Ο νόμος – ρουσφέτι υπέρ των “ημετέρων” και των μιντιαρχών- Ακόμα και η “Καθημερινή” αντέδρασε

«Το νομοσχέδιο “Επενδύω στην Ελλάδα” φέρνει το επενδυτικό περιβάλλον της χώρας μας στον 21ο αιώνα και στην ψηφιακή εποχή. Ενσωματώνει καλές ευρωπαϊκές και διεθνείς πρακτικές, αίρει γραφειοκρατικά εμπόδια στις επενδύσεις και ενθαρρύνει την πλήρη απασχόληση», έγραψε ο πρωθυπουργός στο twitter χαιρετίζοντας την ψήφιση του αναπτυξιακού νομοσχεδίου από την Βουλή.

Πάντως ο ίδιος απέφυγε για ακόμη μια φορά να παραστεί στη Βουλή παρά το γεγονός ότι όλο το προηγούμενο διάστημα το κυβερνητικό επιτελείο παρουσίαζε το αναπτυξιακό ως την πλέον εμβληματική μεταρρύθμιση της διακυβέρνησής του. Η απουσία του σχολιάστηκε ποικιλοτρόπως και μεταξύ άλλων προκάλεσε την αντίδραση της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Πηγές του ΣΥΡΙΖΑ, ανέφεραν πως «ο κ. Μητσοτάκης με την απουσία του επιβεβαίωσε ότι δεν είχε το θάρρος να έρθει στη Βουλή και να υπερασπιστεί το κατ’ ευφημισμό αναπτυξιακό νομοσχέδιο», αλλά και «τις αθλιότητες» του υπουργού του Άδωνι Γεωργιάδη. Οι ίδιες πηγές χαρακτήριζαν το νομοσχέδιο μια συρραφή από ρουσφέτια σε χορηγούς της ΝΔ και την κατάργηση όλων των δικαιωμάτων των εργαζομένων κατ’ εντολή του ΣΕΒ». 

Σε κάθε περίπτωση και παρά την απουσία του, αποτελεί ερώτημα αν στις «καλές και διεθνείς πρακτικές» ο Κυριάκος Μητσοτάκης εντάσσει την κατάργηση της ονομαστικοποίησης των μετοχών και την εξαίρεση των ιδιοκτητών μέσων ενημέρωσης από την υποχρέωση υποβολής «πόθεν έσχες». Όπως αποτελεί ερώτημα εάν η «μετάβαση στην ψηφιακή εποχή» περνά μέσα από την χορήγηση επενδυτικών κινήτρων σε εταιρίες… ταχυμεταφορών, ο διπλασιασμός των μισθών των golden boys των ΔΕΚΟ, και η επιδότηση φιλικών προς την κυβέρνηση εφημερίδων. Και, προφανώς, ζητείται και μια απάντηση στο εάν η «ενθάρρυνση της πλήρους απασχόλησης» περνά μέσα από το ξήλωμα των συλλογικών συμβάσεων και την κατάργηση της διαιτησίας.

Το μεγαλύτερο όμως όλων των ερωτημάτων είναι ποια είναι τελικά η ουσία και η στρατηγική φιλοσοφία του περίφημου αναπτυξιακού νομοσχεδίου – ενός νομοσχεδίου που ξεκίνησε ως η υλοποίηση μιας από τις πλέον εμβληματικές προεκλογικές εξαγγελίες της κυβέρνησης και κατέληξε σε μια «σκούπα» εξυπηρέτησης γνωστών και αγνώστων «ημετέρων» μέσα από μια ανερμάτιστη συρραφή άρθρων, προσθηκών και άσχετων τροπολογιών. Το νομοσχέδιο, όταν τέθηκε στην δημόσια διαβούλευση, είχε 85 άρθρα, όταν κατατέθηκε στην Βουλή είχε φθάσει στα 213 και μέχρι χθες το βράδυ είχε αποκτήσει άλλα… 21, αριθμώντας τελικά 234 άρθρα.

Εξ αυτού του συνονθυλεύματος των νομοθετημάτων ξεχωρίζουν τρεις κατηγορίες: Η πρώτη είναι εκείνη που ξηλώνει εκ βάθρων κάθε δίχτυ ασφαλείας στις εργασιακές σχέσεις ανοίγοντας διάπλατα το παράθυρο στην κατάργηση των συλλογικών και κλαδικών συμβάσεων και την υπερίσχυση των επιχειρησιακών, καταργώντας ουσιαστικά την δυνατότητα προσφυγής των εργαζομένων στην διαιτησία και εισάγοντας την ηλεκτρονική ψηφοφορία για την προκήρυξη απεργίας.

Η δεύτερη κατηγορία είναι εκείνη που, στο όνομα της ανάπτυξης, καταργεί θεμελειώδης αρχές προστασίας του περιβάλλοντος και εισάγει σειρά δήθεν αναπτυξιακών «φωτογραφικών» κινήτρων και ελαφρύνσεων που, στην πράξη, εξυπηρετούν πελατειακές σχέσεις. Το νομοσχέδιο φθάνει έτσι να δίνει επενδυτικά κίνητρα σε επιχειρηματικές δραστηριότητες που ξεκινούν από τις εξορύξεις και το real estate και φθάνουν έως τις εκδοτικές επιχειρήσεις με ελάχιστη έως ανύπαρκτη προστιθέμενη αξία και χωρίς κανένα στοιχείο εξωστρέφειας.

Η τρίτη κατηγορία είναι ίσως και η πλέον σκανδαλώδης. Περιλαμβάνει έναν καταιγισμό ανερμάτιστων άρθρων και τροπολογιών που κραυγάζουν για την ρουσφετολογική και πελατειακή εξυπηρέτηση πολύ συγκεκριμένων συμφερόντων. Μεταξύ αυτών αξίζει να ξεχωρίσουν:

  • Η χαλάρωση των προϋποθέσεων και η μείωση των απαιτούμενων ελάχιστων θέσεων εργασίας που προέβλεπε η έως τώρα νομοθεσία για να χαρακτηριστεί μια επένδυση  «Στρατηγική» ή να ενταχθεί στις λεγόμενες «Εμβληματικές Επενδύσεις». Εδώ, «φωτογραφίζονται» κυρίως τουριστικές επενδύσεις για τις οποίες θα αρκεί πλέον προϋπολογισμός 50 εκατομμυρίων ευρώ με 100 θέσεις εργασίας, ενώ για προϋπολογισμό άνω των 100 εκατ. καταργείται η προϋπόθεση των ελάχιστων θέσεων εργασίας.
  • Η αναδρομική, από το 2017, νομιμοποίηση αγορών ακινήτων για απόκτηση χρυσής βίζας που έχουν γίνει μέσω POS. Εδώ, η αντιπολίτευση εγείρει σοβαρό θέμα, καθώς ακριβώς το 2017 είχε αποκαλυφθεί το σκάνδαλο με τις παράνομες συναλλαγές με POS μέσω Κίνας – άρα, προκύπτει εύλογο ερώτημα για το ποια πρόσωπα ευνοούνται. Hταν το σκάνδαλο στο οποίο είχε πρωταγωνιστήσει εταιρία real estate που ανήκε στον τότε αντιπρόεδρο της Jumbo o Ευάγγελο Παπαευαγγέλου, ενώ εμπλέκονταν και στελέχη της Εθνικής Τράπεζας.
  • Η ρύθμιση με την οποία επιμηκύνονται σε τέσσερα χρόνια οι θητείες των διοικήσεων Επιμελητηρίων που σήμερα είναι φιλικές προς την κυβέρνηση, όπως του Οικονομικού Επιμελητηρίου.
  • Το άρθρο 12 με το οποίο εξαιρούνται οι ΔΕΚΟ, που είτε έχουν έσοδα άνω των 100 εκατ. ευρώ, είτε απασχολούν πάνω από 3.000 εργαζομένους, από το ανώτατο πλαφόν των 4.600 ευρώ μικτά στην μισθοδοσία των διευθύνοντων και εντεταλμένων συμβούλων. Με την αλλαγή αυτή – που αφορά σίγουρα τη ΔΕΗ, τον ΟΑΣΑ, τον ΟΣΥ, τη ΣΤΑΣΥ, τα ΕΛΤΑ, την ΕΥΔΑΠ και την ΕΥΑΘ – αυτή οι αμοιβές των συγκεκριμένων στελεχών αυξάνονται στα 7600 ευρώ μικτά.
  • Η διάταξη που καταργεί την ονομαστικοποίηση των μετοχών για τους ιδιοκτήτες μέσων ενημέρωσης καθώς και την υποχρέωσή τους για υποβολή πόθεν έσχες.
  • Η έτερη τροπολογία που αλλάζει τον νόμο Κρέστου για την ενίσχυση των εφημερίδων. Η νέα ρύθμιση δίνει την δυνατότητα ενίσχυσης ακόμη και εφημερίδων που χωστούν σε εφορία, ασφαλιστικά ταμεία και εργαζόμενους – μια πρόβλεψη η οποία προκάλεσε την έντονη αντίδραση ακόμη και της «Καθημερινής» η οποία κάνει λόγο για «στρέβλωση του ανταγωνισμού εις βάρος των συνετών και υγιών επιχειρήσεων του κλάδου».

Της Μαρίνας Αλεξανδρή- tvxs.gr

Αφήστε ένα σχόλιο

* Το email σας δεν θα εμφανιστεί