1η Μάη και σημερινή πραγματικότητα

Του Μιχάλη Καραδημητρίου*

Η Εργατική Πρωτομαγιά κάθε χρόνο είναι επίκαιρη, καθώς ζούμε σε ένα κόσμο που  τα εργασιακά δικαιώματα χρόνο με τον χρόνο συρρικνώνονται, ενώ πολλά από αυτά (π.χ. οι  8 ώρες εργασίας) παραβιάζονται συστηματικά. Το χειρότερο βέβαια είναι ότι οι νέες γενιές  εργαζομένων συνήθισαν μέσα σε ένα εργασιακό καθεστώς που τους «επιβάλει» να μην γνωρίζουν αυτά τα «δικαιώματα» και να μην τα διεκδικούν. Ταυτόχρονα βέβαια είμαστε και  στην εποχή που ο συλλογικός αγώνας διεκδίκησης έχει ατονήσει, τα συνδικάτα έχουν στην  μεγάλη πλειοψηφία τους μετατραπεί σε γραφειοκρατικά κέντρα και ο μέσος εργαζόμενος  είναι μόνος του απέναντι στην εργοδοτική αυθαιρεσία. Λαμπρή εξαίρεση μέσα στην  συνολική αδράνεια, το κίνημα #metoo που ανέδειξε και ζητήματα «κακοποίησης» σε  εργασιακό περιβάλλον.  

Η σημερινή «εργατική τάξη» ή το εργατικό δυναμικό με σύγχρονους όρους, έχει  πολλαπλά χαρακτηριστικά που την καθιστούν ένα ανομοιογενές σύνολο ανθρώπων με  διαφορετικά «ταξικά» χαρακτηριστικά. Περιλαμβάνει εργάτες σε βιομηχανίες, σε χωράφια,  σε οικοδομές, αλλά και «εργάτες» υψηλών προσόντων σε μικρές και μεγάλες επιχειρήσεις και πρόσφατα έχουμε και τους διαδικτυακούς «εργάτες» που δουλεύουν σε ένα στρεβλό,  μη ελεγχόμενο καθεστώς τηλεργασίας. Σε γενικές γραμμές οι νέοι εργαζόμενοι έχουν υψηλό  μορφωτικό επίπεδο και απασχολούνται σε εργασίες που πολλές φορές απέχουν από το  γνωστικό αντικείμενο σπουδών με μισθούς που είναι αναντίστοιχοι των ικανοτήτων τους. 

Είχαν ως γενιά την ατυχία να βγουν στην αγορά εργασίας τα τελευταία 10 χρονιά, μέσα σε  καθεστώς παγκόσμιας ύφεσης που προκάλεσε η οικονομική κρίση. 

Η κρίση των περασμένων χρόνων έγινε εργαλείο για το παγκόσμιο οικονομικό  σύστημα και τις κυβερνήσεις, ώστε να διαμορφώσουν μια νέα μορφή «ελαστικών» εργαζομένων. Η Εργασία μετατράπηκε σιγά σιγά σε Απασχόληση και ο εργαζόμενος  υποχρεώθηκε να λειτουργεί με ελαστικά ωράρια εργασίας, λιγότερα δικαιώματα και  χαμηλότερους μισθούς και επιδόματα. Η κατάργηση συλλογικών συμβάσεων, η θέσπιση  υποκατώτατου μισθού για τους νέους, το πάγωμα των αυξήσεων ανά τριετία κλπ, δημιούργησαν ένα τοξικό περιβάλλον, χωρίς βέβαια να συμβάλλουν στην ανάπτυξη της  οικονομίας προς όφελος της ίδιας της κοινωνίας. Έτσι είδαμε τα περασμένα χρόνια την  «γενιά των 800 ευρώ» που έδωσε την θέση της στην «γενιά των 400 ευρώ» σε συνδυασμό  με μια τεράστια αύξηση της ανεργίας.  

Ο εργαζόμενος και ειδικά ο νέος που ψάχνει απεγνωσμένα μια δουλειά για να  νοικιάσει ένα σπίτι μόνος του και να αρχίσει να στήνει την ζωή του, έμεινε σιωπηλός και  συμβιβάστηκε με ότι του έδωσαν. Η ανάγκη συλλογικής διεκδίκησης θάφτηκε μπροστά στην  ανάγκη της ατομικής επιβίωσης και έτσι η ιστορία προχωρά και ξαναγράφεται διαμορφώνοντας μια «ήσυχη» εργατική τάξη που δεν έμαθε ποτέ ότι υπάρχει άλλος  δρόμος.

Στην άλλη πλευρά βέβαια υπάρχει και η εργοδοσία που είτε επέλεξε να εκμεταλλευτεί  την κατάσταση για να αυξήσει τα έσοδα της (χαρακτηριστικό το σύστημα πλαστών  αναστολών μέσα στον covid), είτε προσπάθησε να διατηρήσει τις θέσεις εργασίας σε μια  δύσκολη περίοδο μειώνοντας μισθούς, είτε οδηγήθηκε σε λουκέτο μη μπορώντας να  ανταπεξέλθει στην υψηλή φορολογία και την αβεβαιότητα. Στην χώρα μας βέβαια η  μικρομεσαία επιχειρηματικότητα δεν απέχει και πολύ από την εργατική τάξη. Η πλειοψηφία  αποτελείται από οικογενειακές επιχειρήσεις με εργαζόμενους που για χρόνια στηρίζουν  μαζί με τους ιδιοκτήτες την επιβίωση των επιχειρήσεων τους. 

Σήμερα βέβαια η κυβέρνηση Μητσοτάκη δεν νομοθετεί για αυτές τις επιχειρήσεις,  αλλά για όλες εκείνες τις «αλυσίδες» που θέλουν να κάνουν εντελώς νόμιμες τις μέχρι  σήμερα πρακτικές τους απέναντι στους εργαζόμενους. Η κυβέρνηση σε μια δύσκολη για την  κοινωνία περίοδο, προσπαθεί να νομοθετήσει την πλήρη διάλυση των εργασιακών  δικαιωμάτων, να κάνει τους εργαζόμενους περισσότερο ευάλωτους στην αυθαιρεσία μερίδας εργοδοτών (με τις ατομικές διαπραγματεύσεις) και ταυτόχρονα να θέσει τα  εργατικά σωματεία υπό τον «έλεγχο» της. Σε άλλες βέβαια χώρες της Ευρώπης ξεκινά  πιλοτικά η εφαρμογή της τετράωρης εργασίας με τις ίδιες αποδοχές με στόχο την αύξηση  της παραγωγικότητας των εργαζομένων. Η Ελλάδα επιμένει να εφαρμόζει αποτυχημένες  νεοφιλελεύθερες συνταγές σε ένα κόσμο που η κρίση και η πανδημία τον έχει οδηγήσει σε  μια εντελώς νέα πραγματικότητα. 

Στην επόμενη περίοδο οι εργαζόμενοι όλης της Ευρώπης οφείλουν να ενώσουν τις  φωνές τους, να αναβαθμίσουν τα συνδικαλιστικά τους σωματεία, να διεκδικήσουν ένα νέο  ευρωπαϊκό κοινωνικό συμβόλαιο που θα διασφαλίζει τα εργατικά δικαιώματα , θα θέτει το  πλαίσιο για μια υγιή επιχειρηματικότητα και θα ανοίγει τον δρόμο για μια Ευρώπη που  εργάζεται πάνω στην κοινωνική σταθερότητα και όχι μόνο στην τραπεζική. Οι Ευρωπαϊκοί  θεσμοί οφείλουν να λάβουν πολιτικές αποφάσεις για ένα ενιαίο νομοθετικό πλαίσιο  εργασιακών δικαιωμάτων και κανόνων για τα κράτη μέλη. Η κυβέρνηση μαζί με τους  εργαζόμενους και τους εργοδότες θα πρέπει να χαράξουν ένα σχέδιο που θα κάνει τις  επιχειρήσεις βιώσιμες και παραγωγικές και τους εργαζόμενους δημιουργικούς και  αποδοτικούς. Η ιστορία των μνημονίων έδειξε ότι για να μείνει όρθια η οικονομία πρέπει  να μείνει όρθια και η κοινωνία. Δυστυχώς οι σημερινοί κυβερνόντες επιμένουν να  λειτουργούν έξω από την κοινωνία βυθισμένοι στις ακραίες νεοφιλελεύθερες λογικές μιας  εποχής που έφυγε αφήνοντας πίσω της κρίσεις και διαλυμένες οικονομίες.  

*Δρ Μιχάλης Καραδημητρίου, Εκπαιδευτικός 

http://mkaradim.blogspot.com

Αφήστε ένα σχόλιο

* Το email σας δεν θα εμφανιστεί