Επαγγέλματα τον νέο αιώνα στην Ελλάδα

Ποια είναι η εξέλιξη των επαγγελμάτων στην Ελλάδα τις δυο τελευταίες δεκαετίες, και ποια θα είναι η εξέλιξή τους την επόμενη δεκαετία. Στη διεθνή βιβλιογραφία τέσσερις βασικοί παράγοντες θεωρείται ότι επιδρούν στις εξελίξεις των επαγγελμάτων.

Ο πρώτος αφορά τη ζήτηση για αγαθά και υπηρεσίες, που με τη σειρά του επιδρά στη ζήτηση για επαγγέλματα, ο δεύτερος στην τεχνολογία, που επιδρά όχι μόνο στα μεγέθη των επαγγελμάτων αλλά και στο περιεχόμενο και στον τρόπο άσκησης των καθηκόντων, ο τρίτος στο εκπαιδευτικό επίπεδο του πληθυσμού και στη μετανάστευση, που επιδρά στην προσφορά των επαγγελμάτων, και ο τέταρτος στις ρυθμίσεις των αγορών και ειδικότερα στις ρυθμίσεις των αγορών εργασίας.

Οι τέσσερις αυτοί παράγοντες συνδυαστικά διαμορφώνουν την προσφορά και τη ζήτηση των επαγγελμάτων, αλλά και την ανεργία, ως τμήμα των προσφερόμενων επαγγελμάτων που δεν αξιοποιείται από το παραγωγικό σύστημα της χώρας.

Τα επαγγέλματα την προηγούμενη δεκαετία

Την προηγούμενη δεκαετία, που περιλαμβάνει μια περίοδο (2000-2008) ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας και αύξησης της απασχόλησης και μια διετία ύφεσης της οικονομίας (2009-2010) και μείωσης της απασχόλησης, υψηλές αυξήσεις στα βασικά επαγγέλματα εμφάνισαν οι τεχνολόγοι και τεχνικοί βοηθοί (43,8%), τα επιστημονικά επαγγέλματα (40,5%) και οι ανειδίκευτοι εργάτες (47,2%), με τα άλλα επαγγέλματα να εμφανίζουν χαμηλότερες αυξήσεις (απασχολούμενοι στην παροχή υπηρεσιών 22,4%, ανώτερα διευθυντικά και διοικητικά στελέχη 8,0%, υπάλληλοι γραφείου 4,2% και χειριστές βιομηχανικών εγκαταστάσεων και εξοπλισμού 0,3%). Μειώσεις εμφάνισαν τα αγροτικά επαγγέλματα (27,3%) και οι τεχνίτες (14,2%) (διάγραμμα 1).

Οι υψηλές αυξήσεις των τεχνολόγων και των επιστημονικών επαγγελμάτων, επαγγελμάτων που απαιτούν υψηλά εκπαιδευτικά προσόντα (αποφοίτους τριτοβάθμιας εκπαίδευσης), και των ανειδίκευτων εργατών, επαγγελμάτων που απαιτούν χαμηλά εκπαιδευτικά προσόντα, σε συνδυασμό με τις χαμηλότερες αυξήσεις των άλλων επαγγελμάτων, υποδηλώνουν την ύπαρξη ενός φαινομένου που λέγεται πόλωση των επαγγελμάτων. Το φαινόμενο αυτό παρατηρείται όταν τα επαγγέλματα με υψηλά εκπαιδευτικά προσόντα αλλά και αυτά με χαμηλά εκπαιδευτικά προσόντα αυξάνονται ταχύτερα συγκριτικά με τα επαγγέλματα που απαιτούν ενδιάμεσα εκπαιδευτικά προσόντα.

Τούτο σε μεγάλο βαθμό οφείλεται στις επιδράσεις της τεχνολογίας, γιατί τα καθήκοντα των επαγγελμάτων υψηλών και χαμηλών προσόντων δεν είναι συνήθως επαναλαμβανόμενα, ενώ τα καθήκοντα των επαγγελμάτων με ενδιάμεσα εκπαιδευτικά προσόντα είναι, σε μεγαλύτερο βαθμό, επαναλαμβανόμενα, με αποτέλεσμα να μπορούν να αντικατασταθούν από καινούργια τεχνολογία και κυρίως από εισαγωγή στην παραγωγική διαδικασία τεχνολογιών των ηλεκτρονικών υπολογιστών.

Μια εκτίμηση λοιπόν των διαφορετικών αυξήσεων στα επαγγέλματα παρέχεται μέσα από τις επιδράσεις της τεχνολογίας. Οι μειώσεις των αγροτικών επαγγελμάτων οφείλονται στον εκσυγχρονισμό του αγροτικού τομέα, στις εφαρμοζόμενες ευρωπαϊκές και εθνικές πολιτικές αλλά και στη συνταξιοδότηση των αγροτών, καθώς οι αγρότες είναι μεγαλύτερης ηλικίας συγκριτικά με τους απασχολούμενους στους δύο άλλους παραγωγικούς τομείς. Οι μειώσεις των τεχνιτών, με τη σειρά τους, οφείλονται στη συνεχιζόμενη μείωση στη χώρα του τομέα της βιομηχανίας, που δυσκολεύεται να λειτουργήσει ανταγωνιστικά και να βρει διέξοδο στις διεθνείς αγορές, αλλά και στην εγχώρια.

Σε αναλυτικό επίπεδο (τριψήφιο κωδικό επαγγέλματος), αυξήσεις εμφάνισε ένας μεγάλος αριθμός επαγγελμάτων και μειώσεις ένας μικρότερος αριθμός. Ιδιαίτερη ωστόσο σημασία έχουν τα μεγάλα σε απασχόληση επαγγέλματα που εμφάνισαν υψηλές αυξήσεις, γιατί σε αυτά δημιουργούνται οι περισσότερες νέες θέσεις εργασίας και αντίστοιχα τα μεγάλα επαγγέλματα με υψηλές μειώσεις, γιατί σε αυτά χάνονται οι περισσότερες θέσεις εργασίας.

Ετσι, από τα ανώτερα διευθυντικά και διοικητικά στελέχη υψηλές αυξήσεις παρουσίασαν οι διευθυντές επιχειρηματίες και προϊστάμενοι μικρών επιχειρήσεων (25.510) και οι διευθυντές υπηρεσιών υποστήριξης (12.690), από τα επιστημονικά επαγγέλματα οι οικονομολόγοι, κοινωνιολόγοι (30.880), οι καθηγητές δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης (29.040), οι δάσκαλοι Δημοτικών σχολείων (22.390), οι δικηγόροι και νομικοί σύμβουλοι (15.140), οι ηλεκτρολόγοι-μηχανολόγοι (11.610), οι γιατροί (10.890) και σε μικρότερο βαθμό τα πρόσωπα που απασχολούνται στην πληροφορική (8.480). Από τους τεχνολόγους και τεχνικούς βοηθούς υψηλές αυξήσεις εμφάνισαν οι γραμματείς διοικήσεως και βοηθοί νομικών (47.910), οι νοσοκόμοι διπλωματούχοι ΤΕΙ (18.790) και οι τεχνολόγοι των επιστημών φυσικής και μηχανικής (12.370).

Από τους υπαλλήλους γραφείου υψηλές αυξήσεις εμφάνισαν οι στενογράφοι-δακτυλογράφοι και χειριστές μηχανών με πληκτρολόγιο (18.360) και οι υπάλληλοι βιβλιοθηκών (11.170), ενώ από τους απασχολούμενους στην παροχή υπηρεσιών, οι πωλητές σε καταστήματα (52.630), οι μάγειροι (16.710), οι κομμωτές και αισθητικοί (13.450) και οι πωλητές σε υπαίθριες αγορές (12.220). Από τους τεχνίτες, μοναδικό επάγγελμα με υψηλή αύξηση της απασχόλησης ήταν οι ηλεκτρολόγοι εγκαταστάσεων (12.330). Τέλος, από τους ανειδίκευτους εργάτες υψηλές αυξήσεις εμφάνισαν οι οικιακοί βοηθοί και καθαριστές (63.610), οι ανειδίκευτοι εργάτες του αγροτικού τομέα (23.020) και οι ανειδίκευτοι εργάτες της βιομηχανίας (12.650).

Στα αγροτικά επαγγέλματα, που στο σύνολό τους έχασαν απασχόληση, σημαντικές μειώσεις εμφάνισαν οι γεωργοί πολυκαλλιεργητές (203.440), οι καπνοκαλλιεργητές (33.320) και οι βαμβακοκαλλιεργητές (12.750), με παράλληλες ωστόσο αυξήσεις των καλλιεργητών ελαιόδεντρων (26.740), των καλλιεργητών κηπευτικών και ανθέων (12.160) και των καλλιεργητών λοιπών οπωροφόρων δέντρων (10.350), σηματοδοτώντας εσωτερικές αναδιαρθρώσεις στον αγροτικό χώρο ως αποτέλεσμα τόσο των υφιστάμενων πολιτικών όσο όμως και μιας διαδικασίας εξειδίκευσης.

Στα ανώτερα διευθυντικά και διοικητικά στελέχη, σημαντικές μειώσεις εμφάνισαν οι διευθυντές επιχειρηματίες και προϊστάμενοι μικρών επιχειρήσεων χονδρικού και λιανικού εμπορίου (12.460).

Στους τεχνίτες, τις υψηλότερες μειώσεις εμφάνισαν οι γαζωτές-κεντητές (30.050), οι ηλεκτροτεχνίτες και συντηρητές ηλεκτρικών μηχανών (20.250), οι κτίστες (10.040) και οι ξυλουργοί και μαραγκοί (9.610). Στους χειριστές βιομηχανικών εγκαταστάσεων, οι χειριστές μηχανών παραγωγής υφαντουργικών ινών και πλεκτικών μηχανών (6.070), ενώ τέλος στους ανειδίκευτους εργάτες, μοναδικό επάγγελμα με μείωση ήσαν οι φορτοεκφορτωτές, λιμενεργάτες και αχθοφόροι (3.290), γεγονός που κατά πάσα πιθανότητα οφείλεται στην περαιτέρω εκμηχάνιση των εργασιών στα λιμάνια.

Τα επαγγέλματα την τρέχουσα δεκαετία

Η μεγάλη μείωση της απασχόλησης (και συνακόλουθα αύξηση της ανεργίας) στη χώρα μας, ως αποτέλεσμα της οικονομικής κρίσης και της πολιτικής εσωτερικής υποτίμησης, που επιβλήθηκε μέσω των μνημονίων, επέδρασαν σημαντικά πάνω στα μεγέθη και στη διάρθρωση των επαγγελμάτων.

Την περίοδο 2011-2018 η μείωση της απασχόλησης ανήλθε σε 6,4%, οδηγώντας σε απώλειες 263.823 θέσεων εργασίας, αλλά κατανεμήθηκε με διαφορετικό τρόπο ανάμεσα στα βασικά επαγγέλματα (διάγραμμα 2).

Οι μεγαλύτερες μειώσεις εμφανίστηκαν στα ανώτερα διοικητικά και διευθυντικά στελέχη (38,5%), στους ειδικευμένους τεχνίτες (28,4%) και στους ανειδίκευτους εργάτες, χειρώνακτες και μικροεπαγγελματίες (13,1%), ενώ χαμηλότερες μειώσεις εμφάνισαν οι γεωργοί, κτηνοτρόφοι και αλιείς (7,5%), οι τεχνικοί (6,6%) και οι υπάλληλοι γραφείου (2,7%). Αυξήσεις της απασχόλησής τους εμφάνισαν τα πρόσωπα που δεν καταγράφονται (7,5%), οι απασχολούμενοι παροχής υπηρεσιών και πωλητές (3,1%), οι επαγγελματίες -σε επιστημονικά κατά βάση επαγγέλματα- (2,6%) και οι χειριστές βιομηχανικών εγκαταστάσεων και μηχανημάτων (0,3%).

Σε γενικές γραμμές, οι εξελίξεις αυτές δεν φαίνεται να συνηγορούν υπέρ της συνέχισης του φαινομένου της πόλωσης των επαγγελμάτων, που σε σημαντικό βαθμό είχε αναδειχθεί στη χώρα μας κατά την πρώτη δεκαετία του νέου αιώνα.

Το 2013 συνιστά τη χρονιά με τη χαμηλότερη απασχόληση (3.535.005 άτομα) και την υψηλότερη ανεργία (1.321.730 άτομα) από τις αρχές του νέου αιώνα. Εκτοτε, η απασχόληση εμφανίζει μια αργή αλλά σταθερή ανάκαμψη, που την περίοδο 2013-2018 ανήλθε σε 9,2%, οδηγώντας στη δημιουργία 325.390 νέων θέσεων εργασίας.

Και αυτή η αύξηση κατανεμήθηκε με διαφορετικό τρόπο ανάμεσα στα βασικά επαγγέλματα, με τις υψηλότερες αυξήσεις να εντοπίζονται στους απασχολούμενους στην παροχή υπηρεσιών (25,0%), στους υπαλλήλους γραφείου (20,1%), στους ανειδίκευτους εργάτες και χειρώνακτες (16,8%), στους χειριστές βιομηχανικών εγκαταστάσεων (15,0%) και στους τεχνικούς (12,4%), χαμηλότερες στους επαγγελματίες (7,7%), ενώ μεγάλη μείωση εμφάνισαν τα ανώτερα διοικητικά και διευθυντικά στελέχη (42,3%) και χαμηλότερη οι γεωργοί, κτηνοτρόφοι και αλιείς (3,5%), οδηγώντας σε σημαντική διαφοροποίηση της διάρθρωσης των επαγγελμάτων.

Η μεγάλη αυτή μείωση των ανώτερων διοικητικών και διευθυντικών στελεχών αναμένεται να οφείλεται τόσο στις αναδιαρθρώσεις των στελεχών στις μεσαίες και μεγάλες επιχειρήσεις, όσο όμως και στο κλείσιμο ενός μεγάλου αριθμού μικρών επιχειρήσεων, οι ιδιοκτήτες των οποίων καταγράφονταν σε αυτή την επαγγελματική κατηγορία.

Σε αναλυτικό επίπεδο (τριψήφιο κωδικό επαγγέλματος) την περίοδο 2013-2018 ένας μεγάλος αριθμός επαγγελμάτων αύξησε την απασχόλησή του, ενώ ένας άλλος τη μείωσε. Τις υψηλότερες αυξήσεις εμφάνισαν οι υπάλληλοι γενικών καθηκόντων, οι πωλητές σε καταστήματα, οι σερβιτόροι, οι υπάλληλοι πληροφόρησης πελατών, κ.ά. ενώ τις υψηλότερες μειώσεις οι διευθυντές λιανικού και χονδρικού εμπορίου, οι άλλοι υπάλληλοι γραφείου, οι καλλιεργητές, οι κτίστες και συναφή επαγγέλματα (διάγραμμα 3).

Κρίνεται σκόπιμο να επισημανθεί ότι ανάμεσα στα δέκα επαγγέλματα με την υψηλότερη αύξηση της απασχόλησης δεν συγκαταλέγεται κανένα επιστημονικό επάγγελμα, γεγονός με ιδιαίτερες επιπτώσεις τόσο στη διάρθρωση των επαγγελμάτων όσο και σε καταστάσεις που συνδέονται, πέραν των άλλων, με τη μεταβολή του παραγωγικού υποδείγματος της χώρας.

Οι διάφορες κατηγορίες των διευθυντών που εμφανίζουν υψηλές μειώσεις της απασχόλησής τους οφείλονται τόσο στο κλείσιμο μικρών εμπορικών και βιοτεχνικών επιχειρήσεων, οι ιδιοκτήτες των οποίων καταχωρίζονται σε αυτές τις επαγγελματικές κατηγορίες, όσο και στις αναδιαρθρώσεις του ανθρώπινου δυναμικού των επιχειρήσεων.

Οι μεταβολές αυτές έχουν οδηγήσει σε μια διαφορετική διάρθρωση των επαγγελμάτων τόσο σχετικά με τις αρχές του νέου αιώνα όσο και με το 2011. Το παραγωγικό σύστημα της χώρας δηλαδή σήμερα απαιτεί διαφορετικά επαγγέλματα από αυτά που απαιτούσε στις αρχές του αιώνα αλλά και στα πρώτα χρόνια της κρίσης.

Ειδικότερα για την περίοδο της κρίσης γίνεται φανερό ότι οι επιδράσεις της δεν ήσαν μόνο ποσοτικές αλλά και ποιοτικές. Η κρίση δεν μείωσε μόνο τη συνολική απασχόληση αλλά άλλαξε και τα ποιοτικά της χαρακτηριστικά. Και δυστυχώς όχι προς το καλύτερο.

Σήμερα τα μεγαλύτερα επαγγέλματα της χώρας είναι οι πωλητές (403.107), οι καλλιεργητές (330.327), οι υπάλληλοι γενικών καθηκόντων (182.048), οι σερβιτόροι (165.531), οι καθαριστές και βοηθοί οικιών, ξενοδοχείων και γραφείων (103.439), οι απασχολούμενοι στην παροχή υπηρεσιών προστασίας (101.766), οι δάσκαλοι Α’βάθμιας εκπαίδευσης (84.120), οι οδηγοί φορτηγών και λεωφορείων (83.774), οι καθηγητές Β’βάθμιας εκπαίδευσης (81.203), οι οδηγοί αυτοκινήτων, μικρών φορτηγών και μοτοσικλετών (80.223) και έπονται όλα τα άλλα (σε τριψήφιο κωδικό) επαγγέλματα.

Ανάμεσα στα δέκα μεγαλύτερα επαγγέλματα γίνεται φανερό ότι κυριαρχούν τα επαγγέλματα των υπηρεσιών που απαιτούν χαμηλά εκπαιδευτικά προσόντα και (συνήθως) χαμηλές δεξιότητες, με μόνα επιστημονικά επαγγέλματα ανάμεσά τους να είναι οι δάσκαλοι και οι καθηγητές Β’βάθμιας εκπαίδευσης.

Οι προβλέψεις για τα επαγγέλματα της επόμενης δεκαετίας

Προβλέψεις για επαγγέλματα στην Ελλάδα, για το προσεχές χρονικό διάστημα, έχουν επιχειρήσει το Εθνικό Ινστιτούτο Εργασίας και Ανθρώπινου Δυναμικού (ΕΙΕΑΔ) και το Ευρωπαϊκό Κέντρο για την Ανάπτυξη της Επαγγελματικής Κατάρτισης (Cedefop). Οι προβλέψεις του ΕΙΕΑΔ (2018) αφορούν την περίοδο 2018-2022 και επιχειρούνται σε τριψήφιο κωδικό επαγγέλματος (122 επαγγέλματα), ενώ οι αντίστοιχες του Cedefop την περίοδο 2018-2030, για κάθε έτος ξεχωριστά, σε διψήφιο κωδικό επαγγέλματος (41 επαγγέλματα).

Σύμφωνα με τις προβλέψεις του ΕΙΕΑΔ (διάγραμμα 4), το επάγγελμα με τη μεγαλύτερη αύξηση της απασχόλησής του αναμένεται, μακράν των άλλων, να είναι οι πωλητές σε καταστήματα (159.226 άτομα).

Ακολουθούν οι σερβιτόροι (28.053), τα πρόσωπα που δεν καταγράφονται (26.902), οι μηχανικοί (18.883), οι επαγγελματίες του χρηματοοικονομικού τομέα (17.281), οι απασχολούμενοι στην παροχή υπηρεσιών προστασίας (15.708) και άλλα με χαμηλότερες αυξήσεις.

Αξίζει να επισημανθεί ότι ανάμεσα στα επαγγέλματα με τη μεγαλύτερη αύξηση της απασχόλησής τους, πέραν αυτών που απαιτούν χαμηλά εκπαιδευτικά προσόντα και δεξιότητες (πωλητές σε καταστήματα, σερβιτόροι, κομμωτές και κομμώτριες, πλανόδιοι πωλητές), συγκαταλέγονται και επαγγέλματα που απαιτούν υψηλά εκπαιδευτικά προσόντα και δεξιότητες (μηχανικοί, επαγγελματίες χρηματοοικονομικού τομέα, νομικοί, επαγγελματίες επιστημών της ζωής, αρχιτέκτονες, τοπογράφοι, πολεοδόμοι, ηλεκτρολόγοι μηχανικοί), αλλά και τεχνικά και τεχνολογικού χαρακτήρα επαγγέλματα (τεχνολόγοι μαιευτικής και νοσηλευτικής, σχεδιαστές και αναλυτές λογισμικού και εφαρμογών και διάφορες κατηγορίες χειριστών μηχανημάτων και εξοπλισμού), γεγονός που παρέχει ενδείξεις μιας έστω και σε περιορισμένη κλίμακα διαφοροποίησης του παραγωγικού υποδείγματος της χώρας.

Ταυτοχρόνως όμως ένας άλλος αριθμός επαγγελμάτων αναμένεται να εμφανίσουν μείωση της απασχόλησης, με τη μεγαλύτερη να την παρουσιάζουν οι καλλιεργητές (70.659), οι καθαριστές και βοηθοί οικιών, ξενοδοχείων και γραφείων (22.943), οι τεχνίτες επεξεργασίας τροφίμων (19.113), οι υπάλληλοι γενικών καθηκόντων (15.785), οι κτηνοτρόφοι (12.308) και άλλες κατηγορίες επαγγελμάτων με χαμηλότερες μειώσεις.

Οι μεγάλες μειώσεις των καλλιεργητών αλλά και των άλλων επαγγελμάτων του πρωτογενούς τομέα, σε μεγάλο βαθμό, οφείλονται στην απομάκρυνσή τους από το εργατικό δυναμικό λόγω συνταξιοδότησης, καθώς συνιστούν επαγγελματικές κατηγορίες με το ηλικιακά πιο γερασμένο ανθρώπινο δυναμικό.

Σύμφωνα με τις προβλέψεις του Cedefop (διάγραμμα 5) τα επαγγέλματα που αναμένεται να αυξήσουν περισσότερο την απασχόλησή τους στο διάστημα 2018-2030 είναι οι πωλητές (67.128), οι απασχολούμενοι στην παροχή υπηρεσιών (51.865), οι βοηθοί επαγγελματιών νομικού κοινωνικού και πολιτιστικού τομέα (42.713), οι τεχνικοί του τομέα υγείας (21.185), οι υπάλληλοι εξυπηρέτησης πελατών (20.388) και οι καθαριστές και βοηθοί (20.151), με έναν άλλο αριθμό επαγγελμάτων να εμφανίζουν χαμηλότερες αυξήσεις.

Στην πλειονότητά τους πρόκειται για επαγγέλματα των υπηρεσιών, με εξαιρετικά περιορισμένη παρουσία τεχνικών επαγγελμάτων, ενώ αξιοσημείωτη είναι και η παρουσία κατηγοριών ανειδίκευτων εργαζομένων.

Ταυτοχρόνως όμως ένας μικρότερος αριθμός επαγγελμάτων αναμένεται να μειώσουν την απασχόληση, με σημαντικότερο ανάμεσά τους τους γεωργούς και κτηνοτρόφους (78.796), τους διευθυντές ξενοδοχείων, εστιατορίων και επιχειρήσεων εμπορίου (26.718) και τους εκπαιδευτικούς (10.923).

Η πλειονότητα των επαγγελμάτων με μειώσεις της απασχόλησής τους συνιστούν επαγγέλματα που απαιτούν χαμηλά εκπαιδευτικά προσόντα και δεξιότητες, γεγονός που υποδηλώνει μια διαφοροποίηση των απαιτήσεων του παραγωγικού συστήματος της χώρας για ανθρώπινο δυναμικό με υψηλότερα προσόντα και δεξιότητες.

Ωστόσο δεν είναι ξεκάθαρο το κατά πόσο οι απαιτήσεις του παραγωγικού συστήματος για ανθρώπινο δυναμικό με υψηλότερα προσόντα και δεξιότητες αναμένεται να είναι αποτέλεσμα των πραγματικών αναγκών του παραγωγικού συστήματος ή να οφείλονται στη διαθεσιμότητα του ανθρώπινου δυναμικού (μεγάλη προσφορά ατόμων με υψηλά προσόντα και δεξιότητες).

Στον βαθμό που ισχύει το δεύτερο, άτομα με υψηλά εκπαιδευτικά προσόντα και δεξιότητες καταλαμβάνουν θέσεις εργασίας που απαιτούν χαμηλότερα εκπαιδευτικά προσόντα και δεξιότητες, οδηγώντας στη δημιουργία μιας οριζόντιας αναντιστοιχίας προσόντων και δεξιοτήτων.

Διαπιστώσεις – συμπεράσματα

Τη δεκαετία 2000-2010 οι θετικές εξελίξεις στα περισσότερα επαγγέλματα αναμένεται να οφείλονται κυρίως στην υψηλή ζήτηση για αγαθά και υπηρεσίες. Η συνεχιζόμενη άνοδος του εκπαιδευτικού επιπέδου του πληθυσμού αναμένεται να έχει ασκήσει τις δικές της επιδράσεις, ειδικότερα στα επιστημονικά επαγγέλματα και στους τεχνολόγους και τεχνικούς βοηθούς, αλλά και στην αύξηση των επαγγελμάτων ανειδίκευτης εργασίας.

Τούτο ενδέχεται να συμβαίνει καθώς το υψηλό εκπαιδευτικό επίπεδο των γυναικών οδηγεί ολοένα και περισσότερο γυναίκες από το νοικοκυριό στην απασχόληση και στην αγορά εργασίας, αυξάνοντας τη ζήτηση για επαγγέλματα οικιακών βοηθών, φροντίδας παιδιών και ηλικιωμένων, παρασκευής και διάθεσης φαγητού στο σπίτι, επαγγέλματα που συνήθως ασκούνται από άτομα με χαμηλά εκπαιδευτικά προσόντα.

Οι σχετικά χαμηλές επενδύσεις σε τεχνολογικό εξοπλισμό και στην οργάνωση της παραγωγής τη δεκαετία αυτή ενδέχεται να έχουν ασκήσει πιο περιορισμένη επίδραση, όπως επίσης και οι ρυθμίσεις των αγορών. Την περίοδο της κρίσης, η συρρίκνωση της ελληνικής οικονομίας, ως αποτέλεσμα της ύφεσης και των πολιτικών λιτότητας, έχει ασκήσει σημαντικές επιδράσεις, στο σύνολο σχεδόν των επαγγελμάτων, με τη συνεχιζόμενη αύξηση του εκπαιδευτικού επιπέδου του πληθυσμού να οδηγεί αφ’ ενός μεν στην αύξηση της ανεργίας των επιστημονικών επαγγελμάτων, αφ’ ετέρου δε σε διαδικασίες υποκατάστασης απασχολούμενων με χαμηλά εκπαιδευτικά προσόντα από απασχολούμενους με υψηλά.

Τούτο αναδεικνύεται, εν μέρει, και από τα υψηλότερα ποσοστά ανεργίας των ατόμων με χαμηλά εκπαιδευτικά προσόντα συγκριτικά με τα άτομα με υψηλά. Τέλος, επιδράσεις ενδέχεται να έχουν ασκήσει τόσο οι περιορισμένες τεχνολογικές παρεμβάσεις αυτής της περιόδου όσο όμως και η απορρύθμιση της αγοράς εργασίας και η κατάργηση των συλλογικών διαπραγματεύσεων.

Για την προσεχή δεκαετία, το κατά πόσο οι προβλέψεις των φορέων θα επαληθευτούν, προς το καλύτερο ή το χειρότερο, θα εξαρτηθεί κατ’ αρχάς από τη διατήρηση και ενίσχυση του ρυθμού μεγέθυνσης της οικονομίας, από τον βαθμό διαφοροποίησης του παραγωγικού υποδείγματος της χώρας και από την ενίσχυση των κλάδων υψηλής τεχνολογικής εξειδίκευσης και προστιθέμενης αξίας, από τις τεχνολογικές εξελίξεις και ειδικότερα από τον βαθμό ψηφιοποίησης των οικονομικών δραστηριοτήτων, που αναμένεται να ασκήσει σημαντικές επιδράσεις πάνω στα επαγγέλματα (στη διεθνή βιβλιογραφία υπάρχει κατάλογος 702 αναλυτικών επαγγελμάτων ταξινομημένων με βάση τον βαθμό επίδρασής τους από την ψηφιοποίηση) και από τη λειτουργία του εκπαιδευτικού συστήματος της χώρας.

Βιβλιογραφία
Cedefop, (2011). Labour market polarization and the elementary occupations in Europe. Blip or long term trend? Research Paper, No. 9.
Ευστράτογλου, Α. (2018). Απασχόληση και επαγγέλματα τον νέο αιώνα στην Ελλάδα. Μελέτη Αθήνα, ΙΝΕ/ΓΣΕΕ.
Ευστράτογλου, Α. (2013). Οικονομική κρίση και πόλωση των επαγγελμάτων στην Ελλάδα. Μελέτη, Αθήνα, ΙΝΕ/ΓΣΕΕ
Oesch, D. (2013). Occupational Change in Europe. How Technology & Education Transform the Job Structure. Oxford
Spitz-Oener, A. (2006). Technical Change, Job Tasks, and Rising Educational
Demands: Looking outside the Wage Structure. Journal of Labor Economics, (24) : (2) : 235-270


Του Άγγελου Ευστράτογλου, Δρ Οικονομικών της Εργασίας, επιστημονικός συνεργάτης του ΙΝΕ/ΓΣΕΕ – Εφημερίδα των Συντακτών

Σχετικά Άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

* Το email σας δεν θα εμφανιστεί