“Μένουμε σπίτι” αλλά η κυβέρνηση δεν παίρνει την ευθύνη της ενώ αξιοποιεί το σοκ για σκληρά μέτρα

Για να μην ξεχνούμε ότι εκτός από τον κορονοϊό συμβαίνουν και άλλα άσχημα πράγματα στις ζωές μας. Ο βουλευτής Ηρακλείου του ΣΥΡΙΖΑ, Χάρης Μαμουλάκης, μιλά στο Candiadoc και παρεμβαίνει στις εξελίξεις

Η κυβέρνηση προσπαθεί να αντιμετωπίσει την πανδημία μόνο με απαγορεύσεις και μεταφορά της ευθύνης στους πολίτες, κάνοντας λόγο για την περίφημη “ατομική ευθύνη”. Στην ουσία έτσι δεν αναλαμβάνει και τη δική της ευθύνη. Στην πραγματικότητα «ενισχύει» το Δημόσιο Σύστημα Υγείας με εκκλήσεις για χειροκροτήματα και κάλεσμα για εθελοντές νοσηλευτές. Καμία νέα πρόσληψη γιατρού δεν έχει πραγματοποιηθεί τους τελευταίους δύο κρίσιμους μήνες. Καμία νέα πρόσληψη νοσηλευτή δεν έχει γίνει, ενώ το ιατρικό προσωπικό εκτίθεται διαρκώς σε όλο και χειρότερες συνθήκες ακόμα και για την δική του υγεία.

Αυτά αναφέρει, μεταξύ άλλων, σε συνέντευξή του στο Candiadoc, ο βουλευτής Ηρακλείου, Χάρης Μαμουλάκης, με αφορμή τις πρωτόγνωρες συνθήκες που βιώνουμε.

Όπως τονίζει, και τώρα, εν μέσω πανδημίας, η κυβέρνηση ακολουθεί μια καταστροφική και ιδεοληπτική υπέρ μεμονωμένων ιδιωτικών συμφερόντων στρατηγική στα μέτρα διαχείρισης των οικονομικών συνεπειών της κρίσης. Και εκμεταλλεύεται την κρίση για να περάσει σκληρά, νεοφιλελεύθερα μέτρα.

Η συνέντευξη

Ο ΣΥΡΙΖΑ εξ αρχής συναίνεσε στα μέτρα περιορισμού της κυκλοφορίας. Αυτό θα πει ότι η αξιωματική αντιπολίτευση στηρίζει την κυβέρνηση σε αυτή την συγκυρία; Άνευ κριτικής;

Στην Ελλάδα τα μέτρα περιορισμού της κυκλοφορίας επιβλήθηκαν έγκαιρα. Σε αυτή την απόφαση,  αναμφίβολα συνέβαλε και η έκταση της επιδημίας στην γειτονική Ιταλία. Από την πρώτη μέρα ο ΣΥΡΙΖΑ προσπάθησε να διαδοθεί το μήνυμα «Μένουμε Σπίτι», ώστε να βοηθήσουμε με όλες μας τις δυνάμεις στην ανάσχεση της διασποράς του ιού.

            Από εκεί και πέρα η στρατηγική που επιλέγει η κυβέρνηση για να διαχειριστεί την έξαρση της επιδημίας στη χώρα μας, προφανώς και αποτελεί αντικείμενο κριτικής από εμάς. Η  κυβέρνηση στην πραγματικότητα «ενισχύει» το Δημόσιο Σύστημα Υγείας με εκκλήσεις για χειροκροτήματα και κάλεσμα για εθελοντές νοσηλευτές. Καμία νέα πρόσληψη γιατρού δεν έχει πραγματοποιηθεί τους τελευταίους δύο κρίσιμους μήνες. Καμία νέα πρόσληψη νοσηλευτή δεν έχει γίνει, ενώ το ιατρικό προσωπικό εκτίθεται διαρκώς σε όλο και χειρότερες συνθήκες ακόμα και για την δική του υγεία.

            Επιπλέον, η επιδημιολογική διαχείριση της κρίσης, αν και δεν είναι το αντικείμενο μου, σίγουρα δεν είναι η καλύτερη. Η κυβέρνηση αρνείται να κάνει μαζικά διαγνωστικά τεστ, προφανώς για να μην στερήσει από τους κλινικάρχες την χρυσή ευκαιρία να κερδοσκοπήσουν εν μέσω πανδημίας. Αυτό, πέρα από βαθειά ανήθικο, έχει άμεσες επιπτώσεις και στην «εικόνα» που έχουμε για την ένταση και την έκταση του προβλήματος, επιτείνοντας το αίσθημα ανασφάλειας και ανησυχίας στην κοινωνία και στην οικονομία.

Τέλος, η κυβέρνηση συνεχίζει να μην λαμβάνει τα αναγκαία περιοριστικά μέτρα για τους χώρους εργασίας που συνεχίζουν να λειτουργούν. Αυτό στην παρούσα φάση είναι κρίσιμο γιατί αν την επόμενη εβδομάδα δεν υπάρχουν σημάδια κάμψης του ρυθμού διασποράς της ασθένειας ο περιορισμός στην λειτουργία ακόμη περισσότερων κλάδων θα είναι αναπόφευκτος, γεγονός που θα επιτείνει τις οικονομικές επιπτώσεις της επιδημίας.

Δηλαδή τι θα έκανε διαφορετικό μια κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ στις παρούσες συνθήκες;

Καταρχήν, αν σήμερα το ΕΣΥ είναι σε θέση, έστω και με περιορισμένα μέσα, να δώσει την μάχη του Covid-19 αυτό οφείλεται στα πεπραγμένα της προηγούμενης κυβέρνησης. Κατά την διάρκεια της προηγούμενης διακυβέρνησης έγιναν 19.500 προσλήψεις εκ των οποίων οι 8.500 ήταν μόνιμο προσωπικό στο δημόσιο σύστημα υγείας.

Σήμερα όμως, η κυβέρνηση ενώ μπορεί, επιλέγει να μην  προμηθεύσει το ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό με όλα τα απαραίτητα μέσα, να μην προχωρήσει στην άμεση πρόσληψη προσωπικού στο ΕΣΥ, να μην εκκινήσει την άμεση επαναπροκήρυξη  των 4.000 θέσεων που είχαν προκηρυχτεί επί ΣΥΡΙΖΑ στον χώρο της υγείας, να μην συνεχίσει την ανάληψη καθηκόντων των 2.000 υπό διορισμό νοσηλευτών, να μην προχωρήσει στην αύξηση των μονάδων εντατικής θεραπείας και την επίταξη όλων των ΜΕΘ σε ιδιωτικές κλινικές κ.α. Δεν είχε όμως, ενδοιασμούς, να διπλασιάσει τις αμοιβές (1600 ευρώ, αντί 800)  για τα κρεβάτια ΜΕΘ σε ιδιωτικές κλινικές.

Λεφτά υπάρχουν;

            Για όλα αυτά η κυβέρνηση υποδύεται ότι δεν υπάρχουν λεφτά ενώ υπάρχουν π.χ. για την χρηματοδότηση της, δια νόμου υποχρεωτικής και δωρεάν, καμπάνιας για την ενημέρωση των πολιτών στα προληπτικά μέτρα για την αντιμετώπιση της πανδημίας. Είδαμε όλοι το σχετικό ΦΕΚ όπου αναφέρεται το ποσό των 11 εκατομμυρίων.

Γιατί σχολιάζετε αρνητικά τα μέτρα που έχει εξαγγείλει η κυβέρνηση για την διαχείριση των επιπτώσεων στην Οικονομία;

Η κυβέρνηση ακολουθεί μια καταστροφική και ιδεοληπτική υπέρ μεμονωμένων ιδιωτικών συμφερόντων στρατηγική στα μέτρα διαχείρισης των οικονομικών συνεπειών της κρίσης. Σε επίπεδο εθνικής οικονομίας, η κυβέρνηση αρνείται να επιδείξει την αποφασιστικότητα που απαιτείται ώστε να  αποφύγουμε μιας μακράς διάρκειας νέα ύφεση. Για να έχουμε μια εικόνα των διαφορετικών μορφών διαχείρισης της σημερινής κρίσης αξίζει να έχουμε στο νου μας ότι π.χ. στην Πορτογαλία, που έχει παρόμοιο μέγεθος και προβλήματα με την χώρα μας, η κυβέρνηση έχει ήδη εξαγγείλει μέτρα 20 δις για την ενίσχυση των εργαζομένων και των επιχειρήσεων. Στην Ελλάδα π.χ. η κυβέρνηση θα μπορούσε κάλλιστα να καλύψει το σύνολο του κόστους των εργαζομένων του ιδιωτικού τομέα για όσο διαρκούν τα  μέτρα προστασίας καθώς, και η Ευρώπη το «επιτρέπει», αλλά και υπάρχουν οι δημοσιονομικές δυνατότητες. Σε χώρες όπως η Γαλλία, η Ισπανία, η Πορτογαλία και αλλού, η κυβέρνηση καλύπτει από το 75% έως το 100% του μισθολογικού κόστους στον ιδιωτικό τομέα.

Η αλήθεια είναι ότι σα να χαίρεται στην αναμπουμπούλα και στο σοκ του κόσμου και περνά μέτρα…

Ακριβώς και δείχνει πόσο επικίνδυνη είναι η σημερινή κυβέρνηση φαίνεται κυρίως στον τομέα των εργασιακών, όπου εκεί πια αποτυπώνεται όλη η νεοφιλελεύθερη ιδεολογία της ΝΔ. Ενώ όλες οι υπόλοιπες χώρες της Ευρώπης επιδοτούν την διατήρηση των θέσεων εργασίας στις επιχειρήσεις με τις υφιστάμενες συμβάσεις, η δική μας κυβέρνηση επιδοτεί την διατήρηση του αριθμού των θέσεων εργασίας ανοίγοντας ταυτόχρονα ένα παράθυρο  για την βίαιη μεταβολή της συντριπτικής πλειοψηφίας των ιδιωτικών σχέσεων εργασίας στη χώρα. Αυτό αναπόφευκτα σημαίνει ότι όταν θα βγούμε από τα σπίτια μας τα επίπεδα ανεργίας στη χώρα θα θυμίζουν τις χειρότερες στιγμές της προηγούμενης κρίσης την ώρα που άλλες χώρες απαγορεύουν ρητά τις απολύσεις σε αυτές τις συνθήκες. Το δε μέτρο της εκ περιτροπής εργασίας στην πραγματικότητα βρισκόταν ήδη στην ατζέντα της ΝΔ πριν τις εκλογές, γιατί με αυτό τον τρόπο  ήθελε να αναδιαμορφώσει την αγορά εργασίας.

Εκτιμάτε, δηλαδή, ότι προσπαθεί να εκμεταλλευτεί αυτή την υγειονομική κρίση για να περάσει πολιτικές που πιθανώς δε θα μπορούσε;

            Είναι φανερό από τον τρόπο που η ΝΔ διαχειρίζεται αυτή την κρίση ότι  αποσκοπεί στην εκμετάλλευση της ίδιας της κρίσης, που τελικά αναδύεται ως αφορμή για την εξυπηρέτηση μεμονωμένων επιχειρηματικών συμφερόντων. Η υπόθεση με την τηλε-εκπαίδευση στους ελεύθερους επαγγελματίες είναι ενδεικτική. Αντί η κυβέρνηση να προσπαθήσει να βρει πόρους για να δώσει ένα έκτακτο επίδομα στους χιλιάδες νέους επιστήμονες (δικηγόρους, μηχανικούς, οικονομολόγους κ.ο.κ.), οι οποίοι  σε αυτές τις συνθήκες βλέπουν τα όποια εισοδήματα τους να εξανεμίζονται ακαριαία, βρίσκει πόρους, όμως που θα καταλήξουν στην τσέπη των ινστιτούτων κατάρτισης, με τα οποία, προφανώς, έχει προνομιακή σχέση.

Ωστόσο φαίνεται ότι σε επίπεδο Ευρώπης υπάρχει μια κινητικότητα που ενδέχεται να οδηγήσει σε χαλάρωση των όρων του Συμφώνου Σταθερότητας.

Η ευρωπαϊκή απάντηση δυστυχώς παραμένει αναντίστοιχη των περιστάσεων. Έχετε δίκιο, η Κομισιόν όντως έχει χαλαρώσει τους όρους του Συμφώνου Σταθερότητας και άρα οι κυβερνήσεις είναι ελεύθερες να «ξοδέψουν» όσο θέλουν για να διαχειριστούν τις οικονομικές συνέπειες της πανδημίας. Αντίστοιχα, έχει επέλθει χαλάρωση και στους όρους τήρησης της νομοθεσίας περί ανταγωνισμού, και άρα η απευθείας χρηματοδότηση από το κράτος διαφορετικών επιχειρήσεων είναι ευκολότερη. Τέλος, η ΕΚΤ επί της ουσίας χρησιμοποιεί κάθε διαθέσιμο εργαλείο εντός του υφιστάμενου πλαισίου για την  τόνωση της ρευστότητα στην αγορά. Όμως όλα αυτά δεν επαρκούν γιατί το υφιστάμενο πλαίσιο των ευρωπαϊκών θεσμών είναι ακατάλληλο για την διαχείριση ανάλογων κρίσεων.

Έχει τεθεί το θέμα του ευρωομολόγου.

 Ναι, και η αντιπαράθεση στο τελευταίο Eurogroup αναφορικά με την έκδοση του ευρωομολόγου είναι ενδεικτική. Οι χώρες του Νότου πίεζαν ώστε να μπορέσουν ενωμένες οι χώρες τις Ευρώπης να βγουν στις αγορές σε αυτές τις δύσκολες συνθήκες. Από την μεριά της, η Γερμανία υποδείκνυε τον ESM ως τον βέλτιστο τρόπο για την χρηματοδότηση των έκτακτων χρηματοδοτικών αναγκών χωρών όπως η Ιταλία και Ισπανία. Ο ESM, ωστόσο, είναι ένα εργαλείο που έχει κατασκευαστεί για να χρηματοδοτεί χώρες της ευρωζώνης που αντιμετωπίζουν κρίσεις δημόσιου χρέους εξαιτίας, σύμφωνα με την νεοφιλελεύθερη αντίληψη, των υψηλών ελλειμμάτων τους, των υπερβολικών δημόσιων δαπανών ή των διαρθρωτικών προβλημάτων των οικονομιών τους. Άρα η Γερμανία, ακόμα και στην παρούσα συγκυρία, κατανοεί την πανδημία ως έλλειμμα ανταγωνιστικότητας των χωρών του Νότου. Μια χρηματοδότηση, δε, από τον ESM, θα συνδεόταν  και με υποχρεώσεις, δηλαδή μνημόνια, για όσες χώρε το επέλεγαν. Η στάση αυτή έχει ως βασικό στόχο να λειτουργήσει ο ESM ως φόβητρο ώστε οι χώρες του νότου, στην μεγαλύτερη υγειονομική κρίση του αιώνα που διανύουμε να αγνοήσουν τις ανάγκες των πολιτών τους και να επιδιώξουν εκ νέου την υποτιθέμενη Ιθάκη της δημοσιονομικής πειθαρχίας. Δεν θα μπορούσε να υπάρξει άλλη καλύτερη απόδειξη για τον τρόπο με τον οποίο  οι ηγεμονικές νεοφιλελεύθερες αντιλήψεις απειλούν την Δημοκρατία σε ολόκληρη την Ευρώπη.

Σχετικά Άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

* Το email σας δεν θα εμφανιστεί