6 Σεπτεμβρίου 1669: “Συμφωνείται ότι η Πόλη του Χάνδακα, με όλα τα κανόνια της, παραδίδεται στα χέρια του Βεζίρη” (ντοκουμέντο)

Του Αλέκου Α. Ανδρικάκη
andrikakisalekos@gmail.com

Ήταν Δευτέρα 6 Σεπτεμβρίου 1669, όταν έληγε η πορεία του Χάνδακα ως πρωτεύουσας του βενετσιάνικου Βασιλείου της Κάνδιας και ξεκινούσε η περίοδος των 229 χρόνων της Τουρκοκρατίας. Σαν σήμερα, εκείνη τη μακρινή μέρα της ιστορίας – που πάντως δεν διδάσκεται στα ελληνικά σχολεία, ούτε ως τοπικό μάθημα στην Κρήτη…- ο Χάνδακας, το σημερινό Ηράκλειο, συνθηκολογούσε με τους πολιορκητές του. Και παραδιδόταν σ’ αυτούς, ακριβώς 3 εβδομάδες αργότερα, στις 27 Σεπτεμβρίου 1669.

Ο Χάνδακας μετά από 22 χρόνια πολιορκίας, ίσως την πιο μακροχρόνια στην ιστορία, έπεφτε οριστικά στα χέρια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Η πόλη που ξεχώριζε ανάμεσα στις επαρχίες της Γαληνοτάτης Δημοκρατίας της Βενετίας, δεν άντεξε άλλο τις επιθέσεις των ορδών του σουλτάνου. Στην υπεράσπισή της έδωσαν πολλές δυνάμεις και τους καλύτερους στρατιωτικούς τους όχι μόνο η Γαληνοτάτη, αλλά και σχεδόν ολόκληρη η χριστιανική Ευρώπη, με επικεφαλής τον Πάπα της Ρώμης. Γιατί οι Ευρωπαίοι χριστιανοί ηγεμόνες και ο καθολικός θρησκευτικός ηγέτης έβλεπαν σ’ αυτή την υπόθεση τον αγώνα τότε του χριστιανισμού απέναντι στον επεκτατισμό της μουσουλμανικής Τουρκίας. Τον οποίο τελικά δεν κατάφεραν να αποτρέψουν.

Στις 6 Σεπτεμβρίου 1669, ο αρχιστράτηγος των υπερασπιστών της πολιτείας και αργότερα Δόγης της Βενετίας, Φραντζέσκο Μοροζίνι αναγκαζόταν να υπογράψει με τον αρχιστράτηγο των Οθωμανών, μέγα βεζίρη, Αχμέτ Κιοπρουλή, που είχε το προσωνύμιο Φαζίλ (Δίκαιος), συνθηκολόγηση για την παράδοση της πόλης. Πλέον οι υπερασπιστές δεν άντεχαν άλλο, καθώς είχαν μείνει ελάχιστοι κι αποκλεισμένοι από παντού. Λίγες εβδομάδες νωρίτερα σχεδόν όλοι οι Ευρωπαίοι στρατιώτες, και πριν απ’ όλους οι Γάλλοι, εγκατέλειπαν τον Χάνδακα, βάζοντας, στην ουσία, την υπογραφή τους στην παράδοσή του.

Οι Τούρκοι, κυρίαρχοι πλέον στην ιστορική πόλη, πατούσαν τον Χάνδακα στις 27 Σεπτεμβρίου 1667. Μερικές μέρες μετά, ο Κιοπρουλή έμπαινε κι ο ίδιος θριαμβευτικά και εν μέσω εκδηλώσεων που οργάνωσαν για εκείνον οι υφιστάμενοί του.

Ο μακροχρόνιος Κρητικός Πόλεμος

Συνολικά οι Τούρκοι σχεδόν 25 χρόνια για να καταλάβουν ολόκληρη την Κρήτη. Γενιές στρατιωτών τους χάθηκαν σ’ αυτή την προσπάθεια. Και τουλάχιστον δύο πασάδες έχασαν τα κεφάλια τους γιατί δεν μπορούσαν να προσφέρουν ολόκληρο το νησί στο σουλτάνο.

Στην τουρκοκρατούμενη Ανατολή η Κρήτη ήταν η μοναδική χριστιανική περιοχή το πρώτο μισό του 17ου αιώνα. Η Κύπρος είχε κατακτηθεί το 1570 ενώ οι άλλες ελληνικές περιοχές ήταν ήδη υπό την κυριαρχία του σουλτάνου. Η αφορμή για να εισβάλλει η Τουρκία στην Κρήτη ήταν ένα περιστατικό που θεωρήθηκε ως πρόφαση για την τουρκική πλευρά, που αναζητούσε κάποιο τρόπο να πατήσει το πόδι της στο Βασίλειο της Κάνδιας. Τον Αύγουστο του 1644 οι Ιωαννίτες Ιππότες της Μάλτας συνάντησαν και κατέλαβαν κοντά στην Κρήτη ένα τουρκικό πλοίο το οποίο μετέφερε προσκυνητές στη Μέκκα. Σύμφωνα με τους ισχυρισμούς των Τούρκων, το πλοίο και οι αιχμάλωτοι οδηγήθηκαν στα Χανιά. Η οργή της Υψηλής Πύλης βασίστηκε στη φήμη ότι σ’ αυτό επέβαινε η βασιλομήτωρ της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, η βαλιδέ σουλτάνα, όπως ονομαζόταν.

Όμως αυτό ακριβώς ήταν το εφεύρημα των Τούρκων, καθώς το σκάφος για τη Μέκκα είχε το όνομα «Σουλτάνα» και δεν επέβαινε η βαλιδέ σουλτάνα. Στην υπόθεση αυτής της πειρατείας ενέπλεξαν άμεσα την Κρήτη, βρίσκοντας τον τρόπο να επιτεθούν.

Το καλοκαίρι του 1645 μια μεγάλη δύναμη 50.000 ανδρών, με εκατοντάδες πλοία έφυγε για την Κρήτη, την οποία οι Ενετοί είχαν αφήσει ουσιαστικά χωρίς άμυνα, καθώς, εξαιτίας της οικονομικής κρίσης που μάστιζε τη Δημοκρατία, στο νησί είχε παραμείνει ελάχιστος μισθοφορικός στρατός. Η απόβαση των Τούρκων έγινε στις 23 Ιουνίου στην ακτή κοντά στη μονή Κυράς Γωνιάς. Τα Χανιά, με ελάχιστους αλλά ηρωικούς υπερασπιστές, αγωνίστηκαν ηρωικά, αλλά παραδόθηκαν στις 22 Αυγούστου 1645.

Ακολούθησε το Ρέθυμνο στο οποίο οι Τούρκοι αποβιβάστηκαν στις 2 Ιουλίου 1646, καταλαμβάνοντας περιοχές της υπαίθρου. Στην πόλη του Ρεθύμνου επιτέθηκαν στα τέλη Σεπτεμβρίου του ίδιου χρόνου και η παράδοσή της έγινε στις 13 Νοεμβρίου.

Αμέσως μετά οι δυνάμεις κινήθηκαν προς τον Χάνδακα, και έφτασαν κοντά στην πόλη την άνοιξη του 1647, στοχεύοντας όμως πρώτα στην κατάληψη των γύρω περιοχών. Μετά από ένα χρόνο ολόκληρη η ύπαιθρος είχε καταληφθεί.

Οι επιθέσεις στον Χάνδακα ξεκίνησαν το Μάιο του 1648. οι Τούρκοι διαμόρφωσαν το στρατόπεδό τους στην περιοχή του Γιόφυρου και λίγο μετά ένα μεγαλύτερο και ισχυρότερο κοντά στη σημερινή περιοχή του Μαραθίτη και της Φορτέτσας, το οποίο ονόμασαν Νέο Χάνδακα (Nova Candia). Απέκλεισαν από όλα τα σημεία της ξηράς την πόλη, η οποία είχε πλέον επικοινωνία με τον υπόλοιπο κόσμο μόνο από τη θάλασσα. Μέσω του λιμανιού εφοδιαζόταν με πυρομαχικά και όπλα, και μόνο μέσω του ίδιου δρόμου μεταφέρονταν οι δυνάμεις στρατιωτών και τα τρόφιμα.

Φανταστική απεικόνιση της πολιορκίας του Χάνδακα, σε ξυλογραφία που κυκλοφόρησε στο Παρίσι το 1670. Μοροζίνι και Κιοπρουλή μάχονται επικεφαλής των δυο πλευρών, ενώ στο βάθος διακρίνεται η φανταστική πολιτεία του Χάνδακα (Μαρκιανή Βιβλιοθήκη)

Η τελική φάση της πολιορκίας

Μέχρι το 1666 οι Τούρκοι αδυνατούσαν να καταλάβουν τον Χάνδακα, παρά τις μεγάλες δυνάμεις που χρησιμοποιούσαν και τα σύγχρονα, για την εποχή, μέσα τους. Τα Τείχη της πόλης άντεχαν, και σταδιακά στον πόλεμο έμπαιναν και δυνάμεις από τα άλλα χριστιανικά κράτη της Ευρώπης, στο πλευρό των πολιορκούμενων.

Χαρακτηριστικό στοιχείο της πολιορκίας ήταν ο «υπόγειος πόλεμος», ο πόλεμος των υπονόμων. Τόσο οι υπερασπιστές του Χάνδακα όσο και οι Τούρκοι έσκαβαν κάτω από το έδαφος λαγούμια, τα οποία έφθαναν μέχρι την πλευρά που βρισκόταν ο αντίπαλος, και τα πυροδοτούσαν, προκαλώντας θύματα και ζημιές. Συχνά οι αντίπαλοι συναντιόντουσαν, καθώς έσκαβαν, και οι μάχες πλέον γίνονταν κάτω από το έδαφος.

Στα τέλη του 1666 στην Κρήτη στάλθηκε ο Μέγας Βεζίρης Αχμέτ Κιοπρουλή, με την εντολή του σουλτάνου να λήξει όσο γίνεται γρηγορότερα η υπόθεση του Χάνδακα. Λίγο καιρό μετά έφτασε ο Φραντζέσκο Μοροζίνι, ως αρχιστράτηγος των Ενετών και των άλλων ευρωπαϊκών στρατευμάτων που υπερασπίζονταν τον Χάνδακα.

Η προδοσία Μπαρότσι

Οι Τούρκοι από την άνοιξη του 1667 ξεκίνησαν την τελική φάση της πολιορκίας για την πτώση του Χάνδακα. Η κατάληψή του ίσως όμως να μην συνέβαινε ποτέ, αν εξέλιπαν δύο στοιχεία:

  • Η προδοσία του Ενετού μηχανικού Ανδρέα Μπαρότση, ο οποίος στα τέλη του 1667 έφυγε κρυφά από τον Χάνδακα και παρουσιάστηκε στον Κιοπρουλή, παραδίδοντάς του τα σχέδια των Τειχών και του φρουρίου του Χάνδακα και υποδεικνύοντας ως ευάλωτα για τις επιθέσεις σημεία τους προμαχώνες του Αγίου Ανδρέα και της Σαμπιονέρα. Το σχέδιο αυτό ακολουθήθηκε επιτυχημένα από τον αρχιστράτηγο των Τούρκων.
  • Η εγκατάλειψη του Χάνδακα από τους Γάλλους, κυρίως, στην κρίσιμη περίοδο του Ιουλίου και του Αυγούστου του 1669.

Έχοντας μείνει με ελάχιστους μόνο υπερασπιστές, χωρίς εφόδια σε μια πόλη ερειπίων, ο Μοροζίνι αναγκάστηκε να ζητήσει από τον Κιοπρουλή τη συνθηκολόγηση, η οποία υπεγράφη στις 6 Σεπτεμβρίου του 1669. Η ημερομηνία έχει αμφισβητηθεί αν είναι 6 ή 16 Σεπτεμβρίου, αλλά η δική μας μελέτη στις πηγές της εποχής μας οδηγεί να συμπεράνουμε ότι η ημέρα υπογραφής ήταν η 6η Σεπτεμβρίου.

Η υπογραφή της συνθήκης

Με τη συμφωνία διασφαλιζόταν ότι στην κυριαρχία των Ενετών θα παρέμεναν τα νησιά της Γραμβούσας, της Σούδας και της Σπιναλόγκας, που κατελήφθησαν από τους Τούρκους πολλά χρόνια αργότερα. Η Γραμβούσα το 1692, ενώ η Σούδα και η Σπιναλόγκα το 1715

Με την υπογραφή της συνθήκης η Κρήτη ήταν πλέον τουρκική. Και θα παρέμενε μέχρι το 1898. Ο Κρητικός Πόλεμος, που διήρκεσε σχεδόν 25 χρόνια, και η 22χρονη πολιορκία του Χάνδακα είχαν πάρει ένα δραματικό τέλος. Οι Τούρκοι ιστορικοί έχουν αναφέρει ότι κατά την πολιορκία της πόλης σκοτώθηκαν περισσότεροι από 137.000 στρατιώτες και αξιωματούχοι της Υψηλής Πύλης. Ο αριθμός των θυμάτων από την πλευρά των υπερασπιστών είναι μικρότερος. Αλλά το μεγάλο κόστος ήταν η κατάληψη του Χάνδακα.

Στη συνέχεια δημοσιεύουμε το κείμενο της συνθήκης παράδοσης, που κατά τη δική μας έρευνα αποτελείται από 17 άρθρα. Η παρουσίαση γίνεται μέσα από δύο κείμενα ιστορικών, του Girolamo Brusoni, σύγχρονου των γεγονότων, και του Savage, που έζησε λίγο μετά τον Κρητικό Πόλεμο.

Το κείμενο της συμφωνίας παράδοσης

Παρουσιάζουμε στη συνέχεια το κείμενο της συνθήκης παράδοσης του Χάνδακα στους Τούρκους, που υπεγράφη στις 6 Σεπτεμβρίου 1669. Διαθέτουμε δύο όμοιες εκδοχές της συμφωνίας, το χειρόγραφο της οποίας δεν υπάρχει ή δεν έχει εντοπιστεί μέχρι τώρα. Οι πληροφορίες μας για τη συμφωνία είναι αποκλειστικά από πηγές της εποχής.

Θεωρούμε πως υπήρχαν 17 άρθρα, καθώς οι δημοσιεύσεις των ιστορικών, από εκείνη ακόμη την εποχή, διαφέρουν, έστω και ελάχιστα, μεταξύ τους ως προς τον αριθμό. Εκτιμούμε όμως ότι το πλήρες και ακριβές κείμενο της συνθήκης είναι αυτό που δημοσιεύεται τόσο απ’ τον Brusoni, όσο και στο έργο του Savage. Και στα δύο υπάρχουν 17 ίδια άρθρα.

Και καταλήγομε στο συμπέρασμα ότι προφανώς αυτό το απαράλλαχτο και στα δύο έργα κείμενο είναι το ιστορικά ακριβές, καθώς προέρχεται από τις πηγές των δύο αντιμαχόμενων πλευρών. Ο Brusoni έχει την πληροφόρηση από τη Βενετία και ο Savage χρησιμοποιεί τούρκικες πηγές. Έτσι, σε δική μας μετάφραση παραθέτουμε το πανομοιότυπο κείμενο των δύο έργων, που είχαν εκδοθεί λίγο μετά το τέλος του Κρητικού Πολέμου.1 Του Brusoni το 1673 και του Savage το 1701.

 

Με την παράθεση του μεταφρασμένου από τα Ιταλικά και τα Αγγλικά κειμένου της συνθήκης εκτιμούμε ότι έχομε πλήρη γνώση των όσων συμφωνήθηκαν.

  1. Για τη θεμελίωση μιας καλής και διαρκούς ειρήνης, συμφωνείται ότι η Πόλη του Χάνδακα, με όλα τα κανόνια της, τα οποία τοποθετήθηκαν εκεί πριν την έναρξη του πολέμου, παραδίδεται στα χέρια του Βεζίρη.
  2. Ακλόνητη θέση δίδεται στη Δημοκρατία, στη Σούδα, στη Γραμβούσα και στη Σπιναλόγκα, μαζί με τις περιοχές που ανήκουν σ’ αυτές και το φρούριο της Κλίσσα στη Δαλματία.
  3. Οι Βενετοί μπορούν να πάρουν μαζί τους όλα τα κανόνια τα οποία έφεραν στην πόλη, μετά την έναρξη του πολέμου.
  4. Παραχωρείται χρόνος 12 ημερών για την επιβίβαση του στρατού, των σκαπανέων και των κατοίκων κάθε τίτλου και κατάστασης, με τα όπλα, τις προμήθειες και τις αποσκευές τους.
  5. Ό,τι παραμείνει εκτός των πλοίων στο τέλος του προαναφερθέντος χρόνου των 12 ημερών, ο Βεζύρης θα βοηθήσει την επιβίβαση με τις δικές του βάρκες.
  6. Κατά τη διάρκεια αυτής της εκεχειρίας, κανένα πρόσωπο δεν θα παραβιάσει τα όρια ή δεν θα περάσει τα σύνορα της κατοικίας του ή του στρατοπέδου. Αυτός που θα το πράξει θα θεωρηθεί εχθρός.
  7. Μόλις προσυπογραφούν αυτά τα άρθρα κατά την εκεχειρία, όλες οι εχθροπραξίες θα πάψουν και από τις δύο πλευρές.
  8. Για τη διασφάλιση της εφαρμογής αυτών των άρθρων, τρεις όμηροι θα παραδοθούν αμοιβαίως σε κάθε πλευρά.
  9. Για την καλύτερη διαβεβαίωση ότι οι Βενετοί θα κάνουν κάθε προσπάθεια να επιβιβάσουν τους άνδρες και τα αγαθά τους, οι Τούρκοι μπορούν να απασχολήσουν δύο αξιωματικούς που θα παρακολουθούν.
  10. Για το καλύτερο αποτέλεσμα επ’ αυτού, όλα τα πλοία, οι γαλέρες, και άλλες βασσέλες, μπορούν ελεύθερα να προσεγγίζουν την ακτή και να εισέρχονται στο λιμάνι, νύκτα και ημέρα.
  11. Ο στόλος των Βενετών μπορεί να παραμείνει στη Ντία ή σε οποιοδήποτε άλλο νησί του Αρχιπελάγους, μέχρι τα πράγματα να είναι κατάλληλα προετοιμασμένα για την αναχώρησή τους.
  12. Ανακαλούνται όλες οι εντολές που είχαν δοθεί σε κάθε πλευρά, και οποιοσδήποτε, μετά από 40 ημέρες, προκαλέσει κάποια εχθροπραξία κατά του περιεχομένου αυτών των όρων ειρήνης, θα τιμωρηθεί με θάνατο.
  13. Μόλις ένας απεσταλμένος από τη Βενετία φτάσει στην Υψηλή Πύλη, όλοι οι αιχμάλωτοι και οι φυλακισμένοι από τον πόλεμο, που πιάστηκαν υπό τη σημαία της Βενετίας, θα απαλλαγούν και θα απελευθερωθούν.
  14. Όποιες λεηλασίες γίνουν στη θάλασσα ή την ξηρά, μετά την προσυπογραφή των άρθρων και πριν τη δημοσίευσή τους, έντιμα θα ικανοποιηθούν και θα αποκατασταθούν.
  15. Γενική συγχώρηση θα δοθεί στους υποτελείς και των δύο πλευρών, οι οποίοι έδρασαν αντίθετα στη θρησκεία και την υποτέλειά τους, στη διάρκεια του πολέμου.
  16. Συμφώνως προς αυτή τη συνθηκολόγηση και τα προηγούμενα άρθρα που επίσης προσυπογράφηκαν το έτος 1571, κανένας φόρος ή δώρο δεν ζητείται από την Υψηλή Πύλη, εκτός απ’ ό,τι προηγουμένως πληρώθηκε για τα νησιά που κατείχαν οι Βενετοί στο Αρχιπέλαγος.
  17. Γίνονται δύο αντίγραφα αυτής της συνθήκης, ένα στην Τουρκική, με μια μετάφραση στην Ιταλική, υπογεγραμμένο από το Βεζύρη και σφραγισμένο με τη βασιλική σφραγίδα του Σουλτάνου, και ένα άλλο στην Ιταλική, υπογεγραμμένο από τον Αρχιστράτηγο και σφραγισμένο με τη σφραγίδα της Δημοκρατίας.

 

 

Βιβλιογραφία-πηγές

  • Girolamo Brusoni, “Historia Dell’ Ultima Guerra tra Veneziani, e Turchi”, σελ. 323-324, εκδ. 1673
  • Savage, “The Turkish history”, 2ος τόμος, σελ 189-191, εκδ. 1701
  • Θ. Δετοράκη, «Ιστορία της Κρήτης», σελίδες 251-270, Ηράκλειο 1990
  • Μαρίνου Τζάνε Μπουνιαλή του Ρεθυμναίου, «Ο Κρητικός Πόλεμος (1645-1669)», επιμέλεια Στυλιανός Αλεξίου, Μάρθα Αποσκίτη, εκδόσεις Στιγμή, Αθήνα 1995
  • Ν. Σταυρινίδη, «Η τελευταία περίοδος της πολιορκίας του Μ. Κάστρου. Ο ερχομός του Κιοπρουλή στην Κρήτη», Ηράκλειον 1979
  • Χρ. Τζομπανάκη, «Ο Κρητικός Πόλεμος 1645-1669, Η μεγάλη πολιορκία και η εποποιία του Χάνδακα», Ηράκλειο 2008
  • Μ. Τρουλινού, «Ιστορία του πολέμου των Τούρκων κατά των Ενετών προς κατάκτησιν της Κρήτης», εν Ρεθύμνη τη 15η Μαΐου 1900, τύποις Στυλ. Καλαΐτζάκη
  • Χ. Χιονίδη, «Αγγλικόν υπόμνημα περί της πολιορκίας και πτώσεως του Χάνδακος», «Κρητικά Χρονικά», τεύχος Γ΄, 1949, εκδότης Ανδρέας Καλοκαιρινός, Ηράκλειον Κρήτης
  • Β. Ψιλάκη, «Ιστορία της Κρήτης», τόμος Β΄, 1890.

Σχετικά Άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

* Το email σας δεν θα εμφανιστεί