Δημοσιογραφία, η πόρνη της δημόσιας ζωής…

ΑΝΔΡΙΚΑΚΗΣ ΑΛΕΚΟΣΤου Αλέκου Α. Ανδρικάκη
andrikakisalekos@gmail.com

“Με τα χρόνια, η εμπειρία με δίδαξε ένα ακόμη παράδοξο. Ότι η δημοσιογραφία δεν είναι πάντα για να μιλά, αλλά συχνά για να σιωπά. Όχι επειδή δεν έχει κάτι να πει, αλλά επειδή ακριβώς έχει πολλά να πει. Που δεν βολεύουν… Όμως δεν έγινα δημοσιογράφος για να σιωπώ, αλλά για να μιλώ και να γράφω. Δεν έγινα γραφιάς για να κρύβω, αλλά για να αποκαλύπτω ό,τι προσπαθεί η κάθε εξουσία να κρύψει, επειδή δεν την βολεύει”.

(Έχω την ανάγκη για μερικές εξομολογητικές αλήθειες απέναντι στους λίγους ή τους λίγο περισσότερους που ενδεχομένως διαβάζουν εδώ και χρόνια τις δικές μου σκέψεις. Γι αυτό γράφω τούτες τις αράδες σήμερα. Ας μου συγχωρεθεί, λοιπόν, ο προσωπικός τόνος, που μπορεί να μην έχει και τόση σημασία, αλλά ίσως να είναι και λυτρωτικός).
Είχα ένα όνειρο για τη δημοσιογραφία, από μικρό παιδί. Δεν μέτραγα λεφτά στον ύπνο μου, δεν μέτραγα επιτυχίες και βραβεύσεις, αλλά μάχες, καθημερινές μάχες για την αλήθεια, εναντίον κάθε άδικου που σκαρώνουν εκείνοι που έχουν τη δύναμη και την εξουσία. Ένα όνειρο απ’ το οποίο πολλοί επιχείρησαν να με ξυπνήσουν τα πρώτα χρόνια της μαθητείας, να με προσγειώσουν από την ονειροπόληση, να με συμβουλεύσουν να γίνω ρεαλιστής, αν θέλω να κάνω “καριέρα”. Πιο έντονη ανάμνηση, η συμβουλή ενός παλιού καλού συναδέλφου, μακαρίτη πλέον, που αποκρούοντας τον νεανικό ενθουσιασμό, μου περιέγραφε τη δημοσιογραφία ως μια πόρνη της δημόσιας ζωής. «Πληρώνουν την πένα σου για να ικανοποιούν τις ορέξεις και τους στόχους τους. Κάθε εξουσία, κάθε μικρό και μεγάλο συμφέρον, δεν θέλει την αλήθεια, αλλά την “αλήθεια” που βολεύει τις επιδιώξεις τους. Είμαστε ναυλωμένα μυαλά, ναυλωμένες πένες».
Στα σχεδόν 30 χρόνια της δημοσιογραφικής παρουσίας μου τα λόγια αυτά – διόλου ενθαρρυντικά για την επαναστατική νεότητα- τα θυμήθηκα πολλές φορές. Σχεδόν πάντα τα είχα στο νου μου όταν απέναντι στο άδικο που σκάρωνε η κάθε εξουσία προσπαθούσα να αντιπαραβάλλω το δίκιο και να στηρίξω τον Άνθρωπο. Όταν το υψωμένο απειλητικά δάχτυλο της κάθε εξουσίας και του κάθε συμφέροντος ήταν μπροστά στα μάτια μου επειδή δεν ήταν αρεστός ο λόγος ή η γραφή. Συχνές οι απογοητεύσεις, αλλά αυτό το όνειρο των παιδικών, σχεδόν χρόνων, δεν ξεθώριασε στο νου μου.
Με τα χρόνια, με τη διδαχή της εμπειρίας, κατάλαβα την πεζή αλήθεια των λόγων εκείνης της μακρινής, σήμερα, συμβουλής. Ο δημοσιογράφος είναι αρεστός όταν έχει έναν καλό λόγο να πει στην εξουσία, συμπληρωματικά στην ανακοίνωση του γραφείου τύπου της. Έχει τόσους καλούς λόγους να ακούσει, όταν σχεδιάζει τις αγιογραφίες των ανθρώπων της. Συχνά, κατά παραγγελία αγιογραφίες. Ή κατά πρωτοβουλία, ώστε να είναι αρεστός και να παραμένουν οι πόρτες ανοιχτές. Αλλά όταν κατά συνείδηση ασκεί την κριτική, είναι ο χειρότερος του κόσμου. Μα τελικά, γιατί ο δημοσιογράφος θα πρέπει να είναι αρεστός στον ισχυρό; Ας γίνει υπάλληλος του να τον υπηρετεί. Προτιμότερο και πιο καθαρό…
Με τα χρόνια, η εμπειρία με δίδαξε ένα ακόμη παράδοξο. Ότι η δημοσιογραφία δεν είναι πάντα για να μιλά, αλλά συχνά για να σιωπά. Όχι επειδή δεν έχει κάτι να πει, αλλά επειδή ακριβώς έχει πολλά να πει. Που δεν βολεύουν. Θυμώνουν εκείνο τον ισχυρό που προτιμά την αγιογραφία του στην πρώτη σελίδα. Κι όταν δεν την σχεδιάζεις, αυτοβούλως ή κατά παραγγελία, προτιμότερο είναι να σιωπάς…
Μα δημοσιογράφος δεν έγινα για να προσθέτω στο άδικο και στην ένοχη σιωπή. Δεν είχα όνειρο τη συμμαχία με τον ισχυρό. Πίστευα σ’ αυτό που άκουγα από μερικούς ισχυρούς της πολιτικής: «η κριτική είναι ευπρόσδεκτη, με κάνει να διορθώνω τα λάθη». Τι υποκριτικό… Οι περισσότεροι που το διακηρύττουν, όταν θα τους κάνεις την κριτική, θα απαντήσουν «ευπρόσδεκτη η κριτική, μα τούτο δω είναι πολεμική»… Πόσες φορές δεν το έχουμε ακούσει όλοι εμείς οι γραφιάδες, συνάδελφοί μου…
Σιώπα, σιώπα, σιώπα…
Σιώπα γιατί δεν συμφέρει να μιλήσεις. Σιώπα γιατί ο τάδε της εξουσίας έχει άκρες και θα σε εξαφανίσει. Σιώπα γιατί θα κλείσει η πόρτα. Σιώπα γιατί αυτός έχει οικονομική ισχύ και δίνει διαφήμιση. Σιώπα γιατί δεν θα δοθεί το δάνειο. Σιώπα γιατί θα σου βάλει το παιδί σου στο δημόσιο, θα σε εξυπηρετήσει, θα σου κάνει καλύτερη τη ζωή… Σιώπα, σιώπα, σιώπα…
Θα καταλάβατε ότι η κάθε εξουσία, ο κάθε ισχυρός, στην πολιτική ή στην οικονομία, έχει και το μαχαίρι και το πεπόνι. Τη δημοσιογραφία τη χρειάζεται για τους δικούς του σκοπούς. Η «φίλια δημοσιογραφία» είναι η επιλογή του. Και πάντως όχι αυτή που στον ίδιο κάνει κριτική. Όταν θα ασκήσεις κριτική στον αντίπαλο, μπορεί να είσαι ο άξιος κι ασυμβίβαστος, που τιμάς τη δουλειά σου. Όταν όμως αυτή η κριτική γίνει στον ίδιο, είσαι ο εμπαθής, ο ψεύτης, ο φαντασιόπληκτος κι ίσως ο… πλαστογράφος, δεν ταιριάζεις στην ιστορία της εφημερίδας! Μπορεί να ακούσεις αυτές τις δύο εντελώς αντιφατικές «κρίσεις» μέσα σε διάστημα μερικών ωρών. Ανάλογα με το τι συμφέρει. Εμπειρία μεταφέρω….
Το σφιχταγκάλιασμα της κάθε μορφής εξουσίας, από την οικονομία μέχρι την πολιτική, με τη δημοσιογραφία, είναι δεδομένο. Κι έχει τίμημα. Όπως τίμημα έχει και η προσπάθεια να ξεφύγεις από αυτό. Διαλέγεις, λοιπόν, το τίμημα…
Μα δεν έγινα δημοσιογράφος για να σιωπώ, αλλά για να μιλώ και να γράφω. Δεν έγινα γραφιάς για να κρύβω, αλλά για να αποκαλύπτω ό,τι προσπαθεί η κάθε εξουσία να κρύψει, επειδή δεν την βολεύει. Έτσι μου έμαθαν οι δάσκαλοί μου, ο Βιδάκης, ο Παντινάκης, ο Κακαουνάκης (με τα χίλια ελαττώματα ενδεχομένως, ο τελευταίος, αλλά με τη δυνατή φωνή) κι αργότερα ο Αλέξανδρος Μυκωνιάτης. Μου έμαθαν τη δημοσιογραφία ως ένα εξαιρετικά κοινωνικό λειτούργημα.
Ζητώ και πάλι συγγνώμη για τον εξομολογητικό χαρακτήρα της σημερινής αναφοράς μου. Έχει την αφορμή του. Ίσως μερικοί το γνωρίζουν. Είναι μια εξήγηση της στάσης που από την πρώτη ώρα της δημοσιογραφικής μου παρουσίας, επέλεξα. Ουδείς θα με κάνει να πω ή να γράψω κάτι διαφορετικό απ’ αυτό που υπαγορεύει η ελεύθερη συνείδηση. Όποιο κι αν είναι το τίμημα της άρνησης. Το «όχι» στη σιωπή μπορεί να σημαίνει οδυνηρή ανεργία, ειδικά στις σημερινές εξαιρετικά δύσκολες εποχές. Αλλά είναι λυτρωτικό έναντι ενός πρόσκαιρα βολικού «ναι», που όμως συνειδησιακά έχει πολύ πιο οδυνηρό τίμημα…
Κι επειδή λεφτά δεν θα πάρουμε στον τάφο μας, ας μείνουν τουλάχιστο αλώβητες η συνείδηση και η υπόληψή μας…

* Το κείμενο γράφηκε λίγες ημέρες μετά την παραίτησή μου από την “Πατρίδα”, τον περασμένο Απρίλιο, ακριβώς επειδή δεν δέχομαι να σιωπώ. Επέλεξα να το δημοσιεύσω ως πρώτες σκέψεις μου στη νέα προσπάθειά μας να συνεχίζουμε να ασκούμε το δημοσιογραφικό λειτούργημα χωρίς δεσμεύσεις, εξαρτήσεις και ομηρείες. Κι αυτή είναι η προσωπική επιλογή μου, όσο ακόμη θα είμαι στο χώρο της δημοσιογραφίας.

Σχετικά Άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

* Το email σας δεν θα εμφανιστεί