Διπλό ρουσφέτι σε βουλευτές που είχαν εκλεγεί πριν το 2013 υπέγραψε ο υφυπουργός Εργασίας

Συμπτωματικά οι παροχές αυτές υπογράφτηκαν μετά την αύξηση του ανώτατου πλαφόν συντάξεων στα 4.608 ευρώ

Διπλό ρουσφέτι για ειδικές εισφορές και αυξημένες συντάξεις σε βουλευτές που είχαν εκλεγεί πριν το 2013 υπέγραψε ο υφυπουργός Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, Νότης Μηταράκης, με πρόσθετο ασφαλιστικό μπόνους για πρώην δημοσίους υπαλλήλους που έγιναν βουλευτές και μπορούν πλέον να διεκδικήσουν επιπλέον ποσά. Μεταξύ των δυνητικά ωφελούμενων και ο προϊστάμενός του, πρώην εφοριακός, υπουργός Γιάννης Βρούτσης.

Με την εγκύκλιο σχετικά με την «Ασφάλιση βουλευτών στον ΕΦΚΑ και στο ΕΤΕΑΕΠ» ο υφυπουργός φέρεται να απαντά στον Ενιαίο Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης για ένα θέμα που ήταν… λυμένο μέχρι σήμερα, καθώς όλοι οι βουλευτές τα τελευταία χρόνια πλήρωναν εισφορές για κύρια σύνταξη βάσει του νόμου Κατρούγκαλου (6,67% ο ασφαλισμένος και 13,3% η Βουλή).

Με την παρέμβαση Μηταράκη, όσοι απέκτησαν για πρώτη φορά την ιδιότητα του βουλευτή μέχρι 31/12/2012 υπάγονται στις ρυθμίσεις του νομοθετικού διατάγματος 99/1974 (με υπογραφή Φαίδωνα Γκιζίκη) και «συνεχίζουν να καταβάλλουν ασφαλιστική εισφορά υπέρ του Δημοσίου (από 1/1/2017 υπέρ του ΕΦΚΑ) για τη λήψη βουλευτικής σύνταξης».

Ο παλιός είναι αλλιώς…

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει το απόσπασμα που αφορά την προαιρετική ασφάλιση υπαλλήλων Δημοσίου που εκλέχθηκαν βουλευτές πριν το 2013: το έγγραφο επικαλείται διατάξεις του Ν.3234/2004 και του Ν.3670/2008, με τις οποίες προβλέπεται η συνέχιση της ασφάλισης στο προγενέστερο ασφαλιστικό-συνταξιοδοτικό καθεστώς για έμμισθους δημόσιους λειτουργούς και υπαλλήλους του Δημοσίου, για υπαλλήλους των ΟΤΑ Α’ και Β’ βαθμού καθώς και για υπαλλήλους των ΝΠΔΔ οι οποίοι παραιτούνται από την ενεργό υπηρεσία προκειμένου να θέσουν υποψηφιότητα για την εκλογή τους στο βουλευτικό αξίωμα, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 56 του Συντάγματος.

Οι ασφαλιστικές εισφορές τους υπολογίζονται στον μισθό της οργανικής τους θέσης, όπως αυτός θα διαμορφωνόταν εάν συνέχιζαν να υπηρετούν στη θέση αυτή.

Δηλαδή οι βουλευτές που έχουν εκλεγεί για πρώτη φορά πριν από το 2013 και ήταν υπάλληλοι Δημοσίου, ΝΠΔΔ, ΟΤΑ, μπορούν, παράλληλα με την καταβολή της προβλεπόμενης εισφοράς στο Δημόσιο για τη λήψη βουλευτικής σύνταξης, να καταβάλλουν και εισφορά στο προγενέστερο καθεστώς ασφάλισης-συνταξιοδότησης. Επειδή πρόκειται για προαιρετική συνέχιση της ασφάλισης, το ανώτατο όριο εξετάζεται αυτοτελώς, χωρίς να λαμβάνεται υπόψη η βουλευτική αποζημίωση και οι εισφορές ασφαλισμένου και εργοδότη βαρύνουν στο σύνολό τους τον βουλευτή.

Το πιο ενδιαφέρον είναι ότι αυτό το «κέρασμα» αφορά μόνο όσους παλαιούς βουλευτές είχαν κάνει σχετική αίτηση πριν από το 2017 και μόνο για αυτούς θα ισχύσει κατ’ εξαίρεση.

Διευκρινίζεται πάντως ότι οι «νέοι» (για πρώτη φορά βουλευτές μετά την 1/1/2013) κατά τη διάρκεια της θητείας τους ασφαλίζονται για κύρια σύνταξη, πρόσθετη ασφάλιση και υγειονομική περίθαλψη στους φορείς που ασφαλίζονταν πριν από την εκλογή τους και ο χρόνος της θητείας τους λογίζεται ως χρόνος ασφάλισης στους φορείς αυτούς.

Τι προβλέπει το νομοθετικό διάταγμα 99/1974

Στο ΦΕΚ 295 τ.Α/1974 ρυθμίζονται θέματα συνταξιοδότησης προέδρων ή αντιπροέδρων κυβερνήσεως και των βουλευτών. Με την υπογραφή του τότε Προέδρου της Δημοκρατίας, στρατηγού Φαίδωνα Γκιζίκη («απεφασίσαμεν και διατάσσομεν» στον πρόλογο), δικαιούνται ισόβια σύνταξη πρόεδροι και αντιπρόεδροι κυβέρνησης που συμπλήρωσαν τουλάχιστον έξι μήνες σε αυτή τη θέση, αλλά και οι βουλευτές που συμπλήρωσαν τετραετή θητεία, συνεχή ή διακεκομμένη (ή δύο χρόνια για ΑμεΑ τουλάχιστον 67%) και η σύνταξή τους καταβάλλεται μόλις συμπληρώσουν την ηλικία των 55 ετών.

Το μέγιστο ποσό της μηνιαίας σύνταξης ορίζεται σε 80% του συνόλου των εκάστοτε συντάξιμων αποδοχών του προέδρου του Αρείου Πάγου και ξεκινά από το 25% για τετραετή θητεία, με προσαύξηση 25% για κάθε έτος μέχρι το δέκατο και 10% για κάθε έτος στη συνέχεια.

Ενδιαφέρον είναι ότι «η υπό των διατάξεων του παρόντος νομοθετικού διατάγματος προβλεπομένη σύνταξις καταβάλλεται, ανεξαρτήτως εάν οι δικαιούχοι ταύτης δικαιούνται και ετέρας συντάξεως ή βοηθήματος εκ του Δημοσίου ή Ασφαλιστικού Οργανισμού κυρίας ή επικουρικής ασφαλίσεως».

Στον χρόνο της βουλευτικής θητείας συνυπολογίζεται για την προσαύξηση της σύνταξης και ο χρόνος σε θέση εξωκοινοβουλευτικού υπουργού, αναπληρωτή υπουργού, υφυπουργού, καθώς και γενικού γραμματέα Βουλής, υπουργικού συμβουλίου και υπουργείων, επί κοινοβουλευτικών κυβερνήσεων, προγενέστερος ή μεταγενέστερος της βουλευτικής θητείας, εφόσον ο χρόνος αυτός δεν χρησίμευσε ούτε θα χρησιμεύσει για θεμελίωση σύνταξης από οποιονδήποτε φορέα κύριας ασφάλισης.

Σημειώνεται μάλιστα με έμφαση ότι στους δικαιούχους αυτής της σύνταξης και στα μέλη των οικογενειών τους «παρέχεται νοσοκομειακή και ιατροφαρμακευτική περίθαλψις, οία η εις δημοσίους υπαλλήλους α΄ βαθμού ειδικών θέσεων».

Για όλα αυτά προβλέπεται κράτηση 10% στους εν ενεργεία βουλευτές.

Ρουσφέτι για 12 βουλευτές

Μια παραδοχή και μια αποκάλυψη για την υγειονομική περίθαλψη των βουλευτών έβγαλαν οι τηλεφωνικές διευκρινίσεις του υφυπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, Νότη Μηταράκη στην εφημερίδα, μετά το δημοσίευμά της για το θέμα.

Η εγκύκλιος που έφερε στο φως η «Εφ.Συν.» επιχειρεί μια ρύθμιση που αφορά 12 βουλευτές -«όχι μόνο από Ν.Δ., αλλά και από ΣΥΡΙΖΑ», σημειώνει ο υφυπουργός- οι οποίοι είχαν πρωτοεκλεγεί πριν από το 2013, με αναστολή στη δημοσιοϋπαλληλική τους ιδιότητα και πλήρωναν στο παρελθόν παράλληλες εισφορές για τη θέση που θα είχαν εάν είχαν παραμείνει στο Δημόσιο.

Ο σχετικός νόμος καταργήθηκε το 2012, όμως με την έναρξη της νέας κοινοβουλευτικής περιόδου επιχειρείται η αναβίωσή του, που ξεκίνησε με ερώτημα βουλευτών στις υπηρεσίες της Βουλής, από εκεί στον ΕΦΚΑ, για να «ρυθμιστεί» από το υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων με μια απλή εγκύκλιο!

Σύμφωνα με τον υφυπουργό, «η εγκύκλιος δίνει το δικαίωμα σε αυτούς τους 12 βουλευτές να συνεχίσουν να πληρώνουν εισφορές και για τη (σε αναστολή) θέση που θα είχαν στο Δημόσιο, ελπίζοντας κάποτε που θα συμπληρώσουν τα απαιτούμενα χρόνια να πάρουν παράλληλη σύνταξη, έως το συνολικό όριο του νέου πλαφόν των 4.608 ευρώ».

Η αναφορά σε παράλληλη σύνταξη σε συνδυασμό με την παραπομπή στο νομοθετικό διάταγμα 99/1974 έχει ενδιαφέρον, καθώς τα τελευταία χρόνια με τον Ενιαίο Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης δεν υπάρχουν (νέες) παράλληλες συντάξεις, περικοπές διαδοχικής ασφάλισης και άλλες τέτοιες ομορφιές.

Οσοι έχουν ασφάλιση σε διάφορα πρώην Ταμεία ή παράλληλο διάστημα ασφάλισης μπορούν να συνυπολογίσουν τις πρόσθετες αμοιβές και εισφορές για υψηλότερη κύρια σύνταξη, πάντα στα όρια του νόμου (ώς 3.166 ευρώ στην πλήρη του εφαρμογή) καθώς πλέον δεν υπάρχουν χαμένες εισφορές.

Η άποψη του υφυπουργού ότι το πλαφόν των 4.608 ευρώ καλύπτει και αυτές τις περιπτώσεις, μάλλον είναι βιαστική, επειδή φαίνεται να στηρίζεται σε μια γνωμοδότηση του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους (αποδεκτή από το υπουργείο Εργασίας) για άλλο θέμα και δεν είχε λάβει υπόψη τυχόν αναβίωση του νομοθετικού διατάγματος 99/1974, το οποίο προβλέπει ότι η βουλευτική σύνταξη καταβάλλεται από την ηλικία των 55 ετών, ανεξαρτήτως εάν είναι δικαιούχοι άλλης σύνταξης ή βοηθήματος από το Δημόσιο ή από ασφαλιστικό οργανισμό -ούτε φυσικά την σχετική ομόφωνη απόφαση της Βουλής το 2012. Αραγε διάβασε το ν.δ. 99/1974 προτού υπογράψει την εγκύκλιο;

Επιπλέον, αυτές οι παροχές σχετίζονται με το συνταγματικού ενδιαφέροντος «Ψήφισμα Ζ» του 1975 (για σύγκριση με συντάξιμες αποδοχές προέδρου του Αρείου Πάγου, αλλά και ζητήματα που αφορούν τις εισφορές, περίθαλψη κ.ά.), ενώ το πλαφόν του ΕΦΚΑ αφορά μόνο τις συντάξεις που ο ίδιος καταβάλλει και υπάρχουν ήδη μια σειρά συντάξεων που δεν καταβάλλονται από τον ΕΦΚΑ (ενδεικτικά θυμάτων πολέμου, υπερήλικων ηθοποιών κ.ά.).

Μάλιστα ο υφυπουργός έθεσε και μια άλλη διάσταση, συνδέοντας μια διευκρίνιση για εισφορά περίθαλψης στην ίδια εγκύκλιο, απευθείας με το «Ψήφισμα Ζ» του 1975, υποστηρίζοντας ότι διαφωνεί η Βουλή με τον νόμο Κατρούγκαλου για την πληρωμή εισφορών στο σύνολο των εισοδημάτων αντί για ασφαλιστικές κλάσεις και… προτίθεται να προσφύγει δικαστικά.

Δήλωσε μάλιστα ότι ουσιαστικά «καταργεί την ελεύθερη επιλογή υγειονομικής περίθαλψης για τους βουλευτές» και ρυθμίζει ώστε να χρεωθούν εισφορές περίθαλψης από τον Ιούλιο 2019 αντί του ορθού, από τον Ιανουάριο 2017, διαγράφοντας τη σχετική υποχρέωση που μπορεί να φτάνει και τα 3.000 ευρώ για κάθε βουλευτή.

Είναι προφανές ότι αυτή η υποχρέωση θα μπορούσε να ρυθμιστεί ατομικά από κάθε βουλευτή, είτε με σταδιακή παρακράτηση είτε με ρύθμιση για όσους δεν επανεξελέγησαν (εφάπαξ ή με τις πάγιες 12 δόσεις ή ακόμη και με τη δυνατότητα των 120 δόσεων). Ο υφυπουργός προτίμησε να τα στερήσει από το δημόσιο σύστημα περίθαλψης.

Ανεξαρτήτως όμως των νομικών διατάξεων, το θέμα αγγίζει ζητήματα νοοτροπίας, ηθικής, λογικής και δικαίου. Επιχειρείται με εγκύκλιο η αναβίωση μιας πρακτικής που έχει καταδικαστεί και καταργηθεί ως προκλητική, επιτρέποντας σε κάποιους να εμφανίζουν εικονική ασφάλιση με έσοδα που προέρχονται αποκλειστικά από το Δημόσιο, δηλαδή από τους ίδιους τους φορολογουμένους, χωρίς να επιβαρύνονται με τον αναλογούντα φόρο εισοδήματος.

Οταν οφείλεις να ακολουθείς αρχές ηθικής για να προασπίσεις το δίκαιο στην κοινωνία, ποιο είναι το παράδειγμα που δίνουν αυτοί που αποφασίζουν για λογαριασμό μας στη Βουλή;

Του Γιάννη Μπαζαίου, Εφημερίδα των Συντακτών

Σχετικά Άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

* Το email σας δεν θα εμφανιστεί