Επιστράτευση Σημίτη υπέρ Μητσοτάκη και “μνημονίου Πισσαρίδη”, με άρθρο του

Το σύστημα φαίνεται βλέποντας οτι κλυδωνίζεται πλέον επικίνδυνα η τεχνητή εικόνα παντοδυναμίας της κυβέρνησης Μητσοτάκη, επιστρατεύει πλέον όλες τις μνημονιακές “εφεδρειες” που διαθέτει, ακόμα και εκείνες των “βετεράνων” της γερμανικής σχολής επιβολής σκληρής λιτότητας και “σκλαβοποίησης” του λαού. Προφανώς για να προλάβει να περάσει άρον άρον και πριν την καταρρευση της σημερινής κυβέρνησης το νέο – καθαρά εσωτερικό – Μνημόνιο Πισσαρίδη που θα ανοίξει τον δρόμο για μετατροπή της χώρας σε μια φαβέλα της ΕΕ όπου θα εφαρμοστεί για πρώτη φορά το “πείραμα” μεταφοράς του τριτοκοσμικού μοντέλου εργασίας στην καρδιά της Ευρώπης …

Σε μια νέα εμφάνιση … ο Κώστας Σημίτης αρθρογραφεί στα φιλομνημονιακά ΝΕΑ υπέρ της κυβέρνησης ενώ προβάλλει το σχέδιο Πισσαρίδη βάση στην προσπάθεια εξόδου από την κρίση

Ως μια «αξιόλογη βάση για μια συστηματική προσπάθεια εξόδου από την κρίση» χαρακτηρίζει την έκθεση Πισσαρίδη ο Κώστας Σημίτης σε νέο άρθρο στήριξης της κυβέρνησης.

Όπως σημειώνει ο πρώην πρωθυπουργός, «Η Εκθεση Πισσαρίδη είναι αυτή που δίνει την πληρέστερη εικόνα της ελληνικής οικονομίας, των προβλημάτων της και των προσπαθειών που θα πρέπει να καταβληθούν για ν’ αποκτήσει η Ελλάδα την αναπτυξιακή δυναμική για την υπέρβαση των προβλημάτων της και να επιτύχει την ομαλή εξέλιξή της στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ενωσης».

«Η Εκθεση αποτελεί ένα σημαντικό βήμα για τη διαμόρφωση μιας συστηματικής προσπάθειας της χώρας. Η χώρα πολλές φορές στο παρελθόν δεν είχε πρόγραμμα και κατευθύνσεις για την ανάπτυξη. Η οικονομική πολιτική ήταν μόνο μέσο εκμετάλλευσης για πολιτικούς στόχους», σημειώνει στο άρθρο του στα ΝΕΑ ο κ. Σημίτης.

Αναλυτικά το άρθρο του Κ.Σημίτη στα «ΝΕΑ»:

Ο Πρωθυπουργός παρουσίασε την περασμένη Δευτέρα την Εκθεση Πισσαρίδη για την ελληνική οικονομία και αναφέρθηκε λεπτομερειακά στις προτάσεις της για να επιτευχθεί η ταχύτερη ανάπτυξη της χώρας.Η Εκθεση Πισσαρίδη είναι αυτή που δίνει την πληρέστερη εικόνα της ελληνικής οικονομίας, των προβλημάτων της και των προσπαθειών που θα πρέπει να καταβληθούν για ν’ αποκτήσει η Ελλάδα την αναπτυξιακή δυναμική για την υπέρβαση των προβλημάτων της και να επιτύχει την ομαλή εξέλιξή της στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Ως κεντρικό στόχο ορίζει τη συστηματική αύξηση του κατά κεφαλήν πραγματικού εισοδήματος, ώστε να συγκλίνει σταδιακά με τον μέσο ευρωπαϊκό όρο. Ως επιμέρους στόχοι ορίζονται κυρίως η αύξηση των συνολικών πάγιων επενδύσεων, των ιδιωτικών και δημοσίων δαπανών σε έρευνα και ανάπτυξη, η σταδιακή αύξηση των εξαγωγών, ο πολλαπλασιασμός των μεσαίων και μεγάλων επιχειρήσεων, ώστε να ενισχυθούν η παραγωγικότητα και οι εξαγωγές και, τέλος, η μεγαλύτερη συμμετοχή στην αγορά εργασίας των νέων και των γυναικών.

Οι παραπάνω στόχοι δεν σημαίνουν μόνο ότι η Ελλάδα δεν έχει παρά να προσαρμοστεί στα πρότυπα της Ενωσης και να ακολουθήσει τις εξελίξεις της. Συνεπάγονται και κάτι πολύ διαφορετικό. Οι πολίτες της χώρας οφείλουν να καταβάλουν κάθε προσπάθεια να αξιοποιήσουν τις υπάρχουσες δυναμικές για να πετύχουν ταχύτερους ρυθμούς ανάπτυξης και ευρύτερη κοινωνική δικαιοσύνη.

Το «Σχέδιο» ακολουθεί και εκφράζει τις γενικότερα αποδεκτές και ευρύτερα εφαρμοζόμενες στις χώρες της Ενωσης αρχές οικονομικής πολιτικής. Σε κείμενο που δημοσιεύτηκε φέτος το καλοκαίρι θεωρήθηκε ότι η Εκθεση «είναι εκτός τόπου και χρόνου» διότι διαπνέεται από «νεοφιλελεύθερες ιδεολογίες». Ομως η Ελλάδα ως μέλος της Ευρωπαϊκής Ενωσης συνδεδεμένη οικονομικά και πολιτικά με τις χώρες της Ενωσης που εφαρμόζουν την οικονομία της αγοράς δεν έχει το περιθώριο να εφαρμόσει ένα δικό της οικονομικό πρότυπο που θα στηρίζεται σχεδόν αποκλειστικά στην κυριαρχία του κράτους. Πρέπει να αναπτυχθεί στις συνθήκες του χώρου στον οποίο ανήκει τόσο πολιτικά όσο και οικονομικά. Αλλωστε και ιστορικά συνδέεται με τον χώρο αυτό.

Εκείνο το οποίο οφείλει να επιδιώξει είναι η όποια οργάνωση της οικονομίας να συνεισφέρει σημαντικά στη βελτίωση του επιπέδου ζωής των εργαζομένων και στη δικαιότερη κατανομή του παραγόμενου πλούτου. Αυτό επιτυγχάνεται με συστηματική προσπάθεια και συνείδηση της ανάγκης για κοινωνική δικαιοσύνη. Πραγματοποιείται με τη συμμετοχή και επιρροή της στη διαμόρφωση της πολιτικής του ευρωπαϊκού χώρου που είναι εγγυητής τόσο της ασφάλειας όσο και της συμπαράστασής του στις οικονομικές της εξελίξεις.

Οπως προκύπτει από τα δημοσιευόμενα στατιστικά στοιχεία η Ελλάδα υστερεί σημαντικά σε πολλούς τομείς. Ιδιαίτερα χαρακτηριστική είναι η αναλογία του χρέους προς το ακαθάριστο προϊόν της χώρας (ΑΕΠ). Το ΑΕΠ θα πρέπει να είναι υψηλότερο του χρέους σε μια αναπτυσσόμενη οικονομία και θα πρέπει να υπάρχουν προοπτικές διαρκούς επέκτασης των οικονομικών δραστηριοτήτων, ώστε να διατηρείται και να αυξάνεται η διαφορά προς το χρέος. Στην Ελλάδα όμως σύμφωνα με έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής το χρέος είναι κατά πολύ υψηλότερο του ΑΕΠ. Υπολογίζεται ότι το 2021 θα είναι 199,6%, το 2022 193,1% και το 2023 187,3% του ΑΕΠ. Η αντιμετώπιση αυτού του προβλήματος θα είναι αντικείμενο ιδιαίτερης συνεννόησης με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Η υστέρηση της χώρας επιβεβαιώνεται και από σειρά άλλων στοιχείων. Κατατάσσεται 28η σε 33 χώρες όσον αφορά την επιλογή των ανώτατου διοικητικού προσωπικού. Το ποσοστό των μαθητών με χαμηλές επιδόσεις είναι πολύ υψηλότερο στην Ελλάδα από άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Οι ελληνικές εξαγωγές βιομηχανικών προϊόντων το 2019 ήταν 9,2% του ΑΕΠ ενώ για εννέα ευρωπαϊκές χώρες πληθυσμιακά συγκρίσιμες με την Ελλάδα ήταν 38,2%. Η αξία της αγροτικής παραγωγής ανά αγροτική εκμετάλλευση είναι από τις χαμηλότερες στην Ενωση. Η χαμηλή παραγωγικότητα έχει ως αποτέλεσμα και το πολύ χαμηλό εισόδημα των αγροτών. Το ποσοστό απασχόλησης στην Ελλάδα είναι περίπου 13 εκατοστιαίες μονάδες χαμηλότερο του ποσοστού στην Ευρωπαϊκή Ενωση των 15. Η ανταγωνιστικότητα των ελληνικών επιχειρήσεων είναι γενικά χαμηλή. Υπάρχουν βέβαια και θετικά στοιχεία. Ο ελληνικός τουρισμός συνεισέφερε το 20,8% του ΑΕΠ το 2019 (39 δισ. ευρώ). Η Ελλάδα κατέχει τη 13η θέση στον κόσμο από πλευράς διεθνών αφίξεων. Παρ’ όλ’ αυτά είναι γεγονός ότι υπάρχουν σημαντικά εμπόδια στην αναπτυξιακή της πορεία και είναι αναγκαίος ο σχεδιασμός πολιτικών που θα εξασφαλίσουν επιταχυνόμενη πρόοδο.

Η Εκθεση αφιερώνει ένα κεφάλαιο στην εργασία, αλλά και σε πολλά σημεία αναφέρεται στα προβλήματα των εργαζομένων. Κατά την Εκθεση το επιχειρηματικό υπόδειγμα στην Ελλάδα χαρακτηρίζεται από την ύπαρξη μικρών και ατομικών επιχειρήσεων χαμηλής παραγωγικότητας. Το γεγονός αυτό επηρεάζει σημαντικά τη σχέση εργοδότη – εργαζομένου. Το ποσοστό απασχόλησης στην Ελλάδα είναι περίπου 13 εκατοστιαίες μονάδες χαμηλότερο του ποσοστού της Ευρωπαϊκής Ενωσης, γεγονός που ερμηνεύει και το υψηλότερο ποσοστό ανεργίας. Ταυτόχρονα η σημαντική έκταση της παραοικονομίας (κατά ορισμένες εκτιμήσεις αντιστοιχεί στο 25% του ΑΕΠ) έχει ως αποτέλεσμα ένα σημαντικό ποσοστό εργαζομένων να μη δηλώνει την απασχόληση αποφεύγοντας έτσι την πληρωμή εισφορών για την κοινωνική ασφάλιση. Σημαντική βελτίωση της θέσης των εργαζομένων συναρτάται με την αύξηση του αριθμού των μεγάλων και μεσαίων επιχειρήσεων.

Απαραίτητη θεωρείται και η ριζική αναβάθμιση του συστήματος κατάρτισης τόσο των ανέργων όσο και των εργαζομένων, η διευκόλυνση της πληρέστερης ένταξης γυναικών στην αγορά εργασίας με αύξηση των αμοιβών τους.

Τέλος, στα σχετικά με τα θέματα εργασίας τονίζεται η βελτίωση της δομής και στόχευσης των κοινωνικών επιδομάτων, που σήμερα λειτουργούν ενίοτε και ως αντικίνητρα για την εργασία.

Η Εκθεση τονίζει, ότι η προοπτική μετασχηματισμού της οικονομίας με αύξηση της παραγωγικότητας και της εξωστρέφειας θα επιτρέψει τη σταδιακή σύγκλιση με τις άλλες οικονομίες της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Θα επιτρέψει όμως επίσης την πληρέστερη εκμετάλλευση των πλεονεκτημάτων που σχετίζονται με τα ειδικά χαρακτηριστικά της χώρας, όπως η γεωγραφική της θέση και η ύπαρξη ισχυρής ομογένειας και άλλου προσωπικού στο εξωτερικό.

Η Εκθεση αποτελεί ένα σημαντικό βήμα για τη διαμόρφωση μιας συστηματικής προσπάθειας της χώρας. Η χώρα πολλές φορές στο παρελθόν δεν είχε πρόγραμμα και κατευθύνσεις για την ανάπτυξη. Η οικονομική πολιτική ήταν μόνο μέσο εκμετάλλευσης για πολιτικούς στόχους. Δεν έχουμε παρά να θυμηθούμε την καταστροφική εξέλιξη που άρχισε το 2005 και οδήγησε σε ελάχιστο χρόνο το 2010 στην καθολική αδυναμία της να παρακολουθήσει τις εξελίξεις της διεθνούς οικονομίας. Το Σχέδιο Πισσαρίδη παρά τις δυνατόν διαφορετικές αξιολογήσεις των προτάσεών του, την ανάδειξη και άλλων σημαντικών θεμάτων, που οφείλουμε να προσέξουμε, είναι μια αξιόλογη βάση για μια συστηματική προσπάθεια εξόδου από την κρίση.

Πηγή: newpost.gr

Σχετικά Άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

* Το email σας δεν θα εμφανιστεί