«Έστω και με μεγάλη καθυστέρηση, η κυβέρνηση οφείλει να ζητήσει την επιβολή κυρώσεων προς την Τουρκία»

Έστω και με μεγάλη καθυστέρηση, η κυβέρνηση οφείλει να ζητήσει την επιβολή κυρώσεων προς την Τουρκία, σχολιάζουν στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ.

“Πολύ μεγάλη πρόκληση για την παγκόσμια κοινότητα και τον χριστιανισμό, που επηρεάζει όχι μόνο τις ελληνοτουρκικές, αλλά και τις διεθνείς σχέσεις” χαρακτήρισε ο βουλευτής Μεσσηνίας και εκπρόσωπος Τύπου του ΣΥΡΙΖΑ, Αλέξης Χαρίτσης, την απόφαση για τη μετατροπή της Αγίας Σοφίας σε τζαμί στον ραδιοφωνικό σταθμό Real FM 97,8.  Χαρακτήρισε επίσης “χλιαρές” τις μέχρι στιγμής  αντιδράσεις της διεθνούς κοινότητας, επισημαίνοντας πως “πρέπει να αρθεί στο ύψος των περιστάσεων”, ενώ κάλεσε επισταμένα “την κυβέρνηση Μητσοτάκη να θέσει με πολύ επιτακτικό τρόπο το ζήτημα στην ΕΕ εν όψει και της επικείμενης Συνόδου Κορυφής και επιτέλους να προχωρήσει στο αίτημα  ενεργοποίησης των κυρώσεων προς τη γείτονα, όπως έχουμε εδώ και μήνες επισημάνει”. Υπενθύμισε, δε, πως “η δυνατότητα αυτή των κυρώσεων είναι κάτι το οποίο επετεύχθη τον Ιούνιο του 2019 από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ”, και έκρουσε τον κώδωνα του κινδύνου: “Η Τουρκία δεν είναι απομονωμένη, όπως προσπαθούσε να μας πείσει η κυβέρνηση όλο το προηγούμενο διάστημα, κλιμακώνει με επικίνδυνο τρόπο την επιθετικότητά της προσπαθώντας να πρωταγωνιστήσει στην περιοχή και για αυτό πρέπει να υπάρξει η αντίστοιχη απάντηση τόσο από τη διεθνή κοινότητα όσο και από την ελληνική κυβέρνηση”.

Επεκτείνοντας την κριτική του προς την κυβέρνηση Μητσοτάκη και επί του μετώπου της οικονομίας, ο Αλ. Χαρίτσης επισήμανε ότι “η κατάσταση είναι χειρότερη από αυτή που τεχνητά παρουσιάζεται, η κοινωνία είναι σε απόγνωση και οι πολίτες ήδη βιώνουν με επώδυνο τρόπο τις συνέπειες τις κρίσης, τις οποίες  η κυβέρνηση μεγιστοποιεί με την πολιτική της. Στη λογική του “βλέποντας και κάνοντας” με αποσπασματικά μέτρα, επιδότηση της ανεργίας και χωρίς  στήριξη των επιχειρήσεων και της εργασίας”.

Γ. Κατρούγκαλος: Ένα χρόνο δεν έπιασαν το «όπλο» των κυρώσεων και τώρα… αιφνιδιάζονται

Ο μηχανισμός ευρωπαϊκών κυρώσεων στην Τουρκία που εξασφάλισε ο Αλ. Τσίπρας το 2019 δεν χρησιμοποιήθηκε επί ένα έτος, η τουρκική προκλητικότητα μεγάλωσε και τώρα η κυβέρνηση Μητσοτάκη εμφανίζεται -μόνη αυτή- αιφνιδιασμένη για την Αγία Σοφία, με στελέχη όπως οι Αδ. Γεωργιάδης, Μ. Βορίδης κτλ. να παριστάνουν τον υπουργό Εξωτερικών, είπε ο τομεάρχης Εξωτερικών του ΣΥΡΙΖΑ Γιώργος Κατρούγκαλος μιλώντας Στο Κόκκινο και τον Γιώργο Τραπεζιώτη.

Μόνο η κυβέρνηση Μητσοτάκη φαίνεται αιφνιδιασμένη από τη μετατροπή της Αγίας Σοφίας σε τέμενος, είναι κάτι που είχε προαναγγελθεί. Αλλά είναι χαρακτηριστικό δείγμα της γενικότερης στάσης της στα θέματα εξωτερικής πολιτικής, έχοντας αφήσει την χώρα χωρίς διαύλους επικοινωνίας με την Τουρκία για σχεδόν ένα χρόνο, είπε ο κ. Κατρούγκαλος.

Για να μην χάνουμε το δάσος, όπως είπε χαρακτηριστικά, το βασικό ζήτημα είναι ποια θα έπρεπε να είναι η στάση της χώρας μας απέναντι στην αναθεωρητική στρατηγική της Τουρκίας, που το τελευταίο διάστημα εκδηλώνεται με ιδιαίτερη επιθετικότητα. Και εμείς έχουμε πει από την αρχή πως ο στόχος θα πρέπει να είναι ο διάλογος -αλλά για να συρθεί η Τουρκία σε διάλογο με βάση το Διεθνές Δίκαιο χρειάζεται διπλή τακτική από την Ελλάδα, με την μετατροπή των ελληνικών «κόκκινων γραμμών» σε ευρωτουρκικές και «εξοπλισμένες» με κυρώσεις, όπως πέτυχε ο Αλ. Τσίπρας ως πρωθυπουργός, ώστε να εμποδιστεί η Τουρκία να κάνει την επόμενη επιθετική κίνηση, αλλά και με την αναζήτηση της πρωτοβουλίας στις δικές μας κινήσεις, να μην περιμένει η Ελλάδα να αντιδράσει κατόπιν εορτής.

Ν. Φίλης: Διαρθρωμένος διάλογος, ώστε την κατάλληλη στιγμή να πάμε στη Χάγη επί τη βάσει του Διεθνούς Δικαίου

Ο Νίκος Φίλης μίλησε στον Παύλο Τσίμα (ραδιόφωνο ΣΚΑΪ):

Επί κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, όταν είχαν εγερθεί εκ μέρους της Τουρκίας τα γνωστά ζητήματα για την κυπριακή ΑΟΖ, παραβιάζοντας το Διεθνές Δίκαιο, είχε επιτευχθεί μια καταρχήν απόφαση για κυρώσεις της ΕΕ σε βάρος της Τουρκίας. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη ξέχασε τελείως αυτή την απόφαση. Διπλωματικά μιλώντας, επί ένα χρόνο, το θέμα υποβαθμίστηκε και ξεχάστηκε. Αυτό φανερώνει αμηχανία και έλλειψη συνεκτικής πολιτικής ως προς τα ελληνοτουρκικά.

Διπλωματία δεν γίνεται με ένα τηλεφώνημα ανάμεσα στους δύο ηγέτες -που ορθώς μιλάνε- αλλά με συνέχεια στις ενέργειές σου. Για παράδειγμα, το 2004 είχε επιτευχθεί η αποδοχή εκ μέρους της Τουρκίας για προσφυγή στη Χάγη, αλλά ξεχάστηκε από την κυβέρνηση Καραμανλή.

Ο Ερντογάν είναι πολύ πιεσμένος στο εσωτερικό του. Έχει σοβαρότατα οικονομικά προβλήματα, η αντιπολίτευση κερδίζει διαρκώς έδαφος, ιδίως μάλιστα στην Κωνσταντινούπολη όπου πρόσφατα έχασε το δήμο αν και υποψήφιός του ήταν ο πρώην πρωθυπουργός του. Ο ίδιος επιδιώκει να εμφανίζεται ως επικεφαλής μιας, ας την ονομάσουμε έτσι, τουρκο-οθωμανικής πολιτικής σύνθεσης. Δεν θέλει να μετατρέψει την Τουρκία σε ισλαμιστικό κράτος, δεν θα κερδίσει κάτι από αυτό. Η Τουρκία έχει αντιθέτως δύναμη ακριβώς επειδή είναι κοσμικό κράτος με μουσουλμανικό πληθυσμό.

Είναι λανθασμένη η εκτίμηση ότι ο Ερντογάν επιδιώκει να φτιάξει ένα Ιράν στη Μεσόγειο. Όπως ήταν λανθασμένη και αφελής η εκτίμηση πριν δυο χρόνια ότι η Τουρκία τα «έσπαγε» με τις ΗΠΑ και αυτό άνοιγε το δρόμο να γίνει η Ελλάδα το αγαπημένο παιδί της υπερδύναμης στη Μεσόγειο.

Το θέμα της Αγίας Σοφίας λοιπόν, δεν πρέπει να γίνει διμερές θέμα. Σε αυτό προφανώς συμφωνώ με την κυβέρνηση. Όταν όμως τα λέει αυτά ο κ. Δένδιας, ως αρμόδιος υπουργός, κι έρχεται ένας άλλος υπουργός, κορυφαίος μάλιστα, o κ. Βορίδης και λέει να… κάνουμε αντίποινα, όπως πχ. να κλείσουμε το σπίτι του Κεμάλ, τι εικόνα δίνουμε στην ελληνική και τη διεθνή κοινή γνώμη; Είναι δυνατόν με διγλωσσία, κανακεύοντας ένα κοινό το οποίο είναι ευπρόσβλητο σε εθνικιστικές παρορμήσεις, να πετύχουμε κάτι; Ή όταν ακούμε μητροπολίτες αντί να συζητούν για το λόγο του Χριστού να βγάζουν κορώνες ζητώντας να κλείσουν τα τουρκικά προξενεία στην Ελλάδα…

Τι συμβαίνει λοιπόν σήμερα; Ακόμα μια φορά «ιδιωτικοποιούμε» την εξωτερική πολιτική; Δεν το έχουμε πληρώσει αρκετά αυτό ως χώρα τις τελευταίες δεκαετίες;

Ο ΣΥΡΙΖΑ έδωσε εξετάσεις στην εξωτερική πολιτική και στην αντιμετώπιση των εθνικών θεμάτων με επωφελή και όχι εθνικιστικό τρόπο. Εξετάσεις έδωσε και η ΝΔ, εκ του αντιθέτου όμως. Έκανε τότε φθηνή αντιπολίτευση, σε μια συμφωνία που τώρα ως κυβέρνηση εφαρμόζει πιστά. Σήμερα λοιπόν χρειάζεται ξανά ενεργοποίηση διπλωματική, για πολλά ζητήματα που αφορούν την Τουρκία. Όχι φυσικά μόνο για την Αγία Σοφία ούτε θεωρώντας ότι το ζήτημα αυτό είναι το ένα, κύριο και μοναδικό. Θα πάρει το δρόμο του κι αυτό, υπάρχουν ήδη πολλές φωνές διεθνώς, τοποθετήθηκε ως και ο Πάπας.

Το σημαντικό είναι να ανοίξει ο διάλογος για πολλά ζητήματα που αφορούν τις δύο χώρες. Γιατί πολύ φοβάμαι ότι μπορεί να αποτελέσει η Αγία Σοφία πρόσχημα για διακοπή του διαλόγου. Είναι κάτι που βολεύει και τον Ερντογάν. Χρειάζεται από την πλευρά μας να επιδιωχθεί και να να προετοιμαστεί ένας καλά διαρθρωμένος ελληνοτουρκικός διάλογος. Οι διαφορές μπορεί να λυθούν με δύο τρόπους. Με πόλεμο ή με διάλογο. Έχουμε πραγματικά επιλογή; Φυσικά όχι. Ούτε συμφέρει να αφήνουμε τις εκκρεμότητες να διαιωνίζονται και να προστίθενται συνεχώς νέες. Γιατί ο συσχετισμός γίνεται διαρκώς δυσμενέστερος για την Ελλάδα.

Να προσθέσω και κάτι τελευταίο. Στο ζήτημα της μετατροπής της Αγίας Σοφίας από μουσείο σε θρησκευτικό χώρο, το μόνο πολιτικό κόμμα στην Τουρκία που μίλησε κατά της απόφασης του Ερντογάν ήταν το HDP, το κόμμα της Αριστεράς και η εξωκοινοβουλευτική Αριστερά.

Αντίθετα, το κόμμα που αντιπολιτεύεται τον Ερντογάν στο όνομα -υποτίθεται- του Κεμάλ, δεν βρήκε κουβέντα να του αντιπαρατεθεί. Και αυτό δείχνει ότι η αδίστακτη εθνικιστική δημαγωγία έχει κοινό σε όλα τα κράτη. Ας το θυμόμαστε αυτό, γιατί ο εθνικισμός είναι διαχρονικά κοινός μας εχθρός.

Σχετικά Άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

* Το email σας δεν θα εμφανιστεί