οι αναφορές αυτές ωστόσο, σύμφωνα με πληροφορίες του Documento, τέθηκαν στο αρχείο μετά τη διενέργεια προκαταρκτικών ερευνών.

Πρόσφατα μάλιστα η πρόεδρος της ΟΕΝΓΕ Αφροδίτη Ρέτζιου αναρωτιόταν έξω από τον Αρειο Πάγο πού βρίσκεται η έρευνα για όσα κατήγγειλαν για το έγκλημα σε βάρος του ΕΣΥ, «της οποίας η τύχη αγνοείτο».

Εισαγγελική παρέμβαση μετά το «ΟΚ» Πλεύρη

Εκτός από αργά, τα αντανακλαστικά της Δικαιοσύνης αποδεικνύονται και φοβικά όταν αφορούν ενδεχόμενες ευθύνες κρατικών αξιωματούχων. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελούν οι εισαγγελικές παρεμβάσεις που έγιναν σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη σχετικά με τις καταγγελίες του επικεφαλής της ΠΟΕΔΗΝ Μιχάλη Γιαννάκου περί ΜΕΘ που κρατούνται για VIP ασθενείς. Οι καταγγελίες είχαν γίνει από τον πρόεδρο της ΠΟΕΔΗΝ στις 8 Δεκεμβρίου και είχε προκληθεί πάταγος.

Μία μέρα μετά, 9 Δεκεμβρίου, ο υπουργός Υγείας Θάνος Πλεύρης βρισκόταν στην εκπομπή «Αταίριαστοι» στην τηλεόραση του Σκάι. Ερωτηθείς για τις καταγγελίες Γιαννάκου, σε έντονο ύφος ανέφερε:

«Δεν περιμένω την εισαγγελία να κινηθεί, κινούμαι εγώ και ζητώ από την εισαγγελία να ελέγξει τις ψευδείς και συκοφαντικές αναφορές που έγιναν». Πράγματι λίγο μετά υπήρξαν παρεμβάσεις τόσο από την Εισαγγελία Πρωτοδικών Αθήνας όσο και από την αντίστοιχη της Θεσσαλονίκης προκειμένου να διερευνήσουν τις καταγγελίες Γιαννάκου.

Μ’ αυτά και με τ’ άλλα όμως εύλογα πολίτες αλλά και γιατροί προβληματίζονται για την τύχη και όσων ερευνών εκκρεμούν ακόμη στη Δικαιοσύνη σχετικά με τα δημόσια νοσοκομεία. Θα καταφέρει η Δικαιοσύνη να υψώσει το ανάστημά της και βάζοντας στη ζυγαριά τα ύψιστα των αγαθών, που είναι η ανθρώπινη ζωή αλλά και η αξιοπρέπεια του ασθενή απέναντι στην αρρώστια, να αντικρίσει κατάματα το χάλι των δημόσιων νοσοκομείων και όχι τις θολές διαστρεβλωτικές αντανακλάσεις μιας υποκριτικής πολιτικής; Ιδού η Ρόδος…

Στον κάλαθο των αχρήστων οι μηνύσεις

Ξετυλίγοντας το κουβάρι όλων των ερευνών που διενέργησε η Δικαιοσύνη, κατά κανόνα όχι αυτεπαγγέλτως αλλά έπειτα από μηνυτήριες αναφορές οι οποίες εμπεριείχαν συγκλονιστικά στοιχεία που αφορούσαν ανθρώπινες ζωές που χάνονταν και εξακολουθούν να χάνονται άδικα εξαιτίας της άρνησης της κυβέρνησης να θωρακίσει το ΕΣΥ εν μέσω φονικής πανδημίας, καταλήγουμε σε ένα ζοφερό συμπέρασμα: η Δικαιοσύνη δεν έδειξε διάθεση να θέσει τον δάκτυλον επί τον τύπον των ήλων.

Οι χειροπιαστές αποδείξεις που υπήρχαν στις μηνυτήριες αναφορές για την άθλια κατάσταση των δημόσιων νοσοκομείων «σκόνταψαν» είτε πάνω σε νομικίστικες αγκυλώσεις που υπερκέρασαν την ουσία είτε στην άρνηση των λειτουργών της Θέμιδας να φέρουν εύλογες αντιρρήσεις στα «ακαταδίωκτα» που φρόντισε να νομοθετήσει η κυβέρνηση υπέρ του συμφέροντος του δυνατού, για την ασυλία δηλαδή των συνεργατών της-μελών των διάφορων επιστημονικών επιτροπών, αλλά πρωτίστως των ίδιων των στελεχών της που είναι αρμόδια για τη διαχείριση της πανδημίας.

Απόλυτα ενδεικτική της θλιβερής στάσης της Δικαιοσύνης, που «δεν μπορεί να είναι μια αφηρημένη έννοια σε έναν ιδεατό κόσμο» (φράση που ανήκει στον καθηγητή Οικονομικών και Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ και κάτοχο του βραβείου Νόμπελ Οικονομίας Αμάρτια Σεν), είναι η απραξία της απέναντι στην πρόσφατη συγκλονιστική καταγγελία της γιατρού του Νοσοκομείου Νίκαιας και μέλους της ΕΓ ΟΕΝΓΕ Δήμητρας Σταματέλου στη ραδιοφωνική εκπομπή του Νίκου Μπογιόπουλου.

«Ζούμε καταστάσεις που ρυθμίζουμε τους αναπνευστήρες σε διασωληνωμένους ασθενείς και το σύστημα του οξυγόνου δεν δίνει οξυγόνο. Ρυθμίζουμε την παροχή να δίνει 100%, μετά βίας φτάνει 20%, ρυθμίζουμε την παροχή να δίνει 60%, μετά βίας φτάνει 40%. Ηδη έχουμε καταγγείλει πολλές φορές ότι ο αριθμός των ασθενών είναι πολύ παραπάνω από αυτόν που μπορεί να αντιμετωπίσει με ασφάλεια το νοσοκομείο και ζούμε καθημερινά καταστάσεις κατά τις οποίες έχουμε ασθενείς που χρειάζονται υψηλές παροχές οξυγόνου και το σύστημα δεν μπορεί να τις δώσει. Δεν μπορούμε να παίζουμε τη ζωή των ασθενών μας κορόνα γράμματα επειδή δεν έχει την επάρκεια και την υποδομή ένα νοσοκομείο το 2021 να νοσηλεύσει έναν αριθμό ασθενών και πάνω».

Ούτε αυτή η καταγγελία, όπως και πολλές άλλες δυστυχώς, δεν ενεργοποίησε τα εισαγγελικά αντανακλαστικά. Σχεδόν δύο χρόνια όμως μετά το χτύπημα της πανδημίας κανείς εισαγγελικός λειτουργός από όσους «ερεύνησαν» τα στοιχεία που είχαν στη διάθεσή τους από μηνυτήριες αναφορές ενεργών πολιτών δεν μπορεί να πει ότι δεν γνώριζε.

Η βεβαιότητα αυτή συνάγεται αβίαστα αν μελετήσουμε μία προς μία τις υποθέσεις που έφτασαν στη Δικαιοσύνη, οι οποίες υποστηρίζονταν από συγκεκριμένα αποδεικτικά στοιχεία.

Ενα χρόνο και πλέον πίσω, κι ενώ βρισκόμασταν στην καρδιά του δεύτερου κύματος της πανδημίας, οι προκαταρκτικές εξετάσεις είχαν ήδη ξεκινήσει ύστερα από μηνυτήριες αναφορές αλλά και δημόσιες καταγγελίες κυρίως νοσοκομειακών γιατρών που έδιναν και δίνουν τη μεγάλη μάχη για να σώσουν όσο περισσότερες ζωές μπορούν κάτω από συνθήκες τραγικές.

Μια από τις πρώτες δικογραφίες που σχηματίστηκαν αφορούσε την καταγγελία του διευθυντή της Β΄ ΜΕΘ του νοσοκομείου «Παπανικολάου» Ν. Καπραβέλου σε ΜΜΕ, ο οποίος επέρριπτε ευθύνες στην Επιτροπή Λοιμωξιολόγων για την κατάσταση με τον κορονοϊό στη Θεσσαλονίκη και την πληθώρα των θανάτων μετά τον ελεύθερο πανηγυρικό εορτασμό της γιορτής του Αγίου Δημητρίου. Ο πνευμονολόγος έκανε λόγο για καταστροφή της πόλης επειδή δεν προβλέφθηκε η σφοδρότητα του δεύτερου κύματος της πανδημίας.

Και ενώ η έρευνα ξεκίνησε, ο γιατρός κλήθηκε και κατέθεσε ενόρκως, η δικογραφία έκανε βόλτες μεταξύ Θεσσαλονίκης και Αθήνας για να καταλήξει στην εισαγγελία της συμπρωτεύουσας. Και ενώ αναμενόταν να κληθούν να εξεταστούν μέλη της Επιτροπής Λοιμωξιολόγων, η υπόθεση αρχειοθετήθηκε.

Νομοθέτησαν… όρκο σιωπής

Λίγους μήνες άλλωστε μετά την καταγγελία Καπραβέλου και αφού ακολούθησαν κι άλλες σχετικές, η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη φρόντισε να νομοθετήσει εν μια νυκτί, μετά το ακαταδίωκτο των φίλων της των τραπεζιτών (για το οποίο τουλάχιστον βρέθηκαν κάποιοι δικαστές που αντέδρασαν), το ακαταδίωκτο όλων των μελών επιτροπών που τη συμβουλεύουν σχετικά με το θέμα της διαχείρισης της πανδημίας.

Με βάση αυτή την τροπολογία εξασφαλίστηκε ασυλία όχι μόνο στα μέλη της Επιτροπής Λοιμωξιολόγων και της Εθνικής Επιτροπής Εμβολιασμών, αλλά και στα μέλη της Επιτροπής Προστασίας Δημόσιας Υγείας, με την πρόβλεψη μάλιστα ότι τα μέλη αυτών των επιτροπών δεν επιτρέπεται ούτε να εξεταστούν για γνώμη ή ψήφο που έδωσαν κατά την άσκηση των καθηκόντων τους.

Επί της ουσίας δηλαδή η κυβέρνηση Μητσοτάκη νομοθέτησε τον όρκο σιωπής σε κάθε απόπειρα διερεύνησης τυχόν ευθυνών στη διαχείριση της πανδημίας.

Ο σεβασμός στην παράδοση και ο Αδωνης

Για τους θανάτους όμως στη Θεσσαλονίκη, που μετέτρεψαν τη συμπρωτεύουσα σε ελληνικό Μπέργκαμο, κατατέθηκε τον περασμένο Ιανουάριο και μήνυση 138 σελίδων κατά παντός υπευθύνου από τον δικηγόρο Νίκο Διαλυνά και την επίσης δικηγόρο κόρη του και πρώην υποψήφια βουλευτή της ΝΔ στην Α΄ Θεσσαλονίκης Αρτέμιδα Διαλυνά. Ζητούσαν να διερευνηθεί η ύπαρξη τυχόν ποινικών ευθυνών αρμοδίων, μεταξύ των οποίων και πολιτικών προσώπων – αρμόδιων υπουργών, για μέτρα που δεν έλαβαν και συγκεκριμένα για αδικήματα όπως παράβαση καθήκοντος και παρεμπόδιση αποτροπής κοινού κινδύνου, αλλά και έκθεση των πολιτών σε κίνδυνο που σε πολλές περιπτώσεις προκάλεσε και θανάτους.

Ο συνωστισμός στα μέσα μαζικής μεταφοράς

Στη μήνυση, που σύμφωνα με πληροφορίες του Documento σχεδόν ένα χρόνο μετά ερευνάται ακόμη από εισαγγελέα, γινόταν αναφορά σε μια σειρά από «άδικες, παράνομες και αξιόποινες πράξεις και παραλείψεις οι οποίες είχαν αποτέλεσμα την ταχύτατη και ευρεία εξάπλωση του κορονοϊού στη Θεσσαλονίκη». Οπως για παράδειγμα ο «συνωστισμός στα λεωφορεία του ΟΑΣΘ» αλλά και όσα συνέβησαν στον εορτασμό του Αγίου Δημητρίου στη Θεσσαλονίκη το τριήμερο της 26ης Οκτωβρίου 2020, καθώς αν και οι τοπικές αρχές είχαν εκπέμψει σήμα κινδύνου για την κατάσταση, «οι αρμόδιοι υπουργοί» κώφευσαν, «με αποτέλεσμα να τεθεί σε αδιαμφισβήτητο κίνδυνο η υγεία των συμπολιτών μας».

Μάλιστα μεταξύ πολλών άλλων στοιχείων στη μήνυση περιλαμβανόταν και η on camera παραδοχή του Αδωνη Γεωργιάδη στις 5 Ιανουαρίου 2021 ότι ουσιαστικά είχαν δεχτεί εισηγήσεις από τους λοιμωξιολόγους να μην επιτρέψουν τον εορτασμό του Αγίου Δημητρίου.

«Κάποιοι λοιμωξιολόγοι μας έλεγαν ότι θα έπρεπε να γίνει καραντίνα στη Θεσσαλονίκη πριν από την εορτή του αγίου Δημητρίου. Εμείς από σεβασμό στην παράδοση, στην ορθοδοξία, στην πίστη, δεν βάλαμε καραντίνα πριν από τη γιορτή του Αγίου Δημητρίου, θυμίζω ότι αυτό ήταν το βασικότερο λάθος που έγινε στη Θεσσαλονίκη και το παραδέχθηκε και ο πρωθυπουργός στη Βουλή» είχε αναφέρει ο Αδ. Γεωργιάδης, ο οποίος επιχείρησε στη συνέχεια ανεπιτυχώς να ανασκευάσει.

Στις 8 Ιανουαρίου του 2021 κατατέθηκε από πολίτη της Ελευσίνας αναφορά σχετικά με το άνοιγμα τότε των σχολείων στις περιοχές της δυτικής Αττικής. Ο πολίτης, πατέρας τριών παιδιών, ζητούσε από τις εισαγγελικές αρχές να διερευνήσουν ποια μέτρα έλαβαν κυβέρνηση και υπουργείο Παιδείας για τη διασφάλιση της υγείας μαθητών και εκπαιδευτικών και αποφάσισαν να ανοίξουν τα σχολεία στη δυτική Αττική, όπου το επιδημιολογικό φορτίο ήταν αυξημένο και είχε επιβληθεί παρατεταμένο και αυστηρό lockdown. Μάλιστα ο γονέας ζητούσε να προσκομιστούν τα πρακτικά της συνεδρίασης της επιτροπής επιστημόνων της 7ης Ιανουαρίου, προκειμένου να διακριβωθεί αν με τη θετική εισήγησή τους για το άνοιγμα των σχολείων στη δυτική Αττική προέκυπτε πιθανή τέλεση αδικημάτων.

Και φτάνουμε στον περασμένο Μάρτιο, οπότε κατατίθενται δύο πολύ σοβαρές μηνυτήριες αναφορές στην Εισαγγελία του Αρείου Πάγου, με αφορμή τις οποίες διατάχθηκαν δύο εισαγγελικές προκαταρκτικές εξετάσεις που φέρεται να διαβιβάστηκαν προς διερεύνηση σε σώματα επιθεωρητών υγείας και οι οποίες, παρά τον χαρακτήρα του κατεπείγοντος που είχαν, αφού «ερευνήθηκαν» κάποιους μήνες, εντέλει, σύμφωνα με τις πληροφορίες μας, αρχειοθετήθηκαν.

Τη μία αναφορά κατέθεσε το Σωματείο Εργαζομένων του Θριάσιου Γενικού Νοσοκομείου Ελευσίνας, κάνοντας λόγο για «επικίνδυνες συνθήκες λειτουργίας του νοσοκομείου». Οπως κατήγγειλαν οι εργαζόμενοι, «οι συνθήκες νοσηλείας δεκάδων ασθενών θέτουν σε κίνδυνο τη συνολική λειτουργία του ΓΝΕ ΘΡΙΑΣΙΟ», κάτι που όπως τόνιζαν είχαν επισημάνει από τις 3 Μαρτίου εγγράφως τόσο στον τότε υπουργό Υγείας Βασίλη Κικίλια όσο και στον τότε αναπληρωτή αλλά και στους διοικητές της 2ης ΥΠΕ και του ΓΝΕ ΘΡΙΑΣΙΟ. Οι εργαζόμενοι ζητούσαν από τον εισαγγελέα ΑΠ να διερευνήσει τα όσα κατήγγειλαν, επισημαίνοντας πως «η κλήση και κατάθεση των υπευθύνων αρμοδίων οργάνων θα αναδείξει πιθανά ευθύνες και ποινικού ενδιαφέροντος».

«Τυχόν σιωπή συνιστά αποδοχή»

Εγραφαν ενδεικτικά στην αναφορά τους: «Τυχόν σιωπή, έχουμε τη γνώμη ότι συνιστά αποδοχή.

Η πολιτεία, δια των οργάνων της, οφείλει να μεριμνά για την υγεία όλων των πολιτών. Αυτό είναι η γενική επιταγή του αρθρ. 21 παρ. 3 του συντάγματος… Η ασθένεια Covid-19 είναι μια νέα νόσος. Ο πανδημικός χαρακτήρας της δεν μπορεί να δικαιολογήσει την επιβολή στους ιατρούς και υπόλοιπους εργαζόμενους να αποδεχτούν να παρέχουν υπηρεσίες σε νοσοκομείο μίας νόσου. Η αντιμετώπιση των άλλων ασθενειών δεν μπορεί να παραμελείται με την επίκλησης της εξάπλωσης της Covid-19. Οι συνθήκες νοσηλείας δεκάδων ασθενών θέτουν σε κίνδυνο τη συνολική λειτουργία του ΓΝΕ ΘΡΙΑΣΙΟ. Η γνώμη μας είναι ότι διαπράττεται το αδίκημα του αρθρ. 306 του ΠΚ, αλλά και του αρθρ. 259 του ΠΚ. Συγκεκριμένα, όπως καταγράφουμε στο από 03.03.2021 και με αρ. πρωτ. 546/03.03.2021 έγγραφό μας, το οποίο αποστείλαμε στον υπουργό Υγείας και αναπληρωτή του, αλλά και στους διοικητές της 2ης ΥΠΕ και του ΓΝΕ ΘΡΙΑΣΙΟ: Εκατό ασθενείς με Covid –μετά την πρόσφατη εφημερία του Σαββάτου 6 Μαρτίου– νοσηλεύονται, καταλαμβάνοντας κάθε διαθέσιμο χώρο των κλινικών του 4ου ορόφου, σε επικίνδυνες συνθήκες, όπως επιβεβαιώνεται από αλλεπάλληλα έγγραφα της Επιτροπής Νοσοκομειακών Λοιμώξεων, του διευθυντή Ιατρικής Υπηρεσίας, του προέδρου του Επιστημονικού Συμβουλίου και του διευθυντή της Πνευμονολογικής κλινικής. Κατόπιν εντολών της διοίκησης της 2ης ΥΠΕ, αναπτύχθηκαν πρόσφατα περισσότερες από 46 επιπλέον κλίνες Covid (ΜΕΘ και απλής νοσηλείας), χωρίς καμία ουσιαστική ενίσχυση με προσωπικό, αλλά μόνο με μετακινήσεις από υπάρχοντα, ήδη υποστελεχωμένα, τμήματα, δημιουργώντας σοβαρά προβλήματα στη λειτουργία τους. Αποτέλεσμα είναι οι επικίνδυνες συνθήκες νοσηλείας των ασθενών, αφού μόνο δέκα ειδικευμένοι παθολόγοι και πέντε ειδικευμένοι πνευμονολόγοι έχουν την ευθύνη για δεκάδες ασθενείς, Covid και μη, που είναι διασκορπισμένοι σε διαφορετικές κλινικές σε διαφορετικούς ορόφους του νοσοκομείου. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα της Πνευμονολογικής κλινικής, όπου ένας μόνο γιατρός εφημερεύει για 69 ασθενείς (!), ενώ παρά τις επανειλημμένες παρεμβάσεις της Επιτροπής Νοσοκομειακών Λοιμώξεων και του σωματείου μας, δεν έχει υλοποιηθεί η απαλλαγή της κλινικής από την εφημερία για τα αμιγώς πνευμονολογικά περιστατικά. Για την ανάπτυξη των εννέα νέων κλινών ΜΕΘ Covid, μετακινήθηκαν γιατροί από το Αναισθησιολογικό και τη Γενική ΜΕΘ – με αποτέλεσμα την ανασφαλή τους λειτουργία, ενώ το ιατρείο Covid του ΤΕΠ εξακολουθεί να στελεχώνεται και με ορθοπαιδικούς, χειρουργούς και καρδιολόγους. Παρόμοιες είναι οι ελλείψεις σε νοσηλευτικό προσωπικό στην Πνευμονολογική, Α και Β Παθολογική –όπου οι ίδιοι εργαζόμενοι, από την αρχή της επιδημίας, βρίσκονται στα πρόθυρα εξάντλησης– αλλά και στην ΩΡΛ, τη Νευροχειρουργική, την Ορθοπαιδική και Χειρουργική, όπου νοσηλεύονται παθολογικά και χειρουργικά περιστατικά. Ανεπαρκέστατο είναι το νοσηλευτικό προσωπικό στη Γενική ΜΕΘ αλλά και στις δύο ΜΕΘ Covid του νοσοκομείου, που οι νοσηλευτές αναγκάζονται να παραμένουν πολλές ώρες, ντυμένοι με προστατευτικές στολές, αφού δεν επαρκούν σε κάθε βάρδια για να καλύψουν τις αυξημένες απαιτήσεις νοσηλείας, ενώ οι τραυματιοφορείς, οι βοηθοί θαλάμου και οι φυσικοθεραπευτές δεν αρκούν για να καλύψουν τις αυξημένες ανάγκες. Γίνονται συνεχώς μετακινήσεις νοσηλευτών για να καλυφθούν, με πρόχειρο τρόπο, οι καθημερινές ανάγκες λειτουργίας. Για να εξοικονομηθεί νοσηλευτικό προσωπικό και κρεβάτια, εκτός από τις περικοπές στα τακτικά χειρουργεία και εξωτερικά ιατρεία, συνεχίζονται εκτεταμένες συμπτύξεις κλινικών με αποτέλεσμα τον δραστικό περιορισμό της λειτουργίας τους. Ουσιαστικά το Θριάσιο νοσοκομείο –που είναι το μοναδικό στη Δ. Αττική– κινδυνεύει να μετατραπεί σε “νοσοκομείο της μίας νόσου”, αφήνοντας εκτεθειμένους εκατοντάδες ασθενείς με άλλες παθήσεις… δεν υπάρχουν θάλαμοι αρνητικής πίεσης, ενώ οι ίδιοι γιατροί παρέχουν ιατρική φροντίδα σε ασθενείς με Covid και μη Covid, ακόμα και σε ομάδες ασθενών υψηλού κινδύνου. Συνάγεται από τα παραπάνω ότι γίνεται προσπάθεια να εμφανισθεί μία εικονική πραγματικότητα κι έτσι ν’ αποκρυφτούν τα σοβαρά προβλήματα που καθημερινά βιώνουν το σύνολο των ασθενών και εργαζομένων στο νοσοκομείο… Παραβλέπεται η αύξηση της νοσηρότητας και της θνητότητας που προκαλείται από τη μετατροπή του ΓΝΕ Θριάσιο ουσιαστικά σε νοσοκομείο μίας νόσου. Στο όνομα αντιμετώπισης της ασθένειας Covid-19 εκτίθενται σε κίνδυνο οι πάντες, εξαιτίας των ανορθολογικών πολιτικών που συνεχίζουν να εφαρμόζονται, ενώ, παράλληλα, όλοι τονίζουν τον κίνδυνο της διασποράς μετάδοσης της ασθένειας Covid… Λέγεται με έμφαση ότι οι ειδικοί προτείνουν τα κατάλληλα μέτρα και η πολιτική ηγεσία υλοποιεί. Είναι αλήθεια ότι δεν γνωρίζουμε τι ακριβώς συζητείται, πώς συζητείται και τι, κυριολεκτικά, αποφασίζεται… στο ΓΝΕ Θριάσιο δεν λαμβάνονται υπόψη αυτά που εισηγούνται οι ειδικοί του νοσοκομείου. Αναφερόμαστε συγκεκριμένα στα έγγραφα που με ευθύνη συνέταξαν και υπέγραψαν η πρόεδρος της Επιτροπής Νοσοκομειακών Λοιμώξεων, ο διευθυντής της Ιατρικής Υπηρεσίας, ο πρόεδρος του Επιστημονικού Συμβουλίου και ο διευθυντής της Πνευμονολογικής Κλινικής του ΓΝΕ Θριάσιο, τα οποία συνυποβάλλουμε. Λυπούμαστε για ό,τι γίνεται. Εχουμε τη γνώμη ότι στις κρίσιμες αυτές στιγμές ο καθένας επιβάλλεται να πάρει θέση».

Οι διασωληνώσεις εκτός ΜΕΘ

Τη δεύτερη αναφορά κατέθεσαν οι νοσοκομειακοί γιατροί για τις συνθήκες νοσηλείας των βαρέως πασχόντων διασωληνωμένων ασθενών εκτός μονάδας εντατικής θεραπείας, με την επιλογή αυτή –της νοσηλείας εκτός ΜΕΘ– να βαρύνει, όπως τόνιζαν, την κυβέρνηση.

Η αναφορά υποβλήθηκε από την ΟΕΝΓΕ δύο ημέρες μετά τις αποκαλυπτικές φωτογραφίες που είχε δημοσιεύσει αποκλειστικά το Documento από το Γενικό Κρατικό Νίκαιας, όπου διασωληνωμένοι ασθενείς βρίσκονταν σε κοινούς θαλάμους ελλείψει κρεβατιών και ήταν απολύτως ενδεικτικές της κατάστασης που είχε προκληθεί από τότε στα δημόσια νοσοκομεία λόγω της εγκληματικής διαχείρισης της πανδημίας από την κυβέρνηση. Βρισκόμασταν τότε στο δεύτερο κύμα της πανδημίας και ήδη η κατάσταση υποδήλωνε τι θα ακολουθούσε σε περίπτωση και τρίτου, ισχυρότερου κύματος, όπως και έγινε.

Σύμφωνα με τα στοιχεία εκείνης της αναφοράς, σε καθημερινή βάση δεκάδες βαρέως πάσχοντες διασωληνωμένοι ασθενείς παρέμεναν εκτός ΜΕΘ σε κοινούς θαλάμους και σε πρόχειρους αναπνευστήρες.

«Οσο για τη στελέχωση πτερύγων νοσηλείας ασθενών πασχόντων από Covid με γιατρούς άσχετων ειδικοτήτων, η ευθύνη βαραίνει αποκλειστικά την κυβέρνηση. Η κυβέρνηση είναι αυτή που επιλέγει να νοσηλεύονται εκτός ΜΕΘ διασωληνωμένοι ασθενείς, η κυβέρνηση είναι αυτή που επιλέγει να περιθάλπουν γιατροί άσχετων ειδικοτήτων τους ασθενείς πάσχοντες από Covid. Οι νοσοκομειακοί γιατροί καμία τέτοια επιλογή δεν κάνουν» τόνιζαν οι αναφέροντες γιατροί του ΕΣΥ, παραθέτοντας αναλυτικά και όλα τα στοιχεία που επιβεβαίωναν τις καταγγελίες τους.

Πέθαναν χιλιάδες άνθρωποι που θα μπορούσαν να έχουν σωθεί

Να αποποιηθεί τις ευθύνες της επιχειρεί η κυβέρνηση ως προς τη μελέτη Τσιόδρα – Λύτρα για τις ΜΕΘ, για την οποία ισχυρίζεται ότι είχε παντελή άγνοια.

Ημέρες ντροπής. Σε μια αδιανόητη επιχείρηση αποπροσανατολισμού της κοινής γνώμης και αποποίησης των ευθυνών της προχωράει τις τελευταίες ημέρες η κυβέρνηση αναφορικά με την αποκαλυπτική μελέτη των καθηγητών Σωτήρη Τσιόδρα και Θεόδωρου Λύτρα. Μια μελέτη που σε οποιαδήποτε φυσιολογική χώρα θα αποτελούσε την απόδειξη –με στοιχεία και αριθμούς– του προφανούς και αυταπόδεικτου: ότι στην Ελλάδα η θνησιμότητα όσων δεν διασωληνώνονταν σε ΜΕΘ ήταν –και παραμένει– τεράστια, ότι τα ποσοστά θνησιμότητας ακόμη και όσων διασωληνώθηκαν σε ΜΕΘ είναι αδιανόητα υψηλότερα από των περισσότερων χωρών του κόσμου, ότι χιλιάδες άνθρωποι που έχασαν τη ζωή τους θα μπορούσαν να είχαν σωθεί.

Οπως άλλωστε θα αναλυθεί παρακάτω, αν ίσχυαν για την Ελλάδα τα ευρωπαϊκά ποσοστά θνησιμότητας διασωληνωμένων σε ΜΕΘ, θα είχαμε 1.684 λιγότερους νεκρούς. Αν γίνει μια ανεπίσημη αναγωγή, αυτός ο αριθμός ξεπερνάει τους 2.800 λιγότερους νεκρούς από τους διασωληνωμένους σε ΜΕΘ για το σύνολο της πανδημίας. Αριθμός που ανεβαίνει κατακόρυφα αν αναλογιστούμε τους χιλιάδες ασθενείς που βάσει της μελέτης πέθαναν ενώ θα μπορούσαν να είχαν σωθεί αν δεν υπήρχαν οι τρομακτικές ελλείψεις του ΕΣΥ. Επομένως δεν είμαστε μια φυσιολογική χώρα.

Πώς θα μπορούσαμε να θεωρηθούμε άλλωστε τέτοια, όταν η κυβέρνηση προσπαθεί να αποδείξει το τελευταίο χρονικό διάστημα ότι ούτε ο πρωθυπουργός ούτε κάποιος από το στενό του περιβάλλον είχε ενημερωθεί για τα αποτελέσματα της μελέτης; Αλήθεια; Αυτό έχει να προτάξει η κυβέρνηση; Οτι ο Σωτ. Τσιόδρας, ο επικεφαλής της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων Λοιμωξιολόγων, ο οποίος παραμένει στενός σύμβουλος του πρωθυπουργού σε ζητήματα πανδημίας, δεν τον είχε ενημερώσει για τα αποτελέσματα της μελέτης; Και τι συμβουλές δίνει τότε ο Σωτ. Τσιόδρας στον πρωθυπουργό; Ο ίδιος ο Κυριάκος Μητσοτάκης είχε δηλώσει σε συνέντευξη που παραχώρησε τον περασμένο Δεκέμβριο στον Alpha ότι «τρεις φορές την εβδομάδα ο κ. Τσιόδρας μου παρουσιάζει όλα τα δεδομένα». Και σήμερα αναζητούμε πού… παράπεσε η μελέτη. Σε άλλες περιπτώσεις αυτή η άγαρμπη επικοινωνιακή πρακτική της κυβέρνησης θα μπορούσε να εκληφθεί ως αστεία ή φαιδρή. Μόνο που είναι εξοργιστική.

Ο πρωθυπουργός της Ελλάδας είναι ψεύτης

Και δεν είναι απλώς εξοργιστική γιατί ο ίδιος ο καθηγητής Λύτρας δήλωσε ότι «κοινοποιήσαμε την έρευνα σε αυτούς που μπορούν να πάρουν αποφάσεις και αυτό κάναμε… Ο καθένας καταλαβαίνει ότι εγώ και ο κ. Τσιόδρας έχουμε το αυτί της ηγεσίας. Εάν δεν είχαμε τρόπο να ενημερώσουμε την πολιτική ηγεσία, θα είχαμε κάνει προδημοσίευση, ώστε μέσα σε λίγες ημέρες να είναι κτήμα όλων». Δεν είναι ούτε καν εξοργιστική, γιατί είναι παντελώς απίθανη η πιθανότητα –που προφανώς δεν ισχύει– να μην είχε ενημερωθεί η πολιτική ηγεσία και ο ίδιος ο Κυρ. Μητσοτάκης για τα αποτελέσματα της έρευνας. Αλλωστε και να μην είχε ενημερωθεί, είναι παντελώς αδιάφορο για την κοινωνία. Επρεπε και όφειλε να είχε ενημερωθεί. Και είχε ενημερωθεί. Αρα ο πρωθυπουργός, δυστυχώς, είναι ψεύτης.

Είναι ψεύτης καθώς προ δύο εβδομάδων δήλωνε από το βήμα της Βουλής ότι δεν υπάρχουν ενδείξεις ότι υπάρχει μεγαλύτερη θνησιμότητα σε όσους διασωληνώνονται εκτός ΜΕΘ και προκαλούσε μάλιστα την αξιωματική αντιπολίτευση αν έχει σχετική μελέτη να την παρουσιάσει. Ενώ είχε τις ενδείξεις. Στο γραφείο του. Από τον περασμένο Μάιο. Ούτε καν αυτό όμως δεν είναι το πλέον εξοργιστικό. Το εξοργιστικό είναι ότι αυτήν τη στιγμή η κοινωνία και ο πολιτικός κόσμος ασχολούνται με το αν ο πρωθυπουργός είχε λάβει γνώση της μελέτης και όχι με το ότι η κυβέρνηση, είτε λόγω ανικανότητας είτε απλώς λόγω πολιτικής επιλογής, άφησε αθωράκιστο το ΕΣΥ. Γιατί αυτή της η επιλογή –όπως επισημαίνεται ξεκάθαρα και στη μελέτη– είχε ως αποτέλεσμα από τον Σεπτέμβριο του 2020 έως και τον Μάιο του 2021 να χάσουν τη ζωή τους 1.535 άνθρωποι οι οποίοι θα μπορούσαν να είχαν σωθεί. Και. δυστυχώς, είναι πολύ περισσότεροι και από αυτό τον μακάβριο αριθμό.

Κι όμως η κυβέρνηση ούτε τώρα κάνει κάτι για να βελτιώσει την κατάσταση. Γιατί πολύ απλά αυτό έχει επιλέξει. Και ακόμη χειρότερα, δεν αναλαμβάνει ούτε τώρα την πολιτική ευθύνη, ως ελάχιστο δείγμα σεβασμού στους νεκρούς και τους κοντινούς τους ανθρώπους. Δεν είναι απλώς ζήτημα πολιτικής επιλογής εκ μέρους της κυβέρνησης. Είναι πολιτικός καιροσκοπισμός πάνω σε νεκρούς. Είναι ντροπή να χαρακτηρίζει ο υπουργός Επικρατείας Ακης Σκέρτσος «ήσσονος σημασίας» τη μελέτη. «Ησσονος σημασίας» το ότι χιλιάδες άνθρωποι θα μπορούσαν να είχαν σωθεί. Είναι απλώς ντροπή.

«Θα ήμασταν υπόλογοι αν δεν είχαμε δώσει τη μελέτη»

Αυτό που αντιθέτως είναι πολιτική επιλογή εκ μέρους της κυβέρνησης είναι ότι ποτέ δεν προσέλαβε το απαραίτητο ιατρικό προσωπικό. Γιατί προσέλαβε αστυνομικούς. Γιατί αυτή ήταν η προτεραιότητά της ακόμη και στην πανδημία: η εξυπηρέτηση του ακροδεξιού δόγματος «νόμος και τάξη». Δεν ήταν όμως αυτός ο μόνος λόγος που ποτέ δεν προσέλαβε το επαρκές και κατάλληλο ιατρικό προσωπικό. Είναι ότι μονίμως η στόχευσή της ήταν η εξυπηρέτηση των ιδιωτικών συμφερόντων. Ετσι και τώρα: άφησε στο απυρόβλητο την ιδιωτική υγεία και εξυπηρέτησε τους κλινικάρχες. Ολα αυτά για τη μελλοντική απαξίωση και εντέλει αποδυνάμωση του ΕΣΥ, ώστε να ενισχυθεί την επομένη της πανδημίας η ιδιωτική υγεία.

Κι ενώ τώρα έρχεται μια… φίλια μελέτη –αφού έχει εκπονηθεί και από τον Σωτ. Τσιόδρα– που αναφέρεται σε τεράστιο ποσοστό θνησιμότητας το οποίο εν πολλοίς εκπορεύεται από την υποβάθμιση του ΕΣΥ, ο πρωθυπουργός δεν έχει σταματήσει να δηλώνει ότι… νικήσαμε την πανδημία. Οπως όμως δήλωσε στο documentonews.gr ο Θεοδ. Λύτρας, «αν δεν είχαμε δώσει τα στοιχεία σε αυτούς που λαμβάνουν αποφάσεις, θα ήμασταν εμείς υπόλογοι». Υπόλογοι γι’ αυτό το έγκλημα είναι αυτοί που λαμβάνουν πολιτικές αποφάσεις. Γιατί η ανάλυση των αποτελεσμάτων της μελέτης αποκρυσταλλώνει ξεκάθαρα τη διάπραξη εγκλήματος εις βάρος χιλιάδων ανθρώπων.

Τα δεδομένα από Σεπτέμβριο του 2020 έως Μάιο του 2021

Η περίφημη μελέτη λοιπόν αφορά δεδομένα που συγκεντρώθηκαν από την 1η Σεπτεμβρίου του 2020 έως και την 6η Μαΐου του 2021. Συνολικά αναλύθηκαν 6.282 περιπτώσεις ασθενών. Από αυτούς, οι 5.971 πέρασαν μέρος ή το σύνολο της νοσηλείας τους σε ΜΕΘ. Από το σύνολο των 6.282 ασθενών πέθαναν οι 3.988. Αυτός ο αριθμός ισοδυναμεί με ποσοστό θνησιμότητας 63,5%. Ακόμη χειρότερα, πέθαναν 3.713 ασθενείς που εισάχθηκαν σε ΜΕΘ. Αυτό το ποσοστό θνησιμότητας ανέρχεται σε 62,2%. Δεν είναι απλώς τεράστιο ποσοστό, αλλά ξεπερνάει κατά πολύ τα αντίστοιχα ποσοστά των περισσότερων χωρών του κόσμου, όπως αποκαλύπτει σήμερα το Documento βάσει σχετικής μελέτης που δημοσιεύτηκε από Κινέζους ερευνητές. Αλλωστε το Documento εδώ και πολύ καιρό –βασιζόμενο στις μαρτυρίες των γιατρών, που πλέον δεν χειροκροτούνται αλλά λοιδορούνται από την κυβέρνηση– έγραψε ότι τα ποσοστά θνησιμότητας ξεπερνούν κατά πολύ το 50%.

Σύμφωνα με τη συγκεκριμένη κινεζική μελέτη, που φέρει τον τίτλο «Θνησιμότητα και κλινικές παρεμβάσεις σε σοβαρά αρρώστους ασθενείς με Covid-19: Μια συστηματική ανασκόπηση και μετα-ανάλυση», αναδεικνύεται με τον πλέον ξεκάθαρο τρόπο ότι η θνησιμότητα για όσους διασωληνώθηκαν σε ΜΕΘ στην Ελλάδα ξεπερνάει κατά πολύ τα αντίστοιχα ποσοστά παγκοσμίως. Η επίμαχη μελέτη εκπονήθηκε από οκτώ Κινέζους καθηγητές και επιστήμονες που προέρχονται από κορυφαία ιδρύματα της Κίνας και δημοσιεύτηκε τον Ιούλιο του 2021. Οπως αναφέρεται στη συγκεκριμένη μελέτη, συγκεντρώθηκαν στοιχεία από δεκάδες άλλες μελέτες και έρευνες, οι οποίες αφορούσαν 42.219 συμμετέχοντες-ασθενείς που πληρούσαν τα κριτήρια των μελετητών. Τα στοιχεία που συγκεντρώθηκαν αφορούσαν την περίοδο έως και τις 15 Μαΐου του 2021 και προήλθαν από τα περισσότερα μέρη του πλανήτη, όπως η Ευρώπη, οι ΗΠΑ, η Ασία και η Μέση Ανατολή.

Οπως χαρακτηριστικά αναγράφεται στην κινεζική μελέτη, «η θνησιμότητα κατά τη διάρκεια νοσηλείας σε ΜΕΘ στην Κίνα ανήλθε σε 39%, στην Ασία –εξαιρουμένης της Κίνας– σε 48%, στην Ευρώπη σε 34%, στην Αμερική σε 15% και στη Μέση Ανατολή σε 39%». Στην Ελλάδα όμως –όπως ήδη προαναφέρθηκε– την περίοδο που ανέλυσαν οι δύο Ελληνες μελετητές πέθαναν 3.713 άνθρωποι που εισήλθαν σε ΜΕΘ, αριθμός που αντιστοιχεί βάσει της ελληνικής μελέτης σε 62,2% θνησιμότητα και όχι σε 34% που είναι ο ευρωπαϊκός μέσος όρος.

Θα έπρεπε να είχαμε 1.648 λιγότερους νεκρούς

Βάσει της μελέτης των Ελλήνων καθηγητών, από το σύνολο των 5.971 ασθενών που πέρασαν μέρος ή το σύνολο της νοσηλείας τους σε ΜΕΘ πέθαναν οι 3.713. Δηλαδή υπήρξε ποσοστό θνησιμότητας 62,2%. Σύμφωνα με τα δεδομένα της κινεζικής έρευνας, αν ίσχυε και για την Ελλάδα ο ευρωπαϊκός μέσος όρος θνησιμότητας για όσους διασωληνώθηκαν σε ΜΕΘ, τότε οι ασθενείς που διασωληνώθηκαν και πέθαναν στην Ελλάδα θα έπρεπε να ανέρχονται σε 2.029. Θα έπρεπε δηλαδή να είναι 1.684 λιγότεροι. Αυτό για το διάστημα από την 1η Σεπτεμβρίου του 2020 έως και την 6η Μαΐου του 2021, την περίοδο που συγκεντρώθηκαν τα στοιχεία για την ελληνική έρευνα.

Βάσει της ημερήσιας έκθεσης του ΕΟΔΥ, στις 6 Μαΐου του 2021 είχαν εξέλθει από τις ΜΕΘ 2.153 άνθρωποι από την αρχή της πανδημίας. Ο αντίστοιχος αριθμός την περασμένη Παρασκευή, 17 Δεκεμβρίου 2021, ήταν 3.656. Αρα οι άνθρωποι που εξήλθαν από ΜΕΘ μετά τη χρονική περίοδο που εκπονήθηκε η μελέτη ανήλθαν σε 1.503. Αν λάβουμε ως δεδομένο ότι ο δείκτης θνησιμότητας όσων διασωληνώθηκαν σε ΜΕΘ και στη μετέπειτα από την εκπόνηση της μελέτης χρονική περίοδο παρέμεινε στο 62,2%, τότε με την απλή μέθοδο των τριών προκύπτει ότι έχασαν τη ζωή τους 2.473 άνθρωποι παρότι διασωληνώθηκαν σε ΜΕΘ. Αν όμως η Ελλάδα διέθετε το ευρωπαϊκό ποσοστό θνησιμότητας όσων διασωληνώθηκαν σε ΜΕΘ, τότε και πάλι με την απλή μέθοδο των τριών προκύπτει ότι οι νεκροί θα ανέρχονταν σε 1.352. Θα είχαμε δηλαδή για τη συγκεκριμένη περίοδο 1.121 λιγότερους νεκρούς. Ως αποτέλεσμα, με αυτήν τη μαθηματική αναγωγή προκύπτει ότι εφόσον διαθέταμε τον ευρωπαϊκό μέσο όρο θνησιμότητας διασωληνωμένων σε ΜΕΘ, από την 1η Σεπτεμβρίου του 2020 έως και την περασμένη Παρασκευή θα μπορούσαμε να είχαμε χάσει 2.805 λιγότερους ανθρώπους. Βάσει αυτής της μαθηματικής αναγωγής που βασίζεται στην ελληνική και την κινεζική μελέτη 2.805 άνθρωποι θα μπορούσαν να είχαν σωθεί αν η κυβέρνηση ακολουθούσε τα ευρωπαϊκά πρότυπα αναφορικά με τη λειτουργία των ΜΕΘ.

Γιατί η Ελλάδα παρουσιάζει τόσο χαώδη διαφορά σε αυτό το ποσοστό; Γιατί ακόμη κι αν οι ασθενείς διασωληνώνονταν σε ΜΕΘ, πέθαιναν σε τόσο μεγάλο βαθμό συγκριτικά με τις περισσότερες χώρες του πλανήτη; Ενα στοιχείο είναι σίγουρα ότι η Ελλάδα έχει πιο ελαστικά κριτήρια εισαγωγής σε ΜΕΘ από τις περισσότερες χώρες. Δηλαδή η διαλογή που γίνεται στη χώρα μας επιτρέπει να εισέλθει σε ΜΕΘ και κάποιος που μπορεί να είναι υπέργηρος, ενώ κάτι τέτοιο δεν συμβαίνει εύκολα διεθνώς. Αυτό όμως από μόνο του δεν είναι αρκετό για να εξηγήσει αυτήν τη χαώδη διαφορά. Αλλωστε, όπως σημειώνουν γιατροί στο Documento, αυτό που δεν είναι συγκρίσιμο με τις άλλες χώρες είναι οι υποδομές του ΕΣΥ, η ποιότητα και η ποσότητα του ιατρικού προσωπικού. Σε αυτούς τους τομείς η χώρα μας υπολείπεται τρομερά από τις άλλες χώρες και αυτή η υστέρηση έχει οδηγήσει στο να πεθάνουν άνθρωποι που θα μπορούσαν να είχαν σωθεί. Είναι άλλωστε χαρακτηριστικό ότι στον Ευαγγελισμό το ποσοστό θνησιμότητας στις ΜΕΘ ήταν πολύ κοντά στον ευρωπαϊκό μέσο όρο, αλλά στις ΜΕΘ Covid-19 του Αγρινίου έφτασε στο 100%.

1.535 άνθρωποι πέθαναν λόγω των ελλείψεων στο ΕΣΥ

Αλλωστε, την απάντηση στο ερώτημα γιατί η Ελλάδα έχει τόσο υψηλά ποσοστά θνησιμότητας τη δίνουν και οι δύο Ελληνες καθηγητές στη μελέτη τους: «Στην Ελλάδα οι αυξημένες ανάγκες των εργαζόμενων στον τομέα της υγείας εξαιτίας της Covid-19 αντιμετωπίστηκαν σε μεγάλο βαθμό με ανακατατάξεις προσωπικού, βραχυπρόθεσμες προσλήψεις και επιτάξεις υπηρεσιών ιδιωτικών ιατρών». Η κυβέρνηση που επί δύο χρόνια έχει αφήσει αθωράκιστο το ΕΣΥ είναι αυτή που ευθύνεται για την υποβάθμιση της παροχής δημόσιας υγείας και έχει οδηγήσει στην εκτίναξη των θανάτων ακόμη και των ασθενών που διασωληνώθηκαν εντός ΜΕΘ. Πρόκειται πλέον για ένα στοιχειοθετημένο με αριθμούς έγκλημα.

Λένε και κάτι άλλο όμως οι δύο μελετητές: «Από τους 3.988 θανάτους που αναφέρθηκαν, οι 947 αποδίδονταν στο υψηλό φορτίο των διασωληνωμένων ασθενών με Covid-19, 133 θάνατοι στο ότι βρίσκονταν εκτός ΜΕΘ και 656 θάνατοι στο ότι νοσηλεύονταν εκτός Αττικής. Συνολικά 1.535 θάνατοι αποδόθηκαν σε αυτούς τους τρεις παράγοντες συνολικά». Αριθμός που προφανώς είναι πολύ μεγαλύτερος αν γίνει αναγωγή στο σύνολο της πανδημίας, στην οποία περίπτωση ξεπερνάει τους 3.000 νεκρούς. Παράλληλα, στη μελέτη αναγράφεται χαρακτηριστικά ότι «τα αποτελέσματα μας υποδεικνύουν ότι η ενδονοσοκομειακή θνησιμότητα των βαρέως πασχόντων ασθενών με Covid-19 επηρεάζεται αρνητικά από το υψηλό φορτίο ασθενών ακόμη και χωρίς υπέρβαση χωρητικότητας, καθώς και από περιφερειακές ανισότητες. Αυτό αναδεικνύει την ανάγκη για ουσιαστικότερη ενίσχυση των υπηρεσιών υγειονομικής περίθαλψης, εστιάζοντας στην ισότητα και την ποιότητα της περίθαλψης, εκτός από την αύξηση της χωρητικότητας».

Αναγράφεται επίσης στη μελέτη ότι «η θνησιμότητα αυξήθηκε σημαντικά σε περισσότερους από 400 ασθενείς… Ακόμη και χωρίς υπέρβαση της χωρητικότητας, ένα υψηλό φορτίο ασθενών θα μπορούσε εύλογα να θέσει σε κίνδυνο την ποιότητα της περίθαλψης, ειδικά εάν συμβαίνει σε πλαίσιο χρόνιας υποχρηματοδότησης ή κακής ετοιμότητας για την πανδημία». Με άλλα λόγια, 1.535 άνθρωποι θα μπορούσαν να μην έχουν πεθάνει εφόσον είχε γίνει –επί δύο χρόνια πανδημίας– το στοιχειώδες: η ενίσχυση του ΕΣΥ. Στην Ελλάδα όμως ακόμη και ο ίδιος ο πρωθυπουργός απαξιώνει τη σπουδαιότητα των ΜΕΘ, που σε κάθε χώρα αποτελούν την κορωνίδα της ιατρικής φροντίδας.

Πολλές χιλιάδες πέθαναν χωρίς διασωλήνωση

Δεν είναι όμως αυτά τα μοναδικά ευρήματα της μελέτης: η διασωλήνωση εκτός ΜΕΘ συνδέεται με θνησιμότητα σε ποσοστό 87%. Σχεδόν εννέα στους δέκα ανθρώπους που διασωληνώθηκαν εκτός ΜΕΘ επειδή δεν υπήρχαν κλίνες ή το απαραίτητο ιατρικό προσωπικό έχασαν τη ζωή τους. Είναι αυταπόδεικτο ότι για κάθε ημέρα που κάποιος ασθενής παραμένει διασωληνωμένος εκτός ΜΕΘ αυξάνεται δραματικά η πιθανότητα να πεθάνει, αφού δεν λαμβάνει την κατάλληλη ιατρική φροντίδα. Oχι όμως, τελικά δεν είναι αυταπόδεικτο, αφού ο Aδωνης Γεωργιάδης δήλωσε την περασμένη Παρασκευή στο Open ότι «καίτοι το σύστημα έχει άδειες ΜΕΘ, τον διασωληνώνει εκτός ΜΕΘ. Αυτή όμως η απόφαση με τα συν και τα πλην είναι των γιατρών, δεν είναι του υπουργού». Οι γιατροί φταίνε λοιπόν που είναι ανθρωπίνως αδύνατο να δοθεί η κατάλληλη ιατρική φροντίδα σε όλους τους ασθενείς. Oχι η κυβέρνηση.

Υπάρχει ακόμη ένα τρομερό στοιχείο που τεκμαίρεται από τη μελέτη. Οι δύο μελετητές έχουν αναλύσει στοιχεία για όσους ασθενείς διασωληνώθηκαν την επίμαχη περίοδο. Αυτός είναι και ο λόγος που στη μελέτη αναφέρεται ότι το συγκεκριμένο χρονικό διάστημα πέθαναν 3.988 άνθρωποι. Δεν πέθαναν όμως τόσοι. Αυτοί είναι οι ασθενείς που διασωληνώθηκαν και πέθαναν. Από την 1η Σεπτεμβρίου του 2020 έως και την 6η Μαΐου του 2021 πέθαναν συνολικά 10.576 άνθρωποι. Δηλαδή επιπλέον 6.588 άνθρωποι από όσους αναφέρονται στη μελέτη, αφού αυτή αφορά μόνο όσους διασωληνώθηκαν.

Αν πραγματοποιηθεί μια αναγωγή βάσει του συνόλου των ανθρώπων που έχουν χάσει τη ζωή τους καθ’ όλη τη διάρκεια της πανδημίας, αυτός ο αριθμός ξεπερνάει κατά πολύ τις 10.000. Περισσότεροι από 10.000 άνθρωποι –σε σύνολο 20.000 νεκρών– πέθαναν χωρίς να διασωληνωθούν. Και σε αυτό τον αριθμό δεν προσμετρούνται καν οι άνθρωποι (άγνωστο πόσοι) που έχασαν τη ζωή τους από ημιτελείς ή ανεπαρκείς ιατρικές πράξεις, εξαιτίας λοιπής νοσηρότητας ή έλλειψης ιατρικού προσωπικού. Πώς πέθαναν λοιπόν όλοι αυτοί οι άνθρωποι; Πού πέθαναν; Στο σπίτι τους; Σε κάποια κλινική Covid-19; Στα επείγοντα; Πέθαναν αβοήθητοι; Γιατί δεν διερευνώνται οι αιτίες θανάτου τόσων χιλιάδων ανθρώπων; Είναι κι αυτό θέμα «ήσσονος σημασίας»; Δεν είναι ρητορικά τα ερωτήματα. Δεν είναι ερωτήματα που θέτει κάποιο αντιπολιτευόμενο Μέσο, κάποιος κακοπροαίρετος που θέλει να ασκήσει κριτική στην κυβέρνηση. Είναι αγωνιώδη ερωτήματα που θέτει η κοινωνία. Πρέπει να απαντηθούν. Κι όσο κι αν το αποφεύγει η κυβέρνηση, θα απαντηθούν. Είναι χρέος, της Δικαιοσύνης πρωτίστως, απέναντι σε όσους χάθηκαν.

Σχετικά Άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

* Το email σας δεν θα εμφανιστεί